Το αστικό σπίτι της οδού Θεοτοκοπούλου 34

Το αστικό σπίτι της οδού Θεοτοκοπούλου 34

2' 37" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο Τζον Χιούστον είχε μεταφέρει στον κινηματογράφο το βιβλίο της Κάρσον Μακ Κάλερς «Ανταύγειες σε χρυσά μάτια» το 1967. Η Ελίζαμπεθ Τέιλορ και ο Μάρλον Μπράντο ήταν οι πρωταγωνιστές σε αυτήν την υποβλητική ταινία με θέμα τα ψυχικά τοπία της σεξουαλικότητας. Τη θυμάμαι συχνά γιατί την είχα δει κάτω από τον έναστρο αθηναϊκό ουρανό στη διάρκεια της εφηβείας μου στον κινηματογράφο Α-Β.

Ηταν ένα από τα πιο όμορφα καλοκαιρινά σινεμά, με μεγάλη άπλα, χωρίς πολυκατοικίες ολόγυρα, μέσα στα δέντρα και στις μυρωδιές. Εκεί, κουρνιασμένος στην πολυθρόνα του σινεμά, έβλεπα αυτήν την ποιητική ταινία, με τους έφιππους εραστές λουσμένους στο φεγγαρόφωτο. Ολα αυτά συνέβαιναν δυο βήματα από την Πατησίων, στην οδό Θεοτοκοπούλου, νοητά κάτω από το εργοστάσιο του Κλωναρίδη, το Φιξ, που τότε υπήρχε ακόμη. Κάτω από τη μικρή οδό Τσίλλερ, όπου διασώζονταν μερικά διώροφα νεοκλασικά σπίτια, πλάταινε ευθεία η όμορφη οδός Θεοτοκοπούλου. Ξεχώριζε πάντα το δίπατο αστικό σπίτι στον αριθμό 34. Αυτό που τώρα αποκαθίσταται από τον Δήμο Αθηναίων.

Πρέπει να χτίστηκε πριν από το 1910, όταν η περιοχή είχε κτήματα και κήπους και σκόρπια σπίτια. Λίγο-λίγο χτίστηκαν τα οικόπεδα και ώς την Κατοχή όλη η περιοχή ήταν μια γαλήνια μεσοαστική γειτονιά· μονώροφα και  δίπατα τα σπίτια, με αυλές ή κήπους.

Ο Δήμος Αθηναίων σχεδιάζει να δώσει πολιτιστική χρήση στο σπίτι αυτό χωρίς να πειράξει την κάτοψή του. Θα έχει δηλαδή τη διαρρύθμιση της παλιάς κατοικίας και ελπίζεται ότι οι περίοικοι θα το βάλουν στη ζωή τους. Ισως αυτό το σπίτι, το στέρεο κάποτε, το πετροχτισμένο μέσα στα οπωροφόρα του (γιατί ο κήπος του ήταν μεγάλος και έβλεπε στο σινεμά Α-Β) να γίνει ένας φάρος που να δέσει και πάλι τη γειτονιά.

Το θυμάμαι όταν το κατοικούσαν ακόμη και έβλεπα τα παράθυρά του μισάνοιχτα με κουρτίνες να ανεμίζουν. Πάντα κοντοστεκόμουν όταν περνούσα από μπροστά του και κοιτούσα τον κήπο του, κρυμμένο πίσω από τον αυλότοιχο, και την ήρεμη, αξιοπρεπή θωριά του. Είχε κάτι εξαιρετικά μεγαλοπρεπές μέσα στην προσφιλή νοικοκυροσύνη του και κάτι το στέρεα αστικό μέσα στη σχεδόν εξοχική ψευδαίσθησή του. Ηταν σαν μία σελίδα από ένα αστικό μυθιστόρημα του Μεσοπολέμου.

Αλλά, αν έχει κάτι πικρό αυτή η ανάμνηση και αυτή η προσμονή, είναι γιατί η ίδια η γειτονιά έχει αλλάξει τόσο πολύ. Και δεν είναι πρόσφατο φαινόμενο. Ηδη από τη δεκαετία του 1970 είχε διαφανεί η δυσμενής εξέλιξη. Γι’ αυτό και η αποκατάσταση αυτού του σπιτιού αποκτά ένα δανεικό μανδύα ηρωικής παλινόρθωσης, σαν να κάνει ένα βήμα μπροστά και να ανάβει ένα φανό στο ημίφως. Συγκεντρώνει τα βλέμματα τώρα, αυτό το παλιό αστικό σπίτι. Γίνεται αξιοθέατο, γιατί μας δίνει τη δυνατότητα να απλώσουμε τη φαντασία μας. Είναι ένας χάρτης.

Και σκέφτομαι πόσο λείπει ένα σπίτι που να είναι μουσείο του εαυτού του. Ενα τέτοιο σπίτι, σαν αυτό, ή σαν τα άλλα του 1930 με το καστανό αρτιφισιέλ και τα μοντέρνα ρολά ή εκείνα τα μονώροφα με τον ζαχαρί σοβά και τα γκρενά παραθυρόφυλλα… Να είναι ένα σπιτικό με όλα του τα υπάρχοντα, τις κάμαρες, και την κουζίνα, τις σκάλες και τα παιχνίδια των παιδιών. Να έχει φωτογραφίες και μαχαιροπίρουνα, κουρτίνες και κλινοσκεπάσματα. Μόνο οι άνθρωποί του θα λείπουν, αλλά θα είναι σαν να είναι εκεί. Ενα τέτοιο μουσείο θα άρεσε. Και θα αγαπιόταν.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή