Νέες ταινίες: Περασμένα μεσάνυχτα στη Λεωφόρο της Δύσεως…

Νέες ταινίες: Περασμένα μεσάνυχτα στη Λεωφόρο της Δύσεως…

2' 13" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το «Nightcrawler», (***1/2) ο πρωτότυπος τίτλος της ταινίας του Νταν Γκίλροϊ που αποδόθηκε ως «Νυχτερινός ανταποκριτής», υπαινίσσεται αυτό που είναι ο ήρωάς της: άτομο που σέρνεται μέσα στη νύχτα ψάχνοντας το φως του αμερικανικού ονείρου του. Ο σαρκασμός στο απόγειό του, σ’ ένα θεοσκότεινο φιλμ για την… τροφική αλυσίδα που δημιουργεί ο άκρατος ανταγωνισμός για την επιβίωση και την επιτυχία –αλληλένδετα μοιάζουν. Ολα ξεκινούν από την πείνα και τη δίψα.

Ενας νεαρός άντρας, με παλιομοδίτικη ηθική (δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από τους ήρωες που ενσάρκωσε ο Τζέιμς Στιούαρτ στις κωμωδίες με τις οποίες ύμνησε το αμερικανικό όνειρο ο Φρανκ Κάπρα) και βλέμμα κακόμοιρου βαμπίρ, πεινάει. Εχει μείνει πετσί και κόκκαλο. Παράλληλα, διψάει για επιτυχία. Η λεωφόρος της, όμως, δεν περνάει από τις μάντρες που αγοράζουν σκραπ. Είναι μεθοδικός, σαν καλοπρογραμματισμένο ρομπότ, όταν καταστρώνει το επιχειρηματικό του πλάνο, και πανέξυπνος, όπως παλιοί αυτοδημιούργητοι καπιταλιστές, στο να διακρίνει και να αξιολογεί τις ευκαιρίες. Κλέβει ένα ακριβό ποδήλατο και εξασφαλίζει, πουλώντας το, κεφάλαιο. Αγοράζει στη συνέχεια μια βιντεοκάμερα κι ένα ραδιοδέκτη για τις συχνότητες της αστυνομίας και βγαίνει στους δρόμους τη νύχτα όπως τα λαγωνικά. Μόλις μυρίσει αίμα, τρέχει σαν καθαρόαιμο για να προλάβει τον ανταγωνισμό.

Η δίψα ενός καναλιού που εκπέμπει ειδήσεις-σκουπίδια μεγεθύνει τον κύκλο των εργασιών του nightcrawler, δημιουργώντας θετικές εξωτερικές οικονομίες για τη μετεξέλιξή του σε δυναμικό επιχειρηματία. «Φαντάσου τα δελτία μας σαν μια γυναίκα που τρέχει στον δρόμο ουρλιάζοντας με κομμένο τον λαιμό της» λέει η αρχισυντάκτρια. Φαντάζει άλλοτε έτοιμη να εκπορνευτεί, και άλλοτε σαν ζόμπι. Πιο κάτω από τον διορατικό nightcrawler υπάρχει ο πεινασμένος αφελής: ένας άστεγος που δέχεται τα πάντα για λίγα δολάρια.

Ο «Νυχτερινός ανταποκριτής» είναι θρίλερ… βιολογικού τρόμου για το DNA του αμερικανικού ονείρου. Διόλου τυχαία το ύφος της σκηνοθεσίας θυμίζει άλλοτε b movie, και άλλοτε επιστημονική φαντασία α λα Κρόνενμπεργκ. Στο πρώτο μέρος, ο Τζέικ Τζίλενχαλ έχει κάτι από τον «Ταξιτζή» του Μάρτιν Σκορσέζε.

Στα «Χρόνια της βίας» (***) ο Τζέι Σι Τσάντορ έχει διαφορετική οπτική για το αμερικανικό όνειρο: ακολουθεί τη διαδρομή του γκαγκστερικού και του κοινωνικού δράματος. Το ύφος του φέρνει στον νου το σινεμά του Σίντνεϊ Λιούμετ. Το 1981 στο Μπρούκλιν, ένας έντιμος επιχειρηματίας, ισπανικής καταγωγής, έχει να αντιμετωπίσει τη μαφία, αλλά κι έναν αριβίστα εισαγγελέα. Είναι η εποχή που το real estate αρχίζει να μεταμορφώνει τις υποβαθμισμένες περιοχές της πόλης.

Στη «Μαχαιριά» (***) ο Τουρκογερμανός σκηνοθέτης Φατίχ Ακίν τολμάει να αφηγηθεί την οδύσσεια ενός άντρα μετά τη μεγάλη σφαγή των Αρμενίων. Κότσια, εντυπωσιακές εικόνες, πολλά κλισέ (μέχρι και σπαγγέτι γουέστερν θυμίζει το κάδρο), αλλά και πλεόνασμα συναισθήματος που αφοπλίζει.

Το «Τιμπουκτού» (***) του Αμπντεραχμάν Σισακό εκτυλίσσεται στο Βόρειο Μάλι. Από τις προσεγμένες εικόνες του βγαίνει μια κραυγή αγωνίας για τη δράση του ISIS.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή