Η οδός Θεμιστοκλέους σαν έρημο στούντιο

Η οδός Θεμιστοκλέους σαν έρημο στούντιο

2' 28" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

​Ανεβαίνοντας την οδό Θεμιστοκλέους από την Πανεπιστημίου ώς την πλατεία Εξαρχείων, είχα την αίσθηση ότι βάδιζα μέσα σε κινηματογραφικό πλατό. Συνέβαλε η κυριακάτικη ηρεμία εκείνου του πρωινού. Τα Εξάρχεια δεν είχαν ακόμη ξυπνήσει και τα κτίρια έμοιαζαν ακίνητα. Οσες φορές και να έχω περπατήσει ανοδικά από τις κεντρικές λεωφόρους προς την καρδιά των Εξαρχείων, κάθε φορά θα παρατηρώ με δέος τη μεταμόρφωση των άλλοτε αστικών δρόμων. Η Θεμιστοκλέους ήταν μέσα σε εκείνη τη, συγκυριακή, ερημιά ένας τόπος προς εξερεύνηση και όχι ένα κομμάτι μιας πόλης. Ηταν μια σκηνογραφία, ένα στούντιο, ένας λειμώνας αλλόκοτων εικόνων. Οταν κοντοστάθηκα στον αριθμό 54, αφού είχα προσπεράσει πάμπολλα άχαρα κτίρια, ήταν γιατί ήθελα να πιστέψω ότι οι ατέλειωτες, αφημένες, μουτζουρωμένες προσόψεις ήταν αληθινές. Σχεδόν ψευδαισθητική είναι η διάχυση του γκράφιτι και του tagging, στα όρια της παραίσθησης η άλωση κάθε κτιρίου.

Στο 54 της οδού Θεμιστοκλέους, η παλιά πολυκατοικία έμοιαζε ακατοίκητη, αλλά όπως διαπίστωσα σύντομα, δεν ήταν. Η σφυρήλατη εξώθυρα από τη δεκαετία του 1930 ήταν εκεί, αλλά όπως και όλα τα στοιχεία της εισόδου έμοιαζε να έχει χάσει τη μάχη. Στο αρ ντεκό φινιστρίνι, δίπλα στην πόρτα, ένα χρωματιστό γκράφιτι το αγκάλιαζε σαν περικοκλάδα. Είναι στη σειρά οι προσόψεις των αστικών πολυκατοικιών, από το 1935 ώς το 1955, μέχρι τη γωνία της Τζαβέλλα. Εκεί, στάθηκα για να φωτογραφίσω τη γωνία, εκείνου του επίμαχου οικοπέδου με το παλιό σπίτι, που έχει μείνει σαν σπασμένο παιχνίδι. Το ημικυκλικό ισόγειο κτίσμα στη γωνία Θεμιστοκλέους και Τζαβέλλα συμπύκνωνε τη σύγχρονη κουλτούρα των Εξαρχείων. Συνθήματα, αφίσες, φθηνή street art, εγκατάλειψη, αυτοκίνητα καβαλημένα στο πεζοδρόμιο, παρακμή.

Αν περπατάς σε αυτούς τους δρόμους μόνος, νιώθεις τι έχει συμβεί στην Αθήνα. Η αποφορά από τη χρήση του δρόμου ως δημόσιου ουρητήριου με χτύπησε αρκετές φορές, αλλά εκείνο που προσπαθούσα να φανταστώ είναι η εμπειρία ενός μόνιμου κατοίκου. Δεν μπορούσα να απαλλαγώ από την εντύπωση ότι είχα εισέλθει σε ένα άβατο, ότι είχα περάσει τα όρια ενός αστικού γκέτο, κι ας έχω επισκεφθεί φίλους που ζουν ωραία σε αυτούς τους παλιούς αστικούς δρόμους, κι ας έχω ακούσει συζητήσεις για το δικαίωμα σε μια «άλλη πόλη».

Αυτό που ένιωθα ήταν σκοτεινή παρακμή και αυτό που έβλεπα ήταν μια πόλη σε υποστολή. Το γκρεμισμένο νεοκλασικό σπίτι στην οδό Τζαβέλλα 23 είχε μια τραγικότητα καθώς έστεκε όρθιο με μόνο την πρόσοψη. Από πίσω, όλο το σπίτι είχε φύγει, τέσσερα μόνο ακροκέραμα είχαν απομείνει στη στέγη, τα γερμανικά παντζούρια, μάρτυρες πολύ παλιάς οικιακής τεχνολογίας, ήταν μισάνοιχτα, αλλά πίσω έφεγγε ο γαλανός ουρανός. Το μπαλκόνι ήταν άθικτο, ένα μικρό κάστρο γαντζωμένο στη ζωή. Ολόγυρα τα πολυώροφα κτίρια ήταν ζωσμένα στην υλική αποτύπωση της παρακμής.

Θα υπάρχουν, φαντάζομαι, κάποιοι που θα χαίρονται τα Εξάρχεια όπως είναι σήμερα. Αυτοί σίγουρα δεν ήταν στον δρόμο εκείνο το πρωινό. Είχα και εγώ εκπλαγεί που στις 11 το πρωί εκείνης της ηλιόλουστης Κυριακής ήμουν ο μοναδικός διαβάτης σε μια κεντρική συνοικία. Η απουσία ζωής ήταν ένας δείκτης, αλλά ένιωθα τον βωβό παφλασμό μιας αφανούς έντασης. Ξαναγύρισα στην έρημη Θεμιστοκλέους και προσπάθησα να φανταστώ τους κατοίκους πίσω από τα παντζούρια.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή