Αναζητώντας συναινέσεις

3' 17" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η νέα κυβέρνηση έχει μπροστά της δύσβατο δρόμο που σχετίζεται με την οικονομία και το χρέος της χώρας. Είναι θετικό ότι αναζήτησε ήδη κάποια συναίνεση, όπως φάνηκε από την πρόθεσή της να προτείνει πρόσωπο από τον χώρο της Κεντροδεξιάς για Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Αλλωστε η συγκυβέρνηση με τους Ανεξάρτητους Ελληνες θέτει από μόνη της εμπόδια ως προς την υλοποίηση ακραιφνών αριστερών απόψεων. Δύο τέτοιοι τομείς θα μπορούσαν να είναι η ιθαγένεια και η κατάτμηση των μεγάλων εκλογικών περιφερειών.

• Ιθαγένεια: Το 2010 ψηφίσθηκε ο νόμος 3838 που απέδιδε αυτόματα την ελληνική ιθαγένεια σε παιδιά που είτε είχαν φοιτήσει σε κάποιες τάξεις στην Ελλάδα είτε είχαν γεννηθεί εδώ από γονείς που διέμεναν νομίμως. Οι συγκεκριμένες διατάξεις κρίθηκαν αντισυνταγματικές από το ΣτΕ. Η παρελθούσα κυβέρνηση κατάρτισε σχέδιο νόμου που έλαβε υπ’ όψιν το σκεπτικό της δικαστικής αποφάσεως. Το τελικό κείμενο ήταν αποτέλεσμα συμβιβασμού των αντίθετων απόψεων των τότε δύο συγκυβερνώντων κομμάτων (που είναι περίπου ανάλογες με τις απόψεις των σημερινών δύο κυβερνητικών εταίρων).

Το κρίσιμο σημείο ήταν η θέσπιση προϋποθέσεων που διασφαλίζουν την ύπαρξη γνήσιου δεσμού του πολιτογραφούμενου με την Ελλάδα. Η εκπαίδευση επελέγη ως το βασικό κριτήριο για την απόδοση ιθαγένειας, διότι διασφαλίζει, με πολύ μεγάλο βαθμό βεβαιότητας, την ενσωμάτωση στην ελληνική κοινωνία.

Λόγω της πρόωρης διεξαγωγής των ψηφοφοριών για την εκλογή Προέδρου του Δημοκρατίας, το σχέδιο νόμου δεν πρόλαβε να κατατεθεί στη Bουλή παρότι υπεγράφη από τους αρμόδιους υπουργούς.

Είναι γεγονός ότι το ζήτημα της αποδόσεως ιθαγένειας σε αλλοδαπούς είναι φορτισμένο ιδεολογικά και από τις δύο πλευρές του πολιτικού φάσματος. Το ίδιο θα μπορούσε να ειπωθεί και για το μεταναστευτικό. Εδώ έχουμε, όμως, το θετικό προηγούμενο του Κώδικα για τη Μετανάστευση και την Κοινωνική Ενταξη (νόμος 4251/2014). Παρά τις φραστικές αψιμαχίες κατά τη συζήτηση στη Βουλή, η συντριπτική πλειονότητα των άρθρων του υπερψηφίσθηκε από περισσότερους από 230 βουλευτές, θέτοντας τις βάσεις για ύπαρξη εθνικής στρατηγικής. Κατ’ αναλογίαν, εάν η σημερινή κυβέρνηση καταθέσει ως έχει το σχέδιο νόμου, θα τύχει της υποστηρίξεως τουλάχιστον 251 βουλευτών της νέας Bουλής (οι162 κυβερνητικοί βουλευτές συν τους βουλευτές της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ).

• Οι μεγάλες εκλογικές περιφέρειες: Η Ελλάδα διαιρείται σε 56 εκλογικές περιφέρειες. Στις 9 μόνον από αυτές κατοικούν 4.500.000 εκλογείς (το 45% του εκλογικού σώματος) και τους αναλογούν 130 έδρες (το 43% των εδρών της Βουλής). Σε αυτές περιλαμβάνεται η τεράστια Β΄ Αθηνών με 1.500.000 ψηφοφόρους και 44 έδρες. Στις μεγάλες εκλογικές περιφέρειες χάνεται η επαφή του ψηφοφόρου με τον υποψήφιο. Κατά κανόνα εκλέγονται πρόσωπα που έχουν γίνει γνωστά από την τηλεόραση. Εν αντιθέσει δε προς τις υπόλοιπες εκλογικές περιφέρειες, όπου διαπιστώνεται συχνή ανανέωση των βουλευτών, στις μεγάλες περιφέρειες εκλέγονται επί χρόνια τα ίδια πρόσωπα.

Το πρόβλημα είναι γνωστό όπως γνωστή είναι και η λύση του: η κατάτμηση των μεγάλων εκλογικών περιφερειών. Αντιδράσεις, όμως, υπάρχουν ως προς τον τρόπο που θα γίνει η κατάτμηση. Αναλόγως του σχεδιασμού των νέων εκλογικών περιφερειών, μπορούν να δημιουργηθούν περιοχές-κάστρα για το ένα ή το άλλο κόμμα. Η κατάτμηση των μεγάλων εκλογικών περιφερειών μπορεί να γίνει βάσει των ορίων των υφιστάμενων δήμων. Ενδεικτικά, σε μια τέτοια περίπτωση, οι δύο μεγαλύτερες εκλογικές περιφέρειες θα είναι το Περιστέρι και η Καλλιθέα, που θα έχουν αντιστοίχως 132.000 και 100.000 ψηφοφόρους και θα εκλέγουν 4 και 3 βουλευτές. Στις περιπτώσεις ενός μεγάλου δήμου (Αθηναίων, Θεσσαλονίκης, Πειραιώς), μπορούν να ακολουθηθούν τα όρια των δημοτικών κοινοτήτων με στόχο η κάθε νέα εκλογική περιφέρεια να εκλέγει έως 4 βουλευτές. Εάν η νέα κυβέρνηση θέσει αυτά τα απλά και σαφή κριτήρια και δεν προχωρήσει σε «κοπτορραπτική» περιφερειών, θα υπάρξει και εκεί συναίνεση.

Ο νέος πρωθυπουργός θα πρέπει να αντιληφθεί ότι μεγάλο τμήμα της κοινωνίας αντιμετωπίζει με ανησυχία και φόβο την άνοδο ενός νεο-κομμουνιστικού κόμματος στην εξουσία. Ο ίδιος και η ομάδα του δεν μπορούν να παλεύουν για το μείζον στο εξωτερικό, έχοντας πίσω τους μια κοινωνία καχύποπτη και διαιρεμένη. Αντιθέτως, οι συναινέσεις στο εσωτερικό δίνουν μεγαλύτερη διαπραγματευτική ισχύ στην κυβέρνηση. Μακάρι να διατηρήσει και να διευρύνει αυτές τις συναινέσεις.

* Ο κ. Συρίγος είναι δικηγόρος, επίκουρος καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Εξωτερικής Πολιτικής στο Πάντειο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή