Αποψη: Οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι

Αποψη: Οι πλούσιοι γίνονται πλουσιότεροι

5' 1" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ενα από τα πιο αμφιλεγόμενα επιχειρήματα στο μπεστ σέλερ του Γάλλου οικονομολόγου Τομά Πικετί «Το κεφάλαιο στον 21ο αιώνα» έχει να κάνει με το ότι o πλούτος τείνει ολοένα και περισσότερο να συγκεντρώνεται στα χέρια των πολύ πλούσιων. Η διογκούμενη ανισότητα στον πλούτο μπορεί να προαναγγέλλει επιστροφή στην κοινωνία του 18ου αιώνα, στην οποία ο πιο σίγουρος δρόμος για τα πλούτη ήταν ο γάμος με έναν/μία κληρονόμο, αντί του να ιδρύσεις μία εταιρεία. Οι επικριτές του κ. Πικετί αμφισβητούν το επιχείρημα: Ο Κρις Γκιλς, o αρχισυντάκτης του οικονομικού ρεπορτάζ των Financial Times, είχε επισημάνει ότι τα δεδομένα του κ. Πικετί είναι και ανεπαρκή και εσφαλμένα. Ωστόσο, τελευταία μελέτη για το ίδιο θέμα αναφέρει πως τουλάχιστον στις Ηνωμένες Πολιτείες η ανισότητα στον πλούτο τείνει να αγγίξει επίπεδα-ρεκόρ. Προηγούμενες δε μελέτες είχαν καταδείξει μόνο μικρές αυξήσεις τις τελευταίες δεκαετίες. Λόγου χάριν, το 2004 μία έρευνα για τη φορολογία ακινήτων των Γοζσίετς Κοπσούκ του Πανεπιστημίου Κολούμπια και Εμάνουελ Σάεζ του Πανεπιστημίου Μπέρκλεϊ στην Καλιφόρνια διαπίστωσαν μία σχεδόν ανεπαίσθητη αύξηση στο μερίδιο του πλούτου, ο οποίος ελέγχεται από την υψηλότερη εισοδηματική κατηγορία των Αμερικανών. Πρόκειται για όσους εκπροσωπούν το 1% του πληθυσμού και οι οποίοι είδαν το μερίδιο του πλούτου τους να αυξάνεται από το 19% στο 21% μεταξύ 1976 και 2000. Μία πιο πρόσφατη μελέτη, την οποία εκπόνησε ο Εντουαρντ Γουλφ του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης και στην οποία χρησιμοποίησε ως βάση τα δεδομένα της Ομοσπονδιακής Τράπεζας σχετικά με τα καταναλωτικά δάνεια, έδειξε μία συνεχιζόμενη αλλά ήπια αύξηση της ανισότητας στην πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα.

Νέα εργασία των Σάεζ και Γκάμπριελ Ζάκμαν του London School of Economics αναγνωρίζει ότι οι προηγούμενοι υπολογισμοί είχαν σε δραματικό βαθμό υποτιμήσει το μερίδιο του πλούτου, ο οποίος ανήκε στους ζάμπλουτους. Οι ερευνητές χρησιμοποιούν μία πιο εμπλουτισμένη ποικιλία πηγών σε σύγκριση με τις προηγηθείσες έρευνες. Σε αυτές συμπεριλαμβάνουν λεπτομερή δεδομένα για ατομικούς φόρους εισοδήματος και φόρους ακινήτων, τους οποίους διασταυρώνουν και συγκρίνουν με τα συγκεντρωτικά δεδομένα της Fed σχετικά με τον πλούτο. Οι ερευνητές σημειώνουν πως δεν είναι δυνατόν να συνεκτιμηθούν όλες οι πιθανές πηγές λαθών: οι στρατηγικές φοροαποφυγής, λόγου χάριν, μπορούν να προκαλέσουν είτε μία υπερεκτίμηση του μεριδίου του πλούτου (εάν κατατάξουν τα εισοδήματα που προέρχονται από την εργασία ως εισοδήματα από κεφάλαια για να εκμεταλλευθούν τον χαμηλότερο φορολογικό συντελεστή), είτε μία υποτίμηση (εάν εσκεμμένα επιδιώκουν χαμηλότερης απόδοσης επενδύσεις για φορολογικές διευκολύνσεις). Ωστόσο, οι Σάεζ και Ζάκμαν πιστεύουν ότι οι εκτιμήσεις τους είναι βελτιωμένες σε σύγκριση με τις απόψεις των συναδέλφων τους.

Τα πορίσματά τους αρκούν να κάνουν τον Τομά Πικετί να κοκκινίσει. Εξετάζουν το μερίδιο του συνολικού πλούτου, ο οποίος έχει περιέλθει στο 90% των πιο χαμηλόμισθων οικογενειών εν συγκρίσει με όσα πλούτη έχουν όσοι βρίσκονται στην κορυφή. Το 50% των πιο χαμηλόμισθων δεν έχει περιουσία. Στα τέλη της δεκαετίας του 1920 το 90% διέθετε μόλις το 16% του αμερικανικού πλούτου, δηλαδή σημαντικά λιγότερο από ό,τι ελέγχει το πλουσιότατο 0,1% του πληθυσμού. Το 0,1% ακριβώς πριν ξεσπάσει το μεγάλο Κραχ του 1929, κατείχε το 25% του συνολικού πλούτου των Ηνωμένων Πολιτειών. Από την αρχή της Μεγάλης Υφεσης μέχρι τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου το μερίδιο της μεσαίας τάξης επί του συνολικού πλούτου αυξήθηκε σταθερά, χάρις στη μείωση του πλούτου των πλουσιότερων νοικοκυριών. Εκτοτε το μερίδιο της μεσαίας τάξης αυξανόταν εκ παραλλήλου με τον συνολικό εθνικό πλούτο κυρίως εξαιτίας του ότι η κατοχή μετοχών διευρύνθηκε, το εισόδημα της μεσαίας τάξης αυξήθηκε και οι ιδιοκτήτες κατοικιών αυξήθηκαν επίσης. Boηθητικά λειτούργησε και το ότι επεκτάθηκαν οι φοροελαφρύνσεις για τις συνταξιοδοτικές αποταμιεύσεις. Μέχρι τις αρχές του 1980 το μερίδιο του πλούτου των νοικοκυριών, που ανήκε στη μεσαία τάξη, αυξήθηκε στο 36%, το οποίο ήταν και τετραπλάσιο από το αντίστοιχο που ήλεγχε το πλουσιότατο 0,1%.

Εντούτοις, από τις αρχές του 1980 και μέχρι σήμερα διαπιστώνει κανείς πως αυτές οι τάσεις έχουν αντιστραφεί. Η αναλογία του πλούτου των νοικοκυριών ως προς το εθνικό εισόδημα αυξήθηκε στα επίπεδα της δεκαετίας του 1920, αλλά το μερίδιο στα χέρια των οικογενειών της μεσαίας τάξης κατρακύλησε. Εν μέρει οφείλεται στην ισχνή αύξηση των εισοδημάτων της μεσαίας τάξης, όταν τα πραγματικά εισοδήματα για το 1% των πλουσιότατων οικογενειών αυξήθηκαν 3,4% ετησίως την περίοδο 1986 – 2012. Αντιθέτως, τα εισοδήματα για το 90% των χαμηλόμισθων οικογενειών αυξήθηκαν 0,7%. Οι Σάεζ και Ζάκμαν αναγνωρίζουν ότι ο βασικός παράγοντας μείωσης του καθαρού πλούτου της μεσαίας τάξης είναι η εκτίναξη των ιδιωτικών χρεών. Η αύξηση στις τιμές των κατοικιών ελάχιστα συνέβαλε στο να ενισχύσει τον πλούτο της μεσαίας τάξης, αφού και τα στεγαστικά δάνεια αυξήθηκαν.

Από την άλλη πλευρά του φάσματος, οι περιουσίες των πλουσίων ενισχύθηκαν ειδικά στην ανώτατη κατηγορία. Οι 16.000 οικογένειες, οι οποίες και απαρτίζουν το πάμπλουτο 0,01% του πληθυσμού των Ηνωμένων Πολιτειών με έναν κατά μέσο όρο καθαρό πλούτο της τάξεως των 371 εκατομμυρίων δολαρίων σήμερα ελέγχουν το 11,2% του συνολικού. Ακριβώς το ίδιο μερίδιο είχαν και το 1916, το οποίο και είναι το υψηλότερο της ιστορίας. Οσοι βρίσκονται στις κατώτατες εισοδηματικές κατηγορίες δεν τα έχουν πάει τόσο καλά. Το 0,1%, το οποίο απαρτίζουν 160.000 οικογένειες με μέσο όρο 73 εκατομμύρια δολάρια, διαθέτει το 22% του συνολικού πλούτου, δηλαδή ελάχιστα λιγότερο από το ποσοστό του 1920 και ακριβώς ισοδύναμο με εκείνο του 90% των πιο χαμηλόμισθων νοικοκυριών. Εν τω μεταξύ το μερίδιο του πλούτου που κατέχουν οι οικογένειες από το 90ό έως το 99ο εκατοστημόριο του πληθυσμού έχει μειωθεί ουσιαστικά την τελευταία δεκαετία, αν και όχι τόσο πολύ όσο ο καθαρός πλούτος του 90% των πιο χαμηλόμισθων.

Οι υπερμεγέθεις περιουσίες των λίγων δεν θα προβλημάτιζαν τόσο πολύ, εάν ήταν το προϊόν επιχειρηματικής δραστηριότητας: πλούτος που σωρεύτηκε από εργασιομανείς δισεκατομμυριούχους, οι οποίοι δεν είναι πιθανόν να τον διαθέσουν στην κοινωνία μέσω αγαθοεργιών. Πάντως, δεν μπορεί κανείς να αποκλείσει την επιστροφή του «κληρονομικού καπιταλισμού», κατά Τομά Πικετί. Η λέσχη των πλουσίων δεν απαρτίζεται από δισεκατομμυριούχους επιχειρηματίες, όπως ο Μαρκ Ζάκερμπεργκ, αλλά και από κληρονόμους όπως η Πάρις Χίλτον. Συν τοις άλλοις, οι περιουσίες των επιχειρηματιών είναι στενά συνδεδεμένες με τις μετοχές των εταιρειών τους και αυτό σημαίνει πως οι μεγαλύτερες περιουσίες στις ΗΠΑ ίσως αρχίσουν σταδιακά να έχουν λιγότερες σχέσεις με τη δημιουργία ομίλων – ακριβώς όπως προειδοποίησε και ο Τομά Πικετί.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή