Αρλέμ Ντεζίρ: Δεν υπάρχει πλέον σενάριο Grexit

Αρλέμ Ντεζίρ: Δεν υπάρχει πλέον σενάριο Grexit

6' 44" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο Αρλέμ Ντεζίρ έγινε ευρύτερα γνωστός στη Γαλλία τη δεκαετία του ’80 χάρη στην ενεργητική συμμετοχή του σε προοδευτικά κοινωνικά κινήματα και ιδιαίτερα στην οργάνωση SOS-Ρατσισμός, της οποίας υπήρξε πρόεδρος. Εντάχθηκε στο Σοσιαλιστικό Κόμμα το 1994, για να γίνει πρώτος γραμματέας του το 2012. Υφυπουργός Εξωτερικών για θέματα ευρωπαϊκών υποθέσεων από τον περασμένο Απρίλιο, ο Αρλέμ Ντεζίρ βρέθηκε την περασμένη εβδομάδα στην Αθήνα, όπου είχε συνομιλίες με τον ομόλογό του, Νίκο Χουντή και τον υπουργό Εξωτερικών, Νίκο Κοτζιά. Στη συνέχεια, δέχθηκε να απαντήσει γραπτά στις ερωτήσεις της «Κ», εστιασμένες στα κρίσιμα ζητήματα των διαπραγματεύσεων μεταξύ Αθήνας και Βρυξελλών.

– Με τη συμφωνία που επετεύχθη στο Eurogroup, θεωρείτε ότι το Grexit έχει οριστικά αποφευχθεί;

– Ναι, είμαι πεπεισμένος ότι η θέση της Ελλάδας βρίσκεται στην Ευρώπη και στο ευρώ. Να γιατί αυτή η συμφωνία ήταν τόσο σημαντική – οφείλαμε να μην αφήσουμε κανένα περιθώριο αβεβαιότητας ως προς αυτό το ζήτημα. Την επιλογή αυτή την έκανε η Ελλάδα και την επιβεβαίωσε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας. Οφείλουμε να εργασθούμε όλοι με αυτή την προοπτική στο πλαίσιο της Ευρωζώνης, αν και μένουν πολλά να γίνουν για να επιτρέψουν στην Ελλάδα να ανακτήσει με μακροπρόθεσμα βιώσιμο τρόπο τη δημοσιονομική σταθερότητα, την ανάπτυξη και την απασχόληση. Αυτό απαιτεί χρόνο και εμπιστοσύνη ανάμεσα στους εταίρους. Να γιατί ο συμβιβασμός που επετεύχθη στο Eurogroup, στη βάση της λίστας μεταρρυθμίσεων που ανακοίνωσε η ελληνική κυβέρνηση, ήταν μια καλή συμφωνία. Επιτρέπει στην ΕΚΤ να συνεχίσει τις παρεμβάσεις, να αποτρέψει βραχυπρόθεσμα μια κρίση ρευστότητας, να επιμηκύνει το πρόγραμμα βοήθειας και να δώσει χρόνο στην ελληνική κυβέρνηση να συγκεκριμενοποιήσει τις μεταρρυθμίσεις και να καθορίσει τη μεσοπρόθεσμη οικονομική και δημοσιονομική στρατηγική της. Το ουσιώδες διακύβευμα για την Ελλάδα, τόσο ως προς την ανταπόκριση στις ισχυρές λαϊκές προσδοκίες όσο και ως προς την αντιμετώπιση των δημοσιονομικών προβλημάτων, είναι η ανάκτηση μιας βιώσιμης ανάπτυξης: αν το δημόσιο χρέος υπερβαίνει το 175% του ΑΕΠ, οφείλεται και στο γεγονός ότι ο εθνικός πλούτος μειώθηκε κατά 25% από την αρχή της κρίσης. Το σημαντικό είναι να ορισθεί μια στρατηγική ανάπτυξης και οι πολιτικές που θα ακολουθηθούν και οι μεταρρυθμίσεις που θα ανακοινωθούν να είναι συνεπείς με αυτή τη στρατηγική. Είναι σημαντικό για τους πολίτες, τους οικονομικούς παράγοντες, αλλά και για τους Ευρωπαίους εταίρους, οι οποίοι χρειάζονται διαφάνεια.

– Υπάρχει σύγκλιση απόψεων Παρισιού – Αθηνών για τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις;

– Hδη από την πρώτη του συνάντηση με τον Αλέξη Τσίπρα, ο πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ υπογράμμισε ότι η λύση που πρέπει να αναζητηθεί οφείλει να ανταποκρίνεται στη διπλή απαίτηση: σεβασμός στην επιλογή των ψηφοφόρων, γιατί η Ευρώπη θεμελιώθηκε πάνω στη δημοκρατία και σεβασμός των ευρωπαϊκών κανόνων, γιατί η Ευρώπη λειτουργεί στη βάση των δεσμεύσεων που αναλαμβάνουν και τηρούν οι εταίροι. Κατ’ αυτόν τον τρόπο φτάσαμε στη συμφωνία και με ανάλογο πνεύμα πρέπει να κινηθούμε τους επόμενους μήνες. Επομένως υπάρχει σύγκλιση σε αυτό το σημείο. Αυτό μου είπαν και όλοι οι συνομιλητές μου από την ελληνική κυβέρνηση. Η λίστα μεταρρυθμίσεων που παρουσίασε η Αθήνα, παρότι χρειάζεται συγκεκριμενοποίηση σε ορισμένα σημεία, οδήγησε σε συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και εταίρων, κάτι που οφείλουμε να χαιρετίσουμε. Θα επιθυμούσα να υπογραμμίσω ιδιαίτερα τη σημασία του αγώνα εναντίον της φοροκλοπής, της φοροδιαφυγής και της διαφθοράς, όπως και της μεταρρύθμισης του κράτους – στοιχεία ουσιώδη για την αποτελεσματικότητα της διοίκησης και την υγεία των δημοσίων οικονομικών, αλλά και για την κοινωνική δικαιοσύνη.

Σε ό,τι αφορά ευρύτερα τις πολιτικές της Ε.Ε., οι συγκλίσεις θα είναι ασφαλώς ισχυρές. Ο πρόεδρος Ολάντ επιδιώκει με αποφασιστικότητα, από την επομένη της εκλογής του, το 2012, τον αναπροσανατολισμό της Ευρώπης προς την ανάπτυξη, τις επενδύσεις και την απασχόληση. Λέγαμε πάντα ότι η λιτότητα δεν αποτελεί απάντηση στην κρίση, ότι ενισχύει τα υφεσιακά φαινόμενα -μια ανάλυση την οποία συμμερίζονται το ΔΝΤ και ο ΟΟΣΑ- και ότι θρέφει τους εθνικισμούς και την απόρριψη της Ευρώπης από τους λαούς. Να γιατί υποστηρίζαμε ότι η Ευρώπη οφείλει να αναλάβει ισχυρή δράση προς όφελος της ανάπτυξης κινητοποιώντας πολλούς μοχλούς: μια δυναμική νομισματική πολιτική -κάτι που ήδη γίνεται από την ΕΚΤ με τις ισχυρές ενέσεις ρευστότητας στις αγορές- μια πολιτική υποστήριξης των επενδύσεων, που αποτελεί αντικείμενο του σχεδίου Γιουνκέρ, ύψους 315 δισ. ευρώ και έναν συντονισμό στο δημοσιονομικό πεδίο που θα επιτρέψει να βαδίζουμε προς τη σταθεροποίηση με ρυθμό συμβατό με εκείνον της ανάπτυξης και λαμβάνοντας υπόψη τις μεταρρυθμίσεις, κάτι που αποτελεί το νέο δόγμα της Κομισιόν. Παράλληλα, θεσμοθετήθηκε η επίβλεψη των τραπεζών μέσω της τραπεζικής Ενωσης. Απαιτήσαμε επίσης πακέτο μέτρων κατά της φοροδιαφυγής, το οποίο θα προβλέπει πέραν των άλλων την υποχρεωτική ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των εταίρων. Ξεκινήσαμε την ευρωπαϊκή πρωτοβουλία για τη νεανική απασχόληση στις περιοχές με τη μεγαλύτερη ανεργία.

– Η νέα ελληνική κυβέρνηση προτίθεται να επαναδιαπραγματευθεί με τους πιστωτές το δημόσιο χρέος. Τι περιθώρια βλέπετε στη διαπραγμάτευση;

– Δεν νομίζω ότι το ζήτημα τίθεται με αυτούς τους όρους σήμερα στο Eurogroup, όπου συναντώνται οι υπουργοί Οικονομικών. Το ζήτημα του χρέους είναι σημαντικό, αλλά δεν νομίζω ότι είναι χρήσιμο να εστιάζουμε σε ένα μόνο θέμα. Για το άμεσο μέλλον, υπάρχουν μηχανισμοί διαθέσιμοι για την αντιμετώπιση των επειγουσών υποχρεώσεων. Το σημαντικό, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, είναι και πάλι η δημιουργία συνθηκών για την ανάπτυξη και την εμπιστοσύνη. Είναι η υλοποίηση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων και η συνεργασία με τους εταίρους της Ευρωζώνης, με σεβασμό των αρχών της αλληλεγγύης, της υπευθυνότητας και της ενότητας.

– Ελλάδα και Γαλλία είχαν παραδοσιακά προνομιακές σχέσεις. Σ’ αυτή τη δύσκολη για την Ελλάδα στιγμή, πώς εκφράζεται η γαλλική αλληλεγγύη;

– Με πολλούς τρόπους. Πράγματι, Γαλλία και Ελλάδα διατηρούν παραδοσιακούς δεσμούς φιλίας και επικοινωνίας σε όλα τα επίπεδα – σε πολιτικό, αλλά και σε εκείνο της κουλτούρας, με πολλές προσωπικότητες από τον κόσμο των τεχνών, των γραμμάτων, του κινηματογράφου και να χαίρουν εκτίμησης στις δύο χώρες. Οι φιλόσοφοί μας, οι συγγραφείς μας, οι μεγάλες πολιτικές μας φυσιογνωμίες αποτελούν πηγές διαχρονικής έμπνευσης, που αλληλοτροφοδοτούνταν, από την επινόηση της Δημοκρατίας και τον Διαφωτισμό έως τις μέρες μας. Θυμάμαι την αλληλεγγύη που αισθανόμαστε, στα νεανικά μου χρόνια, προς τους Ελληνες που μάχονταν κατά του καθεστώτος των συνταγματαρχών και ήταν πολυάριθμοι στο Παρίσι. Πολύ σημαντικές είναι και οι οικονομικές ανταλλαγές, καθώς ορισμένες από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις μας έχουν παρουσία στην Ελλάδα που ξεπερνά τα 100 χρόνια – επιχειρήσεις που επενδύουν και δημιουργούν θέσεις εργασίας. Και παρά τις δυσκολίες στα χρόνια της κρίσης, επέλεξαν στη μεγάλη πλειοψηφία τους να μείνουν. Η Γαλλία είναι φίλη της Ελλάδας. Να γιατί κινητοποιήθηκε από το ξεκίνημα της κρίσης για να μείνει η Ελλάδα στην Ευρωζώνη και τις τελευταίες εβδομάδες για να δημιουργηθούν οι συνθήκες μιας ευρωπαϊκής συναίνεσης. Πέραν αυτής της πολιτικής υποστήριξης, η Γαλλία θα προσφέρει τεχνική βοήθεια σε πολλά πεδία, όπως εκείνα της δημόσιας διοίκησης, της δημοσιονομικής μεταρρύθμισης, της χρησιμοποίησης ευρωπαϊκών Ταμείων και του Ταμείου Γιουνκέρ που πρέπει να ενισχύσουν τη χρηματοδότηση πολυάριθμων έργων. Πρέπει λοιπόν να περάσουμε σε αυτό το στάδιο, σε μια θετική ατζέντα συνεργασίας γύρω από τον εκσυγχρονισμό του κράτους, τις επενδύσεις, ιδιαίτερα στις υποδομές, την ενέργεια, αλλά και στο πεδίο της πολιτιστικής και διαπανεπιστημιακής συνεργασίας.

– Παρά τη συμφωνία του Μινσκ, η κατάσταση στην ανατολική Ουκρανία παραμένει εκρηκτική. Πώς μπορεί να αποτραπεί ένας νέος ψυχρός πόλεμος Δύσης-Ρωσίας;

– Ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν είναι ψυχρός, αλλά φονικότατος. Γι’ αυτό ο πρόεδρος Ολάντ και η καγκελάριος Μέρκελ ανέλαβαν την πρωτοβουλία να πάνε στο Κίεβο, στη Μόσχα και τελικά στο Μινσκ για να διαπραγματευθούν συμφωνία ειρήνης. Δεν υπάρχει στρατιωτική, παρά μόνο πολιτική διέξοδος. Προέχει η εφαρμογή των συμφωνιών – της κατάπαυσης πυρός, της απόσυρσης βαρέων όπλων που έχει αρχίσει, των ανταλλαγών αιχμαλώτων, του καθορισμού του μελλοντικού καθεστώτος των ανατολικών περιοχών, του σεβασμού της ακεραιότητας και της κυριαρχίας της Ουκρανίας.

– Η Λιβύη κινδυνεύει να εξελιχθεί σε Σομαλία της Μεσογείου. Πώς μπορεί να αναχαιτισθεί αυτή η απειλή;

– Ο κίνδυνος είναι να εμφανιστεί ένα καινούργιο προπύργιο της τρομοκρατίας στις πύλες της Ευρώπης. Η κατάσταση ευνοεί κάθε είδους παράνομη διακίνηση, ακόμη και ανθρώπων, από εκείνους που εκμεταλλεύονται τη δυστυχία και προκαλούν χιλιάδες θανάτους. Από την παράνομη διακίνηση χρηματοδοτούνται τρομοκρατικές οργανώσεις και οι κίνδυνοι διείσδυσης είναι υπαρκτοί. Πρόκειται για πραγματική πρόκληση ενώπιον της διεθνούς κοινότητας και της Ε.Ε. Το πρώτο ζητούμενο είναι η εγκατάσταση μιας νόμιμης κυβέρνησης στην Τρίπολη. Αν ευοδωθούν οι προσπάθειες του ΟΗΕ, τις οποίες υποστηρίζουμε, η Ε.Ε. θα μπορέσει να εμπλακεί ισχυρά για να ακολουθήσει η σταθεροποίηση της χώρας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή