Συνέχιση μεταρρυθμίσεων και διαγραφή χρέους ίσως μέσα στην επόμενη διετία

Συνέχιση μεταρρυθμίσεων και διαγραφή χρέους ίσως μέσα στην επόμενη διετία

5' 30" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μεγάλη δυσπιστία επικρατεί απέναντι στην Ελλάδα ως προς την ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων και αυτός είναι ο λόγος που οι Ευρωπαίοι εταίροι επιθυμούν να εξασφαλίσουν την υλοποίησή τους με τη συνέχιση της χρηματοδότησης της χώρας, τονίζει ο Αζάντ Ζανγκάνα, επικεφαλής οικονομολόγος στην επενδυτική εταιρεία Schroders για την Ευρώπη. Σε ό,τι αφορά το χρέος, μια διαπραγμάτευση για την περίπτωσή του θα γίνει μόνον εάν η Ελλάδα παρουσιάσει πρόοδο στις μεταρρυθμίσεις και το έδαφος στην Ευρωζώνη είναι γόνιμο.

– Ποιες είναι οι προσδοκίες σας για την ελληνική οικονομία, δεδομένων των νέων, θετικών στοιχείων για την ανάπτυξη;

– Είναι δύσκολο ακόμη να σχηματίσουμε μια ολοκληρωμένη εικόνα για την ελληνική οικονομία. Είχαμε πολύ καιρό να δούμε τριμηνιαία στοιχεία, καθώς η στατιστική υπηρεσία είχε παύσει τη δημοσίευσή τους κάποια χρόνια πριν. Μέχρι τώρα εξαρτιόμασταν από ετήσια δεδομένα, που δίνουν λεπτομερή εικόνα για την πορεία μιας οικονομίας. Αναμφισβήτητα, όμως, η Ελλάδα παρουσιάζει ένα πολύ ικανοποιητικό ρυθμό ανάπτυξης, αλλά μετά μια πολυετή κρίση. Από το ξεκίνημα της κρίσης, η ελληνική οικονομία έχει συρρικνωθεί κατά 30%. Ηταν φυσικό να υπάρξει ανάκαμψη από κάποιο σημείο κι έπειτα και θα συνεχιστεί. Ελπίζω, ωστόσο, η κυβέρνηση να μην παραιτηθεί από την ολοκλήρωση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων διότι μόνον έτσι θα ενισχυθούν οι τάσεις ανάπτυξης στη χώρα.

– Μέχρι τα τέλη Δεκεμβρίου, οι πολιτικές εξελίξεις είναι αρκετά κρίσιμες για τη χώρα. Θεωρείτε πως οι Ευρωπαίοι εταίροι θα συναινέσουν, τελικά, στην ολοκλήρωση του δανειοδοτικού προγράμματος και στην παραχώρηση των 11 δισ. ευρώ ως προληπτική γραμμή πίστωσης;

– Από καμία άποψη, η κατάσταση δεν είναι εύκολη για την Ελλάδα. Είναι ξεκάθαρο ότι οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι στις Βρυξέλλες δεν εμπιστεύονται την κυβέρνηση σ’ ό,τι αφορά την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων. Θέλουν να βεβαιωθούν ότι η Ελλάδα δεν θα επαναπαυθεί. Γι’ αυτό, εξάλλου, επιθυμούν η Ελλάδα να συνεχίσει να εξαρτάται από τη χρηματοδότηση της Ε.Ε. Αναμφισβήτητα, μια γραμμή πίστωσης θα ήταν ωφέλιμη, αλλά δεν είναι αρκετή για να εξασφαλίσει σταθερότητα στα δημοσιονομικά της χώρας.

– Αναφέρεστε στη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους;

– Από ένα σημείο κι έπειτα θα πρέπει να γίνει μια ουσιαστική συζήτηση ανάμεσα στην Ελλάδα και τους επίσημους πιστωτές της, δηλαδή τους εταίρους της στην Ευρωζώνη, για να δοθεί μια μακροπρόθεσμη λύση. Υποθετικά, η χώρα θα μπορούσε με ανάπτυξη να αντεπεξέλθει στις υπάρχουσες υποχρεώσεις της με τη μετακύλιση του χρέους, αλλά δεν θα έχει την επιλογή να παρουσιάσει νέο έλλειμμα εάν παγιδευθεί εκ νέου σε ύφεση. Είναι απαραίτητο να υπάρξει διαγραφή χρέους σε κάποια φάση.

– Πότε προβλέπεται μια τόσο σοβαρή διαπραγμάτευση;

– Θα πρέπει να είναι η κατάλληλη στιγμή για την Ελλάδα, αλλά και για την υπόλοιπη Ευρωζώνη. Μέσα στα επόμενα δύο χρόνια, ίσως. Πιθανότατα μετά τις εκλογές στην Ελλάδα. Οταν έρθει αυτή η στιγμή, ωστόσο, είναι αναμενόμενο να υπάρξουν αντιδράσεις από τα υπόλοιπα κράτη-μέλη που θα υποστούν απώλειες από μια διαγραφή χρέους. Οι πολίτες της Γερμανίας ή της Ολλανδίας θα δυσανασχετήσουν αρκετά διότι θα επωμισθούν απώλειες. Η Ευρώπη, σε κάθε περίπτωση, δεν θα επιτρέψει μια τόσο σοβαρή διαπραγμάτευση εάν δεν υπάρξουν εξελίξεις στο μεταρρυθμιστικό έργο της κυβέρνησης.

– Η ελληνική οικονομία μπορεί να διατηρήσει τη δημοσιονομική σταθερότητά της όταν οι συνθήκες στην υπόλοιπη Ευρωζώνη είναι ασταθείς;

– Βραχυπρόθεσμα θεωρώ πως είναι. Είναι εύλογο, ωστόσο, το ερώτημα εάν θα επιτραπεί στην Ελλάδα να καταγράψει δημοσιονομικό έλλειμμα στην περίπτωση που η Ευρωζώνη βρεθεί ξανά σε ύφεση. Δημοσιονομική εξυγίανση γίνεται όταν υπάρχουν συνθήκες ανάπτυξης, όχι ύφεσης, διότι έτσι επιδεινώνονται οι συνθήκες ακόμη περισσότερο. Η δημοσιονομική πολιτική πρέπει να είναι ευέλικτη, να επιτρέπει την υιοθέτηση μέτρων στήριξης όταν αυτά κρίνονται απαραίτητα.

– Το κόμμα της αντιπολίτευσης, ο ΣΥΡΙΖΑ, έχει αναφερθεί σε μια επεκτατική δημοσιονομική πολιτική. Πώς θα αντιμετώπιζε ο κόσμος στο εξωτερικό την προοπτική πρόωρων εκλογών στην Ελλάδα με την επικράτηση του ΣΥΡΙΖΑ;

– Ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρείται ακόμη μεγάλος κίνδυνος όχι μόνον για την Ελλάδα, αλλά και για την Ευρωζώνη. Ο κόσμος δεν έχει αποδεχθεί ούτε τις βελτιώσεις στη ρητορική τους ούτε τα μηνύματα που έχουν στείλει στην Ευρώπη όπως για παράδειγμα η υπόσχεση ότι η Ελλάδα θα παραμείνει στην Ευρωζώνη. Θεωρείται ένα κόμμα που θα θέσει σε κίνδυνο τη σταθερότητα της Ελλάδας. Μπορεί να συνεχίσει να προβάλλεται ως ένα mainstream κόμμα, μια τακτική που, ενδεχομένως, να αποφέρει πολιτικά αποτελέσματα στο πολιτικό πεδίο. Με βάση, όμως, τα σημερινά δεδομένα, οι αγορές θα αντιδρούσαν πολύ αρνητικά σε μια νίκη του ΣΥΡΙΖΑ σε εθνικές εκλογές ή ακόμη στο προβάδισμά του στις δημοσκοπήσεις.

Η Ε.Ε. ανάμεσα στη δημοσιονομική λιτότητα και τη χαλάρωση

– Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, εκτιμάται ότι θα ευδοκιμήσει κλίμα συναίνεσης ανάμεσα στο στρατόπεδο δημοσιονομικής λιτότητας του Βερολίνου και της χαλάρωσης που προασπίζουν το Παρίσι και η Ρώμη;

– Είναι εύκολο για τις κυβερνήσεις της Ευρωζώνης να επιρρίπτουν ευθύνες στις Βρυξέλλες για τα δύσκολα δημοσιονομικά μέτρα που πρέπει να εφαρμόσουν. Στην πραγματικότητα, όμως, η Ισπανία δεν μπορεί να συνεχίσει να παρουσιάζει έλλειμμα άνω του 5% ως προς το ΑΕΠ. Θα πρέπει να μειωθεί, τουλάχιστον, στα επίπεδα που υπαγορεύει η Συνθήκη του Μάαστριχτ. Δεν με ανησυχούν, ωστόσο, οι εντάσεις αυτές στον πυρήνα της Ευρωζώνης. Σίγουρα, όμως, δεν δημιουργούν τις κατάλληλες συνθήκες για να διαπραγματευθεί η Ελλάδα το ζήτημα του χρέους της. Σε ένα ή δύο χρόνια, όταν θα έχουν ενισχυθεί οι ρυθμοί ανάπτυξης στην Ευρωζώνη, οι συνθήκες θα είναι καλύτερες.

– Πολλά εξαρτώνται από τη στάση της Γερμανίας. Θα συναινέσει, τελικά, στο επενδυτικό πρόγραμμα των 300 δισ. ευρώ που έχει υποσχεθεί ο Ζαν-Κλοντ Γιουνκέρ;

– Η Γερμανία δεν θέλει να παρουσιαστεί σαν μια πλούσια χώρα που πράττει το αντίθετο από τους υπόλοιπους. Και πράγματι, ακόμη και αν η δημοσιονομική κατάστασή τους είναι καλύτερη από τα υπόλοιπα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης, το χρέος τους παραμένει σε επίπεδα υψηλότερα από το 60% επί του ΑΕΠ που προτάσσει η Συνθήκη του Μάαστριχτ. Ετσι, όμως, εξασθενούν την οικονομία τους και κατά συνέπεια τις επιδόσεις ολόκληρης της Ευρωζώνης. Μια θετική εξέλιξη για τη Γερμανία και την Ευρωζώνη θα ήταν εάν το Βερολίνο επέτρεπε στην οικονομία να παρουσιάσει ένα μικρό έλλειμμα της τάξεως από 1% έως 2,5% του ΑΕΠ. Εξάλλου, το αποτέλεσμα των τελευταίων εκλογών δείχνει πως οι Γερμανοί επιθυμούν περισσότερες επενδύσεις στην παιδεία, την υποδομή και ακόμη αύξηση του κατώτατου μισθού. Ολες αυτές είναι επεκτατικές πολιτικές.

– Οι Βρυξέλλες θα επέτρεπαν μια πίστωση χρόνου στη δημοσιονομική προσαρμογή ενός μεγάλου τμήματος της Ευρωζώνης;

– Προ τριετίας είχε αναβληθεί η επίτευξη των στόχων για το δημοσιονομικό έλλειμμα μέχρι το 2014. Το 2009 είχαν, επίσης, χαλαρώσει τα περιθώρια προσαρμογής. Ενώ, όμως, σήμερα οι κυβερνήσεις είναι πολύ προσεκτικές στους δημοσιονομικούς χειρισμούς τους, οι αγορές κρατικών ομολόγων δεν θεωρούν πως ελλοχεύει πιστωτικός κίνδυνος από τα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης. Θα αποδέχονταν, για παράδειγμα, εάν η Γαλλία ήθελε να δανειστεί ένα ακόμη 5% του ΑΕΠ της. Το ίδιο ισχύει για την Ιταλία και την Ολλανδία, δηλαδή για οικονομίες που δεν παρουσιάζουν μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα.

 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή