Προβληματίζουν οι αλλαγές στα εργασιακά

Προβληματίζουν οι αλλαγές στα εργασιακά

3' 13" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ανησυχία σε μέρος της εργοδοσίας και προσμονή στις τάξεις της εργασίας έχει δημιουργήσει η ανάληψη της εξουσίας από τον ΣΥΡΙΖΑ. Σύμφωνα με το πρόγραμμά του, η νέα κυβέρνηση θα επιδιώξει την επαναφορά του κατώτατου μισθού από τα 586 ευρώ στα 751 ευρώ (το επίπεδο του 2009). Tο πρόγραμμα δεσμεύεται επίσης για την «αποκατάσταση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας και την επαναφορά των τριετιών, της επεκτασιμότητας, της μετενέργειας και της διαιτησίας». Ο νέος υπουργός Εργασίας Πάνος Σκουρλέτης επιβεβαίωσε τις προθέσεις της νέας κυβέρνησης στα ζητήματα αυτά κατά την τελετή παράδοσης-παραλαβής την Τετάρτη.

Οι δεσμεύσεις αυτές «θεωρούμε ότι είναι άμεσης προτεραιότητας και χρήζουν άμεσης υλοποίησης», λέει στην «Κ» ο Δημήτρης Καραγεωργόπουλος, γραμματέας Τύπου της ΓΣΕΕ. «Ζητούμε την κατάργηση όλων των νόμων του Μνημονίου, που μας γύρισαν δεκαετίες πίσω στις εργασιακές σχέσεις». Ο κ. Καραγεωργόπουλος υπογραμμίζει επίσης ότι η ΓΣΕΕ θα απαιτήσει την κατάργηση των πρόσφατων αλλαγών στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, που δίνουν αυξημένα προνόμια στις τράπεζες έναντι των εργαζομένων σε αναγκαστικές εκτελέσεις και πτωχεύσεις.

Ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ Γ. Καββαθάς, μιλώντας στην «Κ», επαναλαμβάνει την αντίθεση της συνομοσπονδίας στη διά νόμου μείωση του κατώτατου μισθού και την «κατάργηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων», ζητώντας να ισχύσει εκ νέου το προηγούμενο νομοθετικό πλαίσιο. Ωστόσο, όπως τονίζει, «οποιαδήποτε άλλη παρέμβαση της κυβέρνησης στην αγορά εργασίας (με καθορισμό π.χ. διά νόμου του ύψους του κατώτατου μισθού) θα αποτελέσει επανάληψη προηγούμενων μνημονιακών πρακτικών ωμής παρέμβασης στον θεσμό των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Αντ’ αυτού, η κυβέρνηση πρέπει να ενθαρρύνει τους κοινωνικούς εταίρους να προσέλθουν στις συλλογικές διαπραγματεύσεις για να αποκαταστήσουν την ασταθή και εύθραυστη ισορροπία στην αγορά εργασίας».

Κύκλοι του ΣΕΒ εκφράζουν την ίδια άποψη―ότι το επίπεδο του κατώτατου μισθού πρέπει να καθοριστεί από τους κοινωνικούς εταίρους, όχι το υπουργείο.

Ο καθηγητής Εργατικού Δικαίου Γιάννης Ληξουριώτης, σχολιάζοντας την αναμενόμενη κατάργηση των μέτρων απορρύθμισης των τελευταίων ετών, δηλώνει στην «Κ» ότι οι επιπτώσεις θα είναι «ιδιαιτέρως αρνητικές», καθώς «οι προσλήψεις θα καταστούν πολύ πιο δυσχερείς». Για τον κατώτατο μισθό, συγκεκριμένα, εξηγεί: «Υπάρχουν τρεις κατηγορίες εργοδοτών. Οι πολύ μικροί, που έχουν ένα-δύο άτομα προσωπικό, συχνά σε συνθήκες μαύρης εργασίας, δεν νοιάζονται για το ύψος του βασικού μισθού. Οι μεγάλοι, κατά κύριο λόγο, δεν έχουν μειώσει τις αποδοχές τόσο πολύ. Αυτοί που πραγματικά θα πληγούν είναι οι μικρομεσαίοι, που έχουν έως 50 εργαζομένους». Στις επιχειρήσεις με προσωπικό ώς 50 άτομα εργάζεται το 74,3% των ιδιωτικών υπαλλήλων στην Ελλάδα, έναντι μ.ο. 50,2% στην Ε.Ε. των «28».

Μεροληπτική διαιτησία

Ενα άλλο κρίσιμο μέτωπο είναι αυτό της διαιτησίας. Οπως εξηγεί στην «Κ» ο οικονομολόγος Χρήστος Ιωάννου, βοηθός Συνήγορος του Πολίτη για θέματα κοινωνικής προστασίας, βασικό πρόβλημα του θεσμικού πλαισίου που είχε δημιουργηθεί με τον ν. 1876/1990 ήταν ότι, παρότι προέβλεπε κεντρικό ρόλο για τα οικονομικά δεδομένα του κλάδου στη διαπραγμάτευση, «στην πράξη τα οικονομικά στοιχεία αγνοούνταν». Το αποτέλεσμα, σχεδόν πάντα, ήταν υπέρ των εργαζομένων.

Η τρόικα, όπως αναφέρει ο κ. Ιωάννου, πίεσε ώστε τα οικονομικά δεδομένα να αποτελούν υποχρεωτικά μέρος της μισθολογικής διαπραγμάτευσης. Ωστόσο η πράξη υπουργικού συμβουλίου 6/2012, που βασίστηκε στον νόμο 4046/2012 και που κατήργησε τη δυνατότητα μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία, κρίθηκε αντισυνταγματική από το ΣτΕ.

Η απάντηση της κυβέρνησης Ν.Δ.-ΠΑΣΟΚ ήλθε με τροπολογία στον ν. 4303, με την οποία εισήγαγε δεύτερο βαθμό κρίσης των διαιτητικών αποφάσεων, από πενταμελή επιτροπή στην οποία συμμετέχουν δύο διαιτητές του ΟΜΕΔ, ένας δικαστής του Αρείου Πάγου, ένας του ΣτΕ και ένας σύμβουλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους. «Το σύστημα γίνεται ξανά υπερβολικά νομικίστικο», σχολιάζει ο κ. Ιωάννου. «Οι δικαστές δεν γνωρίζουν οικονομικά. Το πρόβλημα της διαιτησίας δεν λύνεται με αυτή τη ρύθμιση».

Τέλος, ο οικονομολόγος, με πολυετή εμπειρία στα εργασιακά, μνημονεύει ως σημαντική εκκρεμότητα την κωδικοποίηση της εργασιακής νομοθεσίας, που θα αντικαταστήσει την ισχύουσα Βαβέλ διατάξεων και κανονισμών. «Είναι κάτι που ζητεί εδώ και καιρό η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας», σημειώνει ο κ. Ιωάννου. Ενδεχομένως δεν είναι τυχαίο που οι βασικοί ωφελούμενοι από τη δαιδαλώδη υφιστάμενη κατάσταση είναι οι εργατολόγοι, που καλούνται να βοηθήσουν τους εργαζομένους να καταλάβουν τη νομοθεσία – φυσικά με το αζημίωτο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή