Καλύτερα offline;

2' 25" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο πειρασμός των παραδοσιακών μέσων ενημέρωσης να ενσωματώσουν κάτι από την αμεσότητα και την ταχύτητα των κοινωνικών δικτύων είναι μεγάλος. Εξίσου μεγάλη, όμως, είναι και η αμηχανία τους έναντι του διαδικτυακού φαινομένου. Κι αν στο εξωτερικό η διαδικτυακή εκδοχή του ειδησεογραφικού προϊόντος είναι πια η δεύτερη φύση του, στην πτωχή Ελλάδα περισσεύουν οι καλές προθέσεις. Η θεωρία τού να εντάξεις ακροατήριο στις συνεντεύξεις και κυρίως να κινητοποιήσεις το Twitter και τα υπόλοιπα social media, ώστε να καταστούν ενεργό στοιχείο του δημοσιογραφικού προϊόντος, απαιτεί κόπο για να γίνει πράξη.

Και αφορμή για αυτές τις σκέψεις αποτελεί η προχθεσινή συνέντευξη του κ. Αντώνη Σαμαρά. Με δύο καταξιωμένους δημοσιογράφους, κάθε ένας εκ των οποίων θα μπορούσε από μόνος να φέρει εις πέρας μια πλήρη συνέντευξη, η εκπομπή είχε τον θεωρητικό στόχο να μεταφέρει, μέσω των παριστάμενων πολιτών, τον «σφυγμό» της κοινωνίας και να αποτυπώσει μέσω του «τοίχου» με τα tweets (μηνύματα μέσω Twitter) τον παλμό του Διαδικτύου.

Η εκπομπή μπορεί να πήγε καλά σε ό,τι αφορά τoν αριθμό των σχολίων που έγιναν για αυτή στο Διαδίκτυο, ωστόσο ούτε τον πρώτο στόχο της πέτυχε, να φέρει την κοινωνία στο τηλεοπτικό πλατό, ούτε βέβαια κατάφερε να «γεφυρώσει» την τηλεοπτική πραγματικότητα με τις τάσεις του Διαδικτύου.

Απαντες βρέθηκαν εκτός ρυθμού:

• Οι δημοσιογράφοι που, υπό άλλες συνθήκες, θα είχαν προσχεδιάσει μια τηλεοπτική και ειδησεογραφική ροή και θα πιστώνονταν το θετικό ή θα χρεώνονταν το αρνητικό τελικό αποτέλεσμα της προσπάθειάς τους.

• Το κοινό, που στις πλείστες των περιπτώσεων δεν επιβεβαίωσε το διαδικτυακό επιχείρημα για τη «δημοσιογραφία των πολιτών» και πόσο καλύτερη είναι από τη «δημοσιογραφία των επαγγελματιών».

• Και, κυρίως, το Διαδίκτυο. Διότι, όταν όλοι όσοι είναι συνδεδεμένοι μπορούν να δουν τις τάσεις – διαθέσεις των χρηστών (μεταξύ των οποίων ασφαλώς υπάρχουν χρήστες σε «υπηρεσία», βαλτοί, φανατικοί όποιας πλευράς ή απλώς χαβαλετζήδες), μοιάζει και δημοσιογραφικά αδιανόητο αυτά να μην περνούν στο στούντιο.

Πριν από μερικά χρόνια ο Guardian, επιχειρώντας να οριοθετήσει τη θέση του στη νέα διαδικτυακή εποχή, προέβαλε μια δική του εκδοχή για το παραμύθι με τον λύκο και τα τρία γουρουνάκια. Μια εκδοχή με απρόσμενο αλλά ταιριαστό φινάλε για την εποχή της δικτύωσης. Στόχος ήταν να καταδείξει τη βούληση της εφημερίδας να ευθυγραμμιστεί με τις νέες τάσεις αλλά όχι να απορροφηθεί από αυτές. Στην Ελλάδα συμβαίνει το αντίθετο. Τα «νέα μέσα» αντιμετωπίζονται ως το ελιξίριο νεότητας και νεωτερικότητας για τα παραδοσιακά μίντια. Επιχειρείται να αντιγραφεί η διαδραστικότητά τους, η ταχύτητά τους, χωρίς όμως να αλλάζει το παραμικρό στην παραδοσιακή δομή παραγωγής της είδησης ή του τηλεοπτικού προϊόντος.

Για να γίνουν κατανοητά τα μεγέθη, αρκεί ένα απλό παράδειγμα: μία από τις πρώτες, αν όχι η πρώτη, εκπομπή όπου τα μηνύματα των χρηστών του Twitter εμφανίζονταν στον «τοίχο» του στούντιο ήταν το «The Stream» του Al Jazzera. Πριν βγει στον αέρα, απαιτήθηκαν μήνες προεργασίας, σειρά συσκέψεων, ακόμα και στο στρατηγείο του Twitter, ενώ οι δύο παρουσιάστριες και οι 19 (!) παραγωγοί είναι συνεχώς… οnline και όχι επί ένα μόνον δίωρο την εβδομάδα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή