Το τίμημα της αυταρέσκειας

4' 41" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οι περισσότερες αναλύσεις για το πού βρισκόμαστε, τι κερδίσαμε, τι χάσαμε και πού οδεύουμε, επικεντρώθηκαν στην κυβίστηση και την αντιπαραβολή των σχεδίων Χαρδούβελη και Βαρουφάκη. Τo συμπέρασμα είναι προφανές: χάσαμε. Οι παραχωρήσεις περιορίστηκαν σε φραστικές αλλαγές και γενικόλογες διατυπώσεις για το ακριβές ποσοστό πλεονάσματος που πρέπει να πετύχουμε. Η αναφορά στην αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης συνοδεύτηκε από τη δέσμευση για αποφυγή δημοσιονομικού βάρους. Ο έλεγχος θα παραμείνει ασφυκτικός, και τα μέτρα θα πρέπει σύντομα να εξειδικευτούν. Οσο για τα 11 δισ. του ΕΤΧΣ, φαίνεται ότι χάνουμε τη δυνατότητα να τα χρησιμοποιήσουμε. Η τετράμηνη παράταση όμως δεν ήταν το σημαντικότερο αποτέλεσμα. Τέσσερις πτυχές σηματοδοτούν το πού βρισκόμαστε: η πορεία της οικονομίας, οι πολιτικές εξελίξεις, οι διαρθρωτικές αλλαγές και οι προοπτικές της αναδιαπραγμάτευσης του χρέους.

Στην πραγματική οικονομία, η αβεβαιότητα χτύπησε το τραπεζικό σύστημα, δημιουργώντας σοβαρή έλλειψη ρευστότητας, εκτροχίασε τα δημόσια έσοδα και συρρίκνωσε την παραγωγή, την κατανάλωση και τις επενδύσεις. Καθώς όλοι περιμένουν τη μεσοπρόθεσμη συμφωνία, οι οικονομικοί κίνδυνοι και το διπλό ρίσκο ρευστότητας για το Δημόσιο και τον τραπεζικό τομέα παραμένουν.

Από πλευράς πολιτικής, το μεγαλύτερο θετικό αποτέλεσμα των εκλογών και της προσαρμογής του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι η ενηλικίωσή μας έχει αρχίσει να συντελείται βίαια: η ελπίδα της εύκολης λύσης αποδεικνύεται φρούδα. Αυτό δημιουργεί τη μοναδική αλλά ουσιαστική αισιόδοξη προοπτική: Η ανούσια αντιπαράθεση μεταξύ «μνημονιακών» και «αντιμνημονιακών» μπορεί πλέον να ξεπεραστεί, και αυτό θα μπορούσε να επηρεάσει τόσο τη μορφή όσο και τη λειτουργία των πολιτικών σχηματισμών, θέτοντας νέες βάσεις για την αναδόμηση της οικονομίας και της κοινωνίας.

Οσον αφορά τις διαρθρωτικές αλλαγές, ο ΣΥΡΙΖΑ εντυπωσίασε με λογικές εξαγγελίες που συνιστούν αναδίπλωση από τις προεκλογικές θέσεις. Στην πράξη, όμως, οι επιλογές μέχρι τώρα ακολουθούν την πεπατημένη: αποτυχημένοι πολιτευτές τοποθετήθηκαν ως γενικοί γραμματείς, και οι εξαγγελίες αλλαγών προχωρούν χωρίς μελέτη, τεκμηρίωση και σοβαρότητα. Ειδικά στην παιδεία, ο αυτάρεσκος κ. Μπαλτάς αποφασίζει και διατάσσει στη βάση των ιδεοληψιών και βιοθεωριών του. Εξαίρεση ίσως αποτελέσει ο χώρος της Δικαιοσύνης και της διαφθοράς, όπου όμως η πραγματικότητα είναι αδυσώπητη. Θα μπορέσει η κυβέρνηση να αξιοποιήσει στελέχη όπως ο κ. Ρακιντζής;

Τέλος, σημαντικότερη, δυσμενέστατη παρακαταθήκη της αναδιαπραγμάτευσης είναι η επιδείνωση της σχέσης μας με τους εταίρους. Οι υφολογικές, ενδυματολογικές και επικοινωνιακές επιλογές ενθουσίασαν μεν τους Ελληνες και τα δικά μας ΜΜΕ, αλλά εν τέλει εξόργισαν τους εταίρους μας. Δεν μπορέσαμε να κεφαλαιοποιήσουμε το θετικό κλίμα που δημιουργήθηκε την εβδομάδα αμέσως μετά τις εκλογές. Η επικέντρωση της ελληνικής αποστολής στην ευγλωττία και την ευστροφία του κ. Βαρουφάκη, και στην εγωκεντρική εξήγηση των θέσεών μας (αντί για την κατανόηση των περιορισμών και των προθέσεων των δανειστών μας) δημιούργησε ένα ρήγμα που θα βρούμε μπροστά μας τόσο στη συνεχή τριβή με τους «θεσμούς» όσο και στην προσπάθεια εύρεσης βιώσιμης μεσοπρόθεσμης λύσης.

Το μεγαλύτερο ρίσκο είναι ότι φαίνεται πως η μεσοπρόθεσμη λύση απομακρύνεται καθώς η διάθεση των πιστωτών μας να αλλάξουν τους όρους του ελληνικού χρέους μειώνεται ταχέως. Πρόσφατα ακούστηκε πως η συμφωνία για την αναδιάρθρωση των πληρωμών της Ελλάδας του 2012 δεν ισχύει πια. Η φήμη αυτή είναι ενδεικτική των διαθέσεων ως προς το κομβικό ζήτημα για τη μεσοπρόθεσμη οικονομική μας επιβίωση – την αναδιάρθρωση των πληρωμών του χρέους μας. Αντίστοιχη ανελαστικότητα φαίνεται να υπάρχει για οποιονδήποτε ελληνικό εκτροχιασμό.

Πώς φτάσαμε εκεί; Πώς καταφέραμε να χειροτερεύσουμε τη θέση μας, ώστε το ρίσκο ενός ατυχήματος εντός του τετραμήνου να φαντάζει πιθανό και η αναδιάρθρωση δυσχερής; Η απάντηση είναι ότι οι Ελληνες πολιτικοί ήταν και μένουν επικίνδυνα αυτάρεσκοι. Αντί να μελετούν τα κίνητρα των εταίρων μας και να αντιλαμβάνονται πώς θα μπορέσουν να συνεργαστούν μαζί τους, εστιάζουν σε εντυπωσιασμό και επικίνδυνες τακτικές όπως η διαρροή εγγράφων.

Η αυταρέσκεια που χαρακτηρίζει τους νέους πολιτικούς αστέρες ευθύνεται επίσης για τη μεγαλύτερη τακτική αστοχία στις διαπραγματεύσεις. Παραδόξως, οι Γερμανοί δεν είναι οι μεγάλοι εχθροί μας. Σαφώς εχθρικότεροι είναι οι Ισπανοί και οι Πορτογάλοι λόγω των προβλημάτων που αντιμετώπισαν και ξεπέρασαν με θυσίες. Φτωχότερες χώρες όπως η Σλοβακία και οικονομικά συντηρητικές χώρες με αυξανόμενα εθνικιστικά και αντιευρωπαϊκά κόμματα όπως η Φινλανδία και η Ολλανδία, επίσης, αποτελούν σημαντικό εμπόδιο. Η Γερμανία, όπως και η Γαλλία, έχουν επενδύσει πολλαπλά στην Ε.Ε., και ως εκ τούτου έχουν συμφέρον να την προστατεύσουν.

Δυστυχώς, αντί να αντιληφθούμε πού πρέπει να επιζητήσουμε στήριγμα, συνεχίζουμε τη ρητορική για εσωτερική κατανάλωση. Οι συνεχιζόμενες αναφορές στο ναζιστικό παρελθόν και η επιτακτική απαίτηση των αποζημιώσεων, αλλά και ο τόνος των δηλώσεων Βαρουφάκη, ακόμη και αυτήν την εβδομάδα, δημιουργούν εκρηκτικές συνθήκες όχι μόνο στους συνομιλητές μας, αλλά και στην ευρωπαϊκή κοινή γνώμη και τα ΜΜΕ.

Η αυταρέσκεια δεν είναι βέβαια αποκλειστικότητα της κυβέρνησης. Η ηγεσία της Ν.Δ. φαίνεται επίσης απορροφημένη στον εαυτό της. Ο κ. Γεωργιάδης καμαρώνει με τα tweets, σαν παιδί που φωνάζει «σας τα ’πα, δεν σας τα ’λεγα;». Ο κ. Σαμαράς δηλώνει ότι δικαιώνεται από την κρίση αντί να επικεντρωθεί στη βοήθεια χαμηλών τόνων στην παραπαίουσα κυβέρνηση. Αντί να καταλάβει ότι έχει προξενήσει ζημιά στον τόπο από το καλοκαίρι του 2014 με την παλαιοκομματική συμπεριφορά του, την πρόκληση εκλογών πριν να κλείσει η συμφωνία και την πόλωση που δημιούργησε, συνεχίζει αμέριμνος να προΐσταται του κόμματός του.

Καθώς τα προβλήματά μας σωρεύονται, καθώς η αβεβαιότητα για μια μεσοπρόθεσμη λύση παραμένει, καθώς η Τουρκία, αντιλαμβανόμενη την κρίση, μας προκαλεί στο γεωπολιτικό επίπεδο, ο ναρκισσισμός, η αυταρέσκεια και η ρητορεία εσωτερικής κατανάλωσης μπορεί να αποβούν μοιραία. Στις επόμενες εβδομάδες θα εμπεδωθεί η αντίληψη ότι μαγικοί δρόμοι έξω από την κρίση δεν υπάρχουν, ότι η εναλλαγή ομοειδών κομμάτων, νέων ή παλιών, δεν λύνει το πρόβλημα, και ότι θα χρειαστεί μια γενναία μεταρρυθμιστική κυβέρνηση, πιθανότητα εθνικής σωτηρίας, για να αντιμετωπίσει τα ζητήματα αυτά. Αυτό θα απαιτήσει ρεαλισμό, και έμφαση στη λύση – όχι στον καθρέφτη.

* Ο κ. Μιχ. Γ. Ιακωβίδης κατέχει την Εδρα Επιχειρηματικότητας και Καινοτομίας Sir Donald Gordon στο London Business School.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή