Πολυκατοικία αγάπη μου

9' 54" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Επί δεκαετίες φορτώναμε στην πολυκατοικία όλα τα στραβά και ανάποδα της αστικής ζωής μας: την πυκνοκατοίκηση, την ακαλαίσθητη τσιμεντοποίηση, την περιβαλλοντική υποβάθμιση, τη συρρίκνωση του δημόσιου χώρου, την ασυνεννοησία με τους γείτονες για τα κοινόχρηστα, την αναπόφευκτη όχληση από θορύβους που προέρχονται από την άλλη πλευρά ενός τοίχου, έως και την αποξένωσή μας. Ομως τα τελευταία χρόνια κάτι έχει αλλάξει. Από τη μία, η πολυκατοικία μετατρέπεται σε «hot» ακαδημαϊκό θέμα, με πρόσφατο παράδειγμα μια συζήτηση που πραγματοποιήθηκε τέλη Ιανουαρίου στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, και από την άλλη, πολλοί πολίτες πλέον, ειδικά από την κρίση και έπειτα, σε μια προσπάθειά τους να καταλάβουν την πόλη και άρα τους ίδιους τους εαυτούς τους, αρχίζουν να την αγκαλιάζουν και να την αποδέχονται. «Οσο περνάει ο χρόνος, κάποια πράγματα τα αγαπάμε αναγκαστικά. Η πολυκατοικία είναι στοιχείο της ταυτότητάς μας – για καλό και για κακό», σχολιάζει ο Πάνος Δραγώνας, που συνεπιμελήθηκε τη συζήτηση στη Στέγη.

Είναι τελικά άσχημη η πολυκατοικία της αντιπαροχής; «Δεν είναι θέμα ομορφιάς. Κάνουμε το λάθος να συγκρίνουμε την Αθήνα με άλλες ευρωπαϊκές πόλεις. Η πολυκατοικία παρήγαγε κάτι νέο, ασχέτως αισθητικής», τονίζει η Ιωάννα Θεοχαροπούλου, επίκουρη καθηγήτρια στο Parsons the New School for Design της Νέας Υόρκης. «Οταν αρχές του 2000 ξεκίνησα το διδακτορικό μου για την Αθήνα, διαπίστωσα ότι είχα κουραστεί να ακούω όλα αυτά τα αρνητικά στερεότυπα που συνδέονταν με αυτήν. Η Αθήνα αναπτύχθηκε με τρόπο αποσπασματικό, ιδιαίτερο, και ως εκ τούτου δεν της λείπει το ενδιαφέρον. Παρότι δεν είναι τέλεια, υπάρχουν σε αυτήν ενδιαφέροντα στοιχεία, και ένα από αυτά είναι η πολυκατοικία. Δεν είναι ο στόχος μου να την ωραιοποίησω, αλλά υπάρχει μια αξία στην κατανόηση του παρελθόντος, της ιστορίας και της κοινωνίας που τη δημιούργησε. Γιατί δεν προσπαθούμε να την καταλάβουμε με τους δικούς της όρους;»

Η πολυκατοικία γεννιέται το 1929, οπότε καθιερώνεται ο νόμος περί οριζοντίου ιδιοκτησίας, ο οποίος ουσιαστικά συστήνει την ιδέα της αντιπαροχής, δηλαδή μιας συναλλαγής με φορολογικά προνόμια μεταξύ οικοπεδούχου και εργολάβου (ο πρώτος δίνει τη γη του, με αντάλλαγμα κάποια διαμερίσματα στο οικοδόμημα που θα χτίσει ο δεύτερος). Οι κατασκευαστές και οι αρχιτέκτονες των πρώτων πολυώροφων κτιρίων ανήκουν στην αστική τάξη. Μορφωμένοι και κοσμοπολίτες, ενδιαφέρονται για το καλύτερο δυνατό αρχιτεκτονικό αποτέλεσμα. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτής της περιόδου, δηλαδή της αρχιτεκτονικής του μοντέρνου κινήματος, είναι η μπλε πολυκατοικία του Κυριακούλη Παναγιωτάκου στα Εξάρχεια ή εκείνη της οδού Ζαΐμη των Βαλέντη-Μιχαηλίδη (1933).

Η μεγάλη ανοικοδόμηση

Μετά τον Εμφύλιο, ο κόσμος εγκαταλείπει την επαρχία και η ζήτηση για στέγαση στην πρωτεύουσα αυξάνεται ραγδαία. Η Αθήνα αναπτύσσεται απότομα και ταχύτατα, χωρίς όμως πολεοδομικό σχεδιασμό. Στη δεκαετίες του ’50 και του ’60 σημειώνεται η έκρηξη του φαινομένου της πολυκατοικίας. «Η αντιπαροχή ήταν μία από τις βασικότερες έννοιες της εποχής. Σήμερα ακούγεται σαν όρος λογιστικός», λέει χαμογελώντας ο Πάνος Δραγώνας. «Επειδή στην Ελλάδα δεν υπάρχει πρόγραμμα εργατικής κατοικίας, το σύστημα της αντιπαροχής είναι ένα κατάλληλο εργαλείο για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της έλλειψης κατοικίας. Το κράτος ουσιαστικά αφήνει τη δυνατότητα στους πολίτες να χτίσουν μόνοι τους τα σπίτια. Χάνει σε χρήματα, αλλά έχει λύσει το πρόβλημα παραγωγής στέγης. Το καθεστώς της αντιπαροχής επίσης δίνει ώθηση στην οικονομία. Μην ξεχνάμε ότι η οικοδόμηση είναι από τους βασικούς πυλώνες της οικονομίας μέχρι και πριν από το ξέσπασμα της κρίσης», συνεχίζει ο κ. Δραγώνας.

Η κωμωδία «Τα ντερβισόπαιδα» του Στ. Τατασόπουλου περιγράφει όσα προαναφέρουμε με τον καλύτερο τρόπο. Στην αρχή της ταινίας ακούμε τον αφηγητή που λέει: «Η Αθήνα αλλάζει όψη. Τα παλιά γραφικά αθηναϊκά σπίτια γκρεμίζονται και στη θέση τους υψώνονται τεράστιες μοντέρνες πολυκατοικίες. Σκαπάνες, γερανοί, μηχανήματα, άνθρωποι, εργάζονται για την ανοικοδόμηση. Μια καινούργια πόλις δημιουργείται». Αμέσως μετά βλέπουμε δύο φουκαριάρηδες, τον Τρύφωνα (Φρ. Μανέλλης) και τον Πολύδωρα (Θ. Βέγγος), να πιάνουν δουλειά σε μια οικοδομή. Ο κουρέας της γειτονιάς (Κ. Χατζηχρήστος) τους ρωτάει αν έχουν ξαναχτίσει. Εκείνοι απαντούν: «Αν έχουμε ξαναχτίσει; Η δουλειά μας. Αλλά πρώτη φορά θα χτίσουμε σήμερα». Ο Χατζηχρήστος, κουνώντας αποδοκιμαστικά το κεφάλι του, σχολιάζει: «Κατάλαβα. Αρχίζει η κατεδάφιση της Αθήνας…».

Η σκηνή αυτή αποκαλύπτει κι ένα άλλο ενδιαφέρον στοιχείο για την πολυκατοικία: το γεγονός ότι είναι ολίγον… χειροποίητη. Οικοδόμος μπορούσε να ήταν ο οποιοσδήποτε, μέχρι και η νοικοκυρά. Η κ. Θεοχαροπούλου μάς αποκάλυψε φωτογραφίες-ντοκουμέντα που αποτυπώνουν γυναίκες να σοβατίζουν τοίχους. «Η πολυκατοικία είναι η διάχυση της κουλτούρας του μητροπολιτικού bricolage», επισημαίνει ο Γιώργος Τζιρτζιλάκης, αναπληρωτής καθηγητής στο τμήμα Αρχιτεκτονικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. «Οι πολυκατοικίες είναι όπως τις οικειοποιήθηκαν οι κάτοικοί τους. Το bricolage δεν είναι προϊόν ενός ανθρώπου, αλλά συλλογικοτήτων».

«Η Αθήνα χτίζεται από “κάτω” προς τα “πάνω”. Δεν υπάρχει κεντρικός προγραμματισμός», υπογραμμίζει ο κ. Δραγώνας. «Στο εξωτερικό οι πόλεις σχεδιάζονται από πολεοδόμους. Συνήθως υπάρχει η ζώνη της κατοικίας, η ζώνη του εμπορίου και της εργασίας. Σε εμάς αυτό δεν συνέβη ποτέ. Οι διαφορετικές χρήσεις όμως βρήκαν τη θέση τους μόνες τους».

Στο εσωτερικό της πολυκατοικίας στεγάζονται, εκτός από διαμερίσματα, ιατρεία, φροντιστήρια, γραφεία, ενώ στο ισόγειο φιλοξενούνται από ψιλικατζίδικα και φαρμακεία μέχρι βίντεο κλαμπ, επιδιορθώσεις ενδυμάτων, γκαλερί και σινεμά! Ο Richard Woditsch, Γερμανός αρχιτέκτονας και καθηγητής Θεωρίας Αρχιτεκτονικής στο Πανεπιστήμιο Εφαρμοσμένων Επιστημών Georg Simon Ohm της Νυρεμβέργης, βρίσκει την αθηναϊκή πολυκατοικία πολύ γοητευτική. «Είναι μια μοντέρνα τυπολογία, που προσφέρει ένα είδος μεικτής χρήσης: κατοικίες και χώροι δουλειάς στο ίδιο μέρος. Χάρη σ’ αυτήν, το  “μέσα” με το “έξω” συνδιαλέγονται».

«Η μείξη των χρήσεων και η ώσμωση του δημόσιου και του ιδιωτικού χώρου ανέκαθεν απασχολούσαν τους αρχιτέκτονες και πολεοδόμους. Στην Ελλάδα αυτό συνέβη από μόνο του!» σχολιάζει ο κ. Δραγώνας. «Αυτό είναι από τα θετικά της πολυκατοικίας, ότι βγάζει μια ζωντάνια στο δρόμο».

«Είναι σημαντικό να καταλάβουμε πως δεν είναι άσχημη η πολυκατοικία σαν “εφεύρεση”, σαν “τύπος κτιρίου”, αλλά η συνήθης υλοποίησή της. Για παράδειγμα, οι πολυκατοικίες στο Κολωνάκι είναι πολύ όμορφες και ο καθένας θα ήθελε να μένει σε μία από αυτές. Το πρόβλημα είναι πως οι περισσότερες έχουν χτιστεί με σκοπό το μέγιστο κέρδος, χωρίς καμία μέριμνα για την ποιότητα των χώρων», λένε ο Κωνσταντίνος Πανταζής και η Μαριάννα Ρέντζου από το αρχιτεκτονικό γραφείο Point Supreme. Στα πρότζεκτ τους -που περιλαμβάνουν από ακαδημαϊκές μελέτες μέχρι αφίσες και τουριστικά σουβενίρ- περίοπτη θέση κατέχει η πολυκατοικία. Αποκαλύπτουν τις κρυμμένες και αναξιοποίητες δυνατότητες της ελληνικής αυτής «πατέντας», μετατρέποντάς τη σε ποπ icon. «Ολη η πόλη στην ουσία συμβαίνει μέσα στις πολυκατοικίες!» λένε.

Η αλλαγή στην κοινωνική γεωγραφία

Ανάμεσα στο 1950 και το 1980 χτίστηκαν στην Αθήνα 35.000 πολυκατοικίες, σύμφωνα με τον Θωμά Μαλούτα, καθηγητή Κοινωνικής Γεωγραφίας στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο και συνεπιμελητή της συζήτησης στη Στέγη. (Μεταξύ 1951 και 1971 ο πληθυσμός του Δήμου Αθηναίων αυξήθηκε κατά 60%, δηλαδή από 550.000 κατοίκους που ήταν τη δεκαετία του ’50 έφτασαν δύο δεκαετίες αργότερα τους 900.000.) Με την οικοδομική φρενίτιδα η πόλη γέμισε τσιμέντο. «Η δικτατορία, για να αποκτήσει έρεισμα στην κοινωνία, αύξησε τους συντελεστές δόμησης κατά 20%, πράγμα που έδωσε περαιτέρω ώθηση στην οικοδόμηση», πληροφορεί ο ίδιος.

«Αν δεις την πολυκατοικία σαν έναν όγκο τσιμέντου, προφανώς θα τη μισήσεις. Αν όμως τη διαβάσεις με διαφορετικό τρόπο, θα την αγαπήσεις. Η επιτυχία της αντιπαροχής είναι ότι απάλυνε τις κοινωνικές ανισότητες». Τι εννοεί; «Πιο ψηλά έμεναν οι ευκατάστατοι, ενώ στους πιο χαμηλούς ορόφους ζούσαν οι λιγότερο ευνοημένες τάξεις». Μέσα από τους κοινόχρηστους χώρους, όπως την είσοδο, το ασανσέρ, το κλιμακοστάσιο, άνθρωποι από διαφορετικές κοινωνικές τάξεις συνυπάρχουν. Ο θυρωρός, δε, λειτουργεί ως διαμεσολαβητής ανάμεσα στο ετερόκλητο πλήθος. «Η πολυκατοικία είναι ένα εξαιρετικό παράδειγμα για το πώς το χτισμένο περιβάλλον μπορεί να επηρεάσει την κοινωνική γεωγραφία, με τρόπους που δεν μπορούσε κανείς να προβλέψει», καταλήγει ο κ. Μαλούτας στη συζήτηση της Στέγης.

Το τέλος ή μια νέα αρχή;

Η πολυκατοικία της αντιπαροχής έχει και ημερομηνία θανάτου: το 2011. Με το ξέσπασμα της κρίσης, επιβάλλεται στα ακίνητα υψηλή φορολογία, με αποτέλεσμα να καθιστά την οικοδόμηση ασύμφορη. Και ούτε υπάρχει ανάγκη για στέγαση, όπως άλλοτε. «Η πολυκατοικία είναι μια τυπολογία που εξάντλησε  τον ιστορικό της κύκλο. Τώρα μας ενδιαφέρει ποιο θα είναι το επόμενο μοντέλο μαζικής κατοίκησης ή, πιο σωστά, ποια θα είναι η εξέλιξη της πολυκατοικίας», λέει ο Γιώργος Τζιρτζιλάκης. Είναι προφανές ότι στο μέλλον θα υπάρξει απαίτηση για τη μεταμόρφωση των κτιρίων και την προσαρμογή τους στις νέες απαιτήσεις. «Αντί όμως να περιμένουμε κάποιο σεισμό που θα λύσει το πρόβλημα», λέει αστειευόμενος ο Woditsch, «πρέπει οι αρχιτέκτονες και οι πολεοδόμοι να μελετήσουν πώς θα προχωρήσουν στην εσωτερική και την εξωτερική αναβάθμιση και πώς θα μπορέσουν οικοδομικά και κοινωνικά να ανακυκλώσουν αυτό το κτιριακό απόθεμα», συμπληρώνει ο κ. Μαλούτας.

Ανδρέας Αγγελιδάκης – Καλλιτέχνης

«Χαρακτηρίζει την Αθήνα όσο και η Ακρόπολη»

Είναι δύσκολο να κρίνει κανείς τις πολυκατοικίες με αισθητικά κριτήρια, γιατί στο μεγαλύτερο ποσοστό τους η αισθητική ήταν το τελευταίο πράγμα στο μυαλό αυτών που τις έφτιαξαν αλλά και εκείνων που τις κατοίκησαν. Οι πρώτοι είχαν στο μυαλό τους το χρόνο και τα χρήματα. Οι πολυκατοικίες της Αθήνας χτίστηκαν κυρίως στις εποχές της εσωτερικής μετανάστευσης μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τη μεγάλη φτώχεια που ακολούθησε. Η λύση για τους πιο πολλούς Ελληνες ήταν “να πάνε στην Αθήνα”. Και η λύση στο πού θα μείνουν ήταν η πολυκατοικία, ένα κτίριο που δανείστηκε την ταχύτητα και την οικονομική κατασκευή που πρότεινε ο μοντερνισμός, χωρίς όμως να έχει την πολυτέλεια να δανειστεί και το επίπεδο διαβίωσης που υποσχόταν το αρχιτεκτονικό κίνημα. Παρ’ όλα αυτά, οι πιο πολλοί από εμάς μεγαλώσαμε σε αυτές τις πολυκατοικίες και έχουν γίνει πια τόσο χαρακτηριστικές για την Αθήνα, όσο και η Ακρόπολη. Αν σου αρέσει η Αθήνα, μάλλον σου αρέσει και η πολυκατοικία.

Πάνος Δραγώνας Αρχιτέκτων – Αν. καθηγητής Παν/μίου Πατρών

«Ο χώρος μας διαμορφώνει»

Υπάρχουν διαφορετικές περίοδοι στη σχέση του Αθηναίου και της πολυκατοικίας. Στη δεκαετία του ’50 η πολυκατοικία χαίρει ενθουσιώδους υποδοχής. Είναι το νέο και συνδέεται με τη μόδα και το καινούργιο λαϊφστάιλ. Στα ’70s και ’80s είναι ακόμα νωπή η μνήμη της υπαίθρου. Είναι η περίοδος που αρχίζουν να βγαίνουν τα προβλήματα στην επιφάνεια. Στα τέλη του ’90 υπάρχει νοσταλγία για την ίδια την πόλη. Ο χώρος όμως μας διαμορφώνει, γεννά ταυτότητα. Γι’ αυτό αντιμετωπίζουμε την πολυκατοικία άλλοτε νοσταλγικά και άλλοτε επικριτικά. Εμένα προσωπικά μου αρέσει η πολυκατοικία. 

Γιώργος Τζιρτζιλάκης – Αν. καθηγητής αρχιτεκτονικής του Παν/μίου Θεσσαλίας

«Οι ανθρώπινες σχέσεις υπερέχουν των αισθητικών δογμάτων»

Η πολυκατοικία είναι από τα πιο επιτυχημένα μοντέλα μαζικής στέγασης και έγινε χωρίς να το καταλάβουμε. Είναι υβρίδιο της ατομικής κατοικίας και του πώς τα άτομα λειτουργούν σε συλλογικότητες. Ο Κένεθ Φράμπτον, καθηγητής Αρχιτεκτονικής στο Columbia και γνώστης της αθηναϊκής αρχιτεκτονικής, το εξέφρασε σωστά: Η αθηναϊκή πολυκατοικία αναπαράγει το μοντέλο των νησιωτικών οικισμών, που μοιάζουν σαν μικρές κυψέλες, η μία πάνω στην άλλη, οι οποίες επικοινωνούν μεταξύ τους και βοηθούν στο να αναπτύσσονται οι ανθρώπινες σχέσεις. Το ότι είσαι δίπλα σε άλλους ανθρώπους είναι μορφή αλληλεπίδρασης, αλληλεγγύης. Οσον αφορά το θέμα της αισθητικής, η αρχιτεκτονική δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται σαν τέχνη. Προέχει η κατοικησιμότητα. Η σύγχρονη τέχνη μάς δίδαξε ότι οι τρόποι κατοίκησης έχουν ενδιαφέρον από μόνοι τους. Αξίζει λοιπόν να τους παρατηρούμε και να μαθαίνουμε από αυτούς. Οι ανθρώπινες σχέσεις υπερέχουν των αισθητικών δογμάτων. Οπως έλεγε ο Μαρσέλ Ντυσάν, «κάθε σπίτι γίνεται όμορφο όταν γίνεται μέρος της ζωής μας».

Αγγελος Φρέντζος – Σχεδιαστής μόδας

«Ποτέ δεν έπληξα μένοντας σε πολυκατοικίες»

Δεν θα μπορούσα να μείνω σε μονοκατοικία. Ολη μου τη ζωή την έχω περάσει σε πολυκατοικίες, στα Εξάρχεια, στη Ν. Σμύρνη, στην Αγ. Παρασκευή, στο Κολωνάκι. Βρίσκω πολύ πιο ενδιαφέρον το πολυσυλλεκτικό περιβάλλον της πολυκατοικίας, ακόμη κι όταν περνά κάθε ήχος από τους κακομονωμένους τοίχους ή τα παιδιά των από πάνω κάνουν παρέλαση στο κεφάλι σου. Δεν καταλαβαίνω τη συκοφαντία που έχει υποστεί η πολυκατοικία για την ασχήμια της. Θα παραδεχτώ ότι οι δρόμοι στο Παρίσι είναι πιο όμορφοι με την ομοιόμορφη εικόνα τους, αλλά στην Αθήνα το οπτικό ερέθισμα είναι πολύ μεγαλύτερο. Από μια περιποιημένη βεράντα με φυτά μέχρι μια απλωμένη μπουγάδα, τα κρεμασμένα CD για τα περιστέρια και τις μεταλλικές ντουλάπες για σκούπες και σφουγγαρίστρες, οι πολυκατοικίες και κυρίως τα μπαλκόνια τους είναι ενδείξεις για τις ζωές των ανθρώπων μέσα στα διαμερίσματα. Μπορεί να κρύβουν ένα έγκλημα, όπως στον «Σιωπηλό μάρτυρα» του Χίτσκοκ, μια ερωτική ιστορία όπως στους «Απέναντι» του Πανουσόπουλου ή ίσως και τίποτα παραπάνω από μια εκτεθειμένη καθημερινότητα, πάντως δεν με κάνουν να πλήττω.

 

 

 

 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή