Ολοι θέλουν να παίξουν τον Αμλετ

Ολοι θέλουν να παίξουν τον Αμλετ

2' 27" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αν και είναι εξοικειωμένοι με τους προβολείς και τη δημοσιότητα τόσο ο Παύλος Χαϊκάλης όσο και ο Λάκης Λαζόπουλος θα πρέπει να αισθάνονται πολύ εκτεθειμένοι τον τελευταίο καιρό. Είναι όμως απορίας άξιο: τόσο έμπειροι ηθοποιοί και οι δυο, με περγαμηνές στην κωμωδία, δεν γνώριζαν τη ματαιότητα και το εφήμερο της ανθρώπινης ύπαρξης; Ο «Ταρτούφος» του Μολιέρου, για παράδειγμα, είναι ένα έργο με το οποίο έχει ασχοληθεί ο κ. Χαϊκάλης. Δεν διδάχτηκε από τον κεντρικό ήρωα, έναν άνθρωπο που παριστάνει τον βαθιά θρησκευόμενο, αποδεικνύεται εκμεταλλευτής και υποκριτής και στο τέλος ταπεινώνεται και τιμωρείται; Ο κ. Λαζόπουλος, πάλι, στους μοναδικούς «Δέκα μικρούς Μήτσους» δεν σκιαγράφησε με τον καλύτερο τρόπο την ελληνική κοινωνία των αρχών του 1990, μέσα από χαρακτήρες που ήταν αποτέλεσμα συγγραφικής και υποκριτικής οξυδέρκειας; Μάλιστα ως Μήτσος-Γέρος είχε μια γυναίκα-Γριά, τσαχπίνα και άπιστη, ρόλο που ανέδειξε ο Παύλος Χαϊκάλης.

Μόλις απομακρύνθηκαν και οι δυο από το αντικείμενο που χειρίζονταν δεξιοτεχνικά και ενεπλάκησαν με θεωρίες συνωμοσίας και ψεκασμού αρχίζουν οι διάλογοι να αποκτούν μια ανυπεράσπιστη θεατρικότητα. Παράδειγμα: «Μα, γι’ αυτό σας λέω. Δεν τα έχω πάρει… του δάνεισα ένα πεντοχίλιαρο. Τα δύο, λοιπόν, έρχεται κάποια στιγμή και μου λέει. Πάρε δύο χιλιάρικα. Και του λέω. Αυτά τα δύο τι είναι; Του γράφω σε μήνυμα sms: “Το έχουμε ξεφτιλίσει. Εγώ σε έβλεπα σαν φίλο. Με έχεις αντιμετωπίσει σαν μαλ… Γιατί μου έχεις κάνει αυτή την κοροϊδία”. Και μου λέει: “Αυτό πρέπει να το λύσουμε σαν άνθρωποι”. Ερχεται, λοιπόν, και μου λέει “πάρε δύο χιλιάρικα”. Μου λέει “δύο χιλιάρικα”. Του λέω “τι είναι αυτά τα δύο χιλιάρικα; Τα παίρνω”, του λέω “σαν το χρέος”. “Οχι”, μου λέει, “αυτά είναι για να έχεις καλές σχέσεις με τον πρόεδρο”. (…) “Τα παίρνω σαν χρέος” του λέω “και τον άλλο μήνα” μου λέει “θα επανέλθουμε, θα φέρω να σου δώσω… πάρε τα δύο χιλιάρικα”. Τα παίρνω και του λέω… άντε… αυτό και μου τα βάζει…».

Εδώ, ο σεναριογράφος είναι μάλλον απών, γι’ αυτό και ο ηθοποιός αυτοσχεδιάζει. Νομίζει ότι όλος ο κόσμος είναι μια σκηνή· αλλά δεν είναι. Χρησιμοποιούμε την έκφραση συχνά, ως σχήμα λόγου, όταν θέλουμε να υποτιμήσουμε το θέατρο και να αναδείξουμε την πραγματικότητα σε πρωταγωνιστή.

Στην Ελλάδα, κάπως περισσότερο από άλλες χώρες, ελάχιστοι είναι ευχαριστημένοι από τη δουλειά που επιλέγουν να κάνουν. Ακόμη και στην περίπτωση που το αποτέλεσμα είναι απολύτως ικανοποιητικό και εξελίξιμο, ο ηθοποιός ορέγεται την ισχύ του πολιτικού, ο πολιτικός ζηλεύει τη δημοφιλία του entertainer, κ.ο.κ. Ειδικά οι χώροι του θεάματος και της επικοινωνίας είναι σε διαρκή αλληλοτροφοδοσία και επικοινωνία.

Η χαλαρή αυτή «κυκλοφορία» ενισχύθηκε από την τηλεόραση και την ψευδεπίγραφη σχέση της με την πραγματικότητα, από τα ίδια τα κόμματα που μάχονταν (και μάχονται) να συμπεριλάβουν στους συνδυασμούς τους πρόσωπα αναγνωρίσιμα και δημοφιλή. Δεν είναι η σύνθεση σκέψης, λόγου, αντιληπτικότητας, γνώσεων, διαφαινόμενων δυνατοτήτων, ενός κριτηρίου, εν πάση περιπτώσει, που δεν έχει καμία σχέση με τα προσόντα, τη δυναμική και τη λάμψη ενός καλλιτέχνη. Οταν «every clown wants to play Hamlet» τίποτα δεν λειτουργεί σωστά· ούτε το θέαμα ούτε η πολιτική.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή