Λιγότερη μορφή, περισσότερο συλλογικό: τουριστική κατοίκηση μετά-την-κρίση

Λιγότερη μορφή, περισσότερο συλλογικό: τουριστική κατοίκηση μετά-την-κρίση

2' 51" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ξ​​εκινώντας από τη δεκαετία του ’70, η εγκαθίδρυση ολοένα και περισσότερων νομοθετικών περιορισμών στον σχεδιασμό κτιρίων τουριστικής κατοίκησης και η έμμονη αναζήτηση τοπικής ταυτότητας οδήγησε στον διαχωρισμό εξωτερικού και εσωτερικού. Η συνύπαρξη κτίσματος και τοπίου αντικαταστάθηκε από άμορφες στρώσεις αστικοποίησης που σκεπάζουν κάτω από τις αδιάφορες «παραδοσιακές φορεσιές» τους ολοένα και πιο πολυτελή και άνετα εσωτερικά βασισμένα σε σχεδιαστικά κλισέ και στοιχεία εξωτερικά της αρχιτεκτονικής – τεχνολογικά gadgets και εξοπλισμό ευεξίας. Τα αστικοποιημένα τοπία τουρισμού εναποτίθεντο αδιάφορα στο φυσικό τοπίο συγκροτώντας συνταιριάσματα εσωτερικών, συναθροίσεις ιδιωτικοτήτων.

Η οικονομική κρίση επέφερε την ξαφνική παύση στη ροή των πόρων για τη διαρκώς αυξανόμενη πολυτέλεια και άνεση των εσωτερικών. Καλούμαστε σήμερα να προσδιορίσουμε ένα νέο παράδειγμα τουριστικής ανάπτυξης που θα υποστηρίζει έναν νέο ρόλο της ίδιας της αρχιτεκτονικής. Προϋπόθεση αποτελεί η επαναδιατύπωση των προτεραιοτήτων και η πορεία προς το λιγότερο –μορφικά και υλικά–, όχι όμως προς το (λευκό) αισθητικoποιημένο minimal του πρόσφατου παρελθόντος της υπερβολής. Η πορεία αυτή προς το λιγότερο αποκτά πνευματική αξία – η ελάττωση σε ποσοτικούς όρους δεν γίνεται αντιληπτή ως φτωχοποίηση.

Οι 15 προτάσεις Ελλήνων και ξένων αρχιτεκτόνων για μια «Τουριστική κατοίκηση μετά-την-κρίση», που περιλαμβάνονται στην ελληνική συμμετοχή στη 14η Biennale Αρχιτεκτονικής της Βενετίας 2014, δεν «χάνονται» στην ακαθόριστη στρώση της διάχυτης τουριστικής αστικοποίησης. Τα κτίρια ή οι κτιριακές δομές αποτελούν μεγάλες, ξεχωριστές χειρονομίες. Οταν επιλέγεται η «απόκρυψή» τους στο τοπίο, αυτή είναι συνειδητή, σχεδιασμένη με ευφυΐα. Η μορφή τους όμως είναι ελάχιστη, ανεπιτήδευτη – δεν είναι παραδοσιακή ή «τοπική». Η μορφική «υποχώρηση» αντισταθμίζεται από την κλίμακά τους. Στην πλειοψηφία τους, αποτελούν «μεγάλα κτίσματα» που επινοούν κεντρικότητες και ανακατασκευάζουν το χαμένο συλλογικό, εξερευνώντας και επανεγκαθιστώντας τον χώρο των κοινών. Τρεις κύριες κατευθύνσεις διαπιστώνονται:

Μεγάλες δομές

Η σημασία της οικονομίας (την οποία η κρίση καθιστά προφανή), ο περιορισμός της δαπάνης και η επιδιωκόμενη αύξηση της επίδρασης οδηγούν στην αναζήτηση του συμπαγούς κτιριακού αποτυπώματος με στόχο την αποφυγή της άκριτης «κατανάλωσης» του τοπίου και την, ταυτόχρονη, ενδυνάμωση του συλλογικού. Η συμπαγία των μεγάλων δομών συγκεντρώνει, δημιουργεί «πυκνωτές», παράγει συλλογικότητες, δημιουργεί τις προϋποθέσεις για την ανάπτυξη νέων (χαλαρών) μορφών κατοίκησης στη φύση.

Σε μια λογική ανακύκλωσης, η εκμετάλλευση του διαθέσιμου «κτιριακού αποθέματος» αποκτά επιχειρησιακή σημασία. Τα κτίρια που συγκροτούν το απόθεμα εμφανίζονται σε διαφορετικές εκδοχές –ερείπια, κλειστά κτίρια, ημιτελείς κατασκευές, κτίρια που κατοικούνται μερικές μόνο εβδομάδες τον χρόνο– όλα μοιάζουν να στέκονται στο τοπίο σε αναμονή μιας δεύτερης ευκαιρίας. Η επανακατοίκησή τους δεν προϋποθέτει την αποκατάστασή τους και την επαναφορά στην πρότερη κατάστασή τους παρά τη διατήρηση και τη σχεδιαστική επανερμηνεία της ήδη «φθαρμένης» φυσιογνωμίας τους.

Φύση – πνευματικότητα

Η τουριστική εξάπλωση μετασχημάτισε το τοπίο καθιστώντας το ολοένα και περισσότερο τεχνητό, κατασκευασμένο, αδιάφορο. Ο ρόλος του τοπίου ως φορέα πνευματικότητας και αυτογνωσίας αλλά και πλαισίου αισθησιακών επιθυμιών και απολαύσεων διερευνάται εκ νέου μέσα από την επανασύνδεση με τη φύση (με τη γη), την ελάχιστη κατοίκηση σε αυτήν, τη σημασία της υλικότητας και της γεωμετρίας της, την αναζήτηση του ελάχιστου περιβαλλοντικού αποτυπώματος και της πλήρους αναστρεψιμότητας.

Νέο παράδειγμα

Παρόλο που οι 15 αρχιτέκτονες ξεκινούν από διαφορετικές αφετηρίες, οι 15 προσεγγίσεις τους για μια τουριστική κατοίκηση μετά-την-κρίση μοιάζουν να συγκλίνουν στη διατύπωση κοινών προτεραιοτήτων και κατευθύνσεων. Η κρίση συσχετίζει την αρχιτεκτονική με την οικονομία, το «λιγότερο» και το «ουσιώδες» μοιάζουν αναπόφευκτη συνθήκη. Η ανάγκη της συνειδητής αρχιτεκτονικής χειρονομίας συνδυάζεται με τη λιγότερη, ανεπιτήδευτη μορφή. Εσωτερικό και εξωτερικό επανασυνδέονται, δίνοντας εκ νέου νόημα στο εξωτερικό, σε μια αρχιτεκτονική που στοχεύει να ανακατασκευάσει το (χαμένο) συλλογικό.

* Ο καθηγητής Γιάννης Αίσωπος ήταν εθνικός επίτροπος στη 14η Μπιενάλε Αρχιτεκτονικής.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή