Η Ανδρος μιας άλλης εποχής

4' 8" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Την Ανδρο, ιδιαίτερη πατρίδα της μητέρας της, της ζωγράφου Νίκης Καραγάτση, την αντίκρισε για πρώτη φορά ένα απομεσήμερο του Ιουλίου του 1946, όταν το θρυλικό ατμόπλοιο «Μοσχάνθη» της εταιρείας Τόγια, προπολεμικής κατασκευής, έπειτα από ένα περιπετειώδες ταξίδι 18 ωρών (!), μπήκε στον κόλπο της Χώρας. Την αγάπησε αμέσως. Ηταν δέκα ετών κοριτσάκι τότε. «Θυμάμαι τη μαμά μου στο κατάστρωμα να μου εκθειάζει το νησί: “Βλέπεις το σπίτι με τα καφέ παντζούρια πάνω από την αποβάθρα; Είναι το σπίτι μας. Το έχτισε ο προπάππος μας, ο καπετάν Κλεάνθης Πολέμης. Εκείνη η αμμουδιά είναι ο Νειμποριός. Εκεί θα πηγαίνουμε για μπάνιο. Και το βράδυ θα βολτάρεις με τις φίλες σου στην Αγορά”».

Ακριβώς έτσι κύλησαν τα παιδικά, εφηβικά και πρώιμα νεανικά καλοκαίρια της Μαρίνας Καραγάτση, μέχρι που τελείωσε το γυμνάσιο. Επειτα, άλλοι τόποι την ξελόγιασαν και απαρνήθηκε την Ανδρο για περισσότερα από δέκα χρόνια. Το 1967 επέστρεψε παντρεμένη με τον Νεοϋορκέζο ζωγράφο Φίλιππο Τάρλοου και με ένα μωρό στην αγκαλιά, τον Δημήτρη της. Για διακοπές στην αρχή. Ομως, το 1976 ο σύζυγός της την έπεισε να εγκατασταθούν μόνιμα στο νησί. Ηθελε να το ζωγραφίσει όσο ήταν ακόμα «αθώο». Δεν ήταν εύκολο. Η Μαρίνα αντιστάθηκε σθεναρά στα σχέδιά του. «Του έλεγα: Εγώ Αθηναία γεννήθηκα και Αθηναία θα πεθάνω. Κι έπειτα, εσύ όλη μέρα θα ζωγραφίζεις. Εγώ τι θα απογίνω εκεί, μακριά από τους φίλους, τις γκαλερί, τα θέατρα, τα σινεμά; Και ο Δημήτρης πώς θα αφήσει τη Σχολή Μωραΐτη για να βρεθεί σε ένα μίζερο επαρχιακό σχολείο;»

Τελικά υποχώρησε. «Το είδα, ίσως, και ως μια απέλπιδα προσπάθεια να κρατηθεί ζωντανός ο γάμος μας, που ήδη αντιμετώπιζε αρκετά προβλήματα», εξηγεί. Η μετακόμιση έγινε, λοιπόν, και το ανδριώτικο σπίτι της οικογένειας από παραθεριστικό μετατράπηκε σε χειμωνιάτικο και από τυπικά αστικό σε κάπως πιο καλλιτεχνικό – με το απαραίτητο ατελιέ για τον Τάρλοου. Ο γάμος, πάντως, δεν έμελλε να σωθεί. Ενα χρόνο μετά, ο Αμερικανός ζωγράφος έφυγε. Η γυναίκα και ο γιος του αποφάσισαν να παρατείνουν τη διαμονή τους. Εκείνη άλλωστε, στην προσπάθειά της να σπάσει κάπως η ανία των πρώτων μηνών στο νησί, είχε ήδη ανακαλύψει έναν νέο συναρπαστικό κόσμο. Με μια Canon αυτόματη στο σακίδιό της, έπαιρνε τον μπλε Σκαραβαίο της, εξερευνούσε και φωτογράφιζε την «άλλη» Ανδρο.

Αυτόπτης μάρτυρας μιας… κοσμογονίας

Ενα μεγάλο μέρος από τις ασπρόμαυρες εικόνες της εκείνων των χρόνων περιλαμβάνεται στο λεύκωμα «Διαδρομές στην Ανδρο του ’70», που πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Αγρα. Δεν είναι λήψεις τουριστικές. Δεν αναζητούν το φολκλόρ. Κάθε άλλο. «Σύντομα συνειδητοποίησα ότι, εκτός από την εύπορη, αστική Χώρα, με την κλειστή ναυτική κοινωνία της, υπήρχε και η απόμακρη, σιωπηλή Ανδρος: τα χωριά του Κορθιού με τα σταχτοπράσινα λιθόχτιστα σπίτια τους και τους “κεντημένους” περιστεριώνες. Τα ορεινά αρβανιτοχώρια, όπου οι άνθρωποι καλλιεργούσαν ακόμα τη γη με πρωτόγονα αλέτρια και τα βόδια έσερναν υνί. Τα Αϊπάτια, οι Χώνες, το Βουνί, οι Κατακαλαίοι, η Βόρη, το Βιτάλι, ο Αμόλοχος, η Αχλα. Ενας κόσμος σχεδόν ανέγγιχτος από κάθε αλλαγή για αιώνες, που εκείνη την περίοδο εξαφανιζόταν με ραγδαία ταχύτητα», λέει η κόρη του συγγραφέα Μ. Καραγάτση.

Καθισμένη σε μια πολυθρόνα, στο ευήλιο κολωνακιώτικο διαμέρισμά της, με τον γκρίζο γάτο της Ντόντιν («βαφτίστηκε» έτσι προς τιμήν του Ρώσου σκηνοθέτη Λεβ Ντόντιν) στην αγκαλιά της, ξεφυλλίζει το λεύκωμα και η ματιά της στέκεται περισσότερο σε κάποιες εικόνες – ίσως και με πιο πολλή τρυφεράδα. «Αυτές είναι οι αδελφές Ζέρβα, η Κατερινιώ και η Μαρία, οι Ζέρβαινες, όπως τις έλεγαν οι ντόπιοι. Τις έβλεπα κάθε Κυριακή στην εκκλησία, σε διπλανά στασίδια, με σχεδόν πανομοιότυπο ντύσιμο και τσιμπιδάκια στα άσπρα μαλλιά τους. Αυτός είναι ο Νικολός Γλυνός στο καφενείο του, που, επειδή είχε ναργιλέ, το προτιμούσε πάντα ο Ανδρέας Εμπειρίκος. Να κι ο Λευτέρης Βαρθολομαίος με την εγγονή του. Εχουν φορτώσει στο μουλάρι τη βαλίτσα τους και κατευθύνονται προς το λιμάνι. Βλέπεις τη βαλίτσα; Εχει και ροδάκια! Οι καιροί έχουν αρχίσει να αλλάζουν… Κι εδώ είναι οι γυναίκες από τα Αηδόνια, που πλένουν τα ρούχα τους στην κρήνη του χωριού». Πορτρέτα ανθρώπων δίπλα σε τοπία, «απάτητες» παραλίες, ξωκλήσια, τσαγκαράδικα, λιοτρίβια, μπακάλικα, ακόμη και το τελευταίο ξύλινο σαχνισί (προεξοχή κτιρίου στηριγμένη σε ξύλινα δοκάρια) στη Χώρα. Οι φωτογραφίες της καταγράφουν το τέλος μιας ολόκληρης εποχής, πριν από τα κύματα των τουριστικών, την «ανάπτυξη», τις επιδοτήσεις, τα ευρωπαϊκά προγράμματα – και τις κοσμογονικές αλλαγές που επέφεραν.

Στο τέλος του καλοκαιριού του 1980, η Μαρίνα Καραγάτση αποχαιρέτησε την Ανδρο και επέστρεψε στην Αθήνα. Αυτό το «πείραμα ζωής» είχε κάνει τον κύκλο του. Ο Δημήτρης Τάρλοου γράφτηκε στην Γ΄ Γυμνασίου της Σχολής Μωραΐτη. Στην Ανδρο εκείνη εξακολουθεί να πηγαίνει, μόνο τα καλοκαίρια όμως. «Και σπάνια βγαίνω πια από το σπίτι. Μόνο στη θάλασσα πηγαίνω. Να δω τι; Το Μπατσί, όπου το 1956 πέρασα ένα υπέροχο καλοκαίρι μαζί με τη μητέρα μου, τον Ανδρέα Εμπειρίκο, τη γυναίκα του και τον Ελύτη, δεν υπάρχει πια. Τότε είχε μόνο μια σειρά σπιτάκια και μια έρημη ακρογιαλιά. Στο ξενοδοχείο Κρίνος, όπου έμενε ο Εμπειρίκος, τρώγαμε σπιτικό φαγητό. Σήμερα, όποτε περνώ από εκεί, βλέπω μια μεγάλη, άναρχη, άσχημη πόλη…».

 info: «Διαδρομές στην Ανδρο του ’70», εκδόσεις Αγρα, 192 σελίδες, τιμή: 28 €.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή