Παιδεία παθών…

3' 17" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η παιδεία στην Ελλάδα αποτέλεσε συχνά ένα προνομιακό πεδίο πολιτικών πειραματισμών, αυταρχικών επιβολών και εμμονικών αντιλήψεων. Ιδιαίτερα μέσα στην περίοδο της κρίσης, η παιδεία εξελίχτηκε σε ένα «πεδίο παθών» και συγκρούσεων, την ώρα ακριβώς που χρειαζόταν περισσότερη «συμ-πάθεια» για τους θεσμούς, για την αναγκαία εξελικτική πορεία τους και τη μεταρρύθμισή τους. Τα πάθη όμως γίνονται παθογένειες, όταν οι πολιτικοί δεν νιώθουν αναπόσπαστο μέρος των θεσμών και δεν έχουν συνείδηση της συνέχειάς τους.

Οι αλλαγές που εξήγγειλε πρόσφατα το υπουργείο Παιδείας, για όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, καθώς και η σπουδή του να τις προωθήσει για ψήφιση, χωρίς δημόσιο διάλογο, δεν ξεφεύγουν από αυτόν τον κανόνα. Αντίθετα, επιβεβαιώνουν και υλοποιούν αυτό που, ήδη, ήταν γνωστό από τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης, δηλαδή την επιστροφή στο παρελθόν. Η ευθύνη όμως της αλλαγής δεν μπορεί να εξαντλείται στη νοσταλγία του παρελθόντος.

Ετσι, ενδεικτικά, στην τριτοβάθμια εκπαίδευση –και στο όνομα της ανάκτησης της συλλογικής και δημοκρατικής λειτουργίας των Ιδρυμάτων– καταργούνται τα Συμβούλια Ιδρύματος, χωρίς διάλογο με την πανεπιστημιακή κοινότητα, χωρίς καμία προσπάθεια αξιολόγησης ή επαναπροσδιορισμού του ρόλου τους και των αρμοδιοτήτων τους. Αλλάζει ο τρόπος εκλογής των πρυτανικών αρχών και παύονται, από την επόμενη χρονιά, τα μέχρι σήμερα εκλεγμένα ακαδημαϊκά όργανα, καταργείται η ηλεκτρονική ψηφοφορία στις συλλογικές διαδικασίες και αντικαθίσταται με την αυτοπρόσωπη, επαναφέρεται η απαρχαιωμένη διοικητική δομή του Τμήματος και του Τομέα, καταργούνται οι θέσεις των εντεταλμένων διδασκαλίας, εισάγεται η δυνατότητα διακοπής της φοίτησης για όσα εξάμηνα επιθυμεί ο φοιτητής κ.λπ.

Κοντολογίς, ξαναγυρίζουμε στο παλιό, όχι απαραίτητα επειδή ήταν περισσότερο δημοκρατικό, αλλά γιατί στην πραγματικότητα η πολιτική ηγεσία του υπουργείου και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχαν κάτι καινούργιο να προτείνουν. Και όμως, μία απλή ανάγνωση των προτάσεων των συλλογικών οργάνων των πανεπιστημίων των τελευταίων ετών θα είχε εμπλουτίσει το σχέδιο του υπουργείου με κάποιες ιδέες και λύσεις, που θα ήταν πάντως καλύτερες από την αγκύλωση στο χθες. Πολύ φοβάμαι πως η ενδεχόμενη ανομολόγητη φιλοδοξία περί ελέγχου των Ιδρυμάτων «διά της αδρανείας», δεν μπορεί παρά να έχει την ίδια τύχη με ανάλογες παλαιότερες απόπειρες. Θα αποτύχει. Η επιστροφή στο παρελθόν που επιχειρείται, θα αφήσει βαθιές πληγές στην πολύπαθη τριτοβάθμια εκπαίδευση καθώς αναπαράγει την επιπόλαιη επιβολή αναχρονιστικών στερεοτύπων, που δεν ανταποκρίνονται στη συγκυρία.

Η ίδια στάση υιοθετείται από το υπουργείο σχετικά με τις εξαγγελθείσες αλλαγές στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, όπου μετά την υποβάθμιση της αριστείας σε «ρετσινιά», δρομολογείται η κατάργηση του σημερινού συστήματος αξιολόγησης των εκπαιδευτικών και των σχολικών μονάδων, παραπέμποντας στο μέλλον για την εφαρμογή ενός «άλλου» συστήματος αποτίμησης του εκπαιδευτικού έργου. Μέχρι να γίνει αυτό, δεν θα αξιολογείται κανείς… Είναι αδιανόητη για ευρωπαϊκή χώρα αυτή η θέση. Η Ελλάδα της κρίσης δεν έχει ανάγκη από μια ρήξη με τη λογική που συνέχει τον ευρωπαϊκό χώρο παιδείας και έρευνας.

Επίσης, η κατάργηση του θεσμού των Πρότυπων Πειραματικών Σχολείων, η προσχηματική άρνηση της επιτυχίας τους, η μεθοδευμένη υποβάθμιση του ρόλου τους με έωλα επιχειρήματα περί ταξικότητας και «αρρωστημένου» ανταγωνισμού, η επαναφορά του συστήματος επιλογής των μαθητών με κλήρωση ισοπεδώνουν τις προηγούμενες κατακτήσεις και προσπερνούν τις υπαρκτές ατέλειες, χωρίς να χτίζουν κάτι καινούργιο. Ολες αυτές οι πολιτικά πρόχειρες αλλαγές, μάλιστα, ανακοινώνονται λίγο πριν από το τέλος της τρέχουσας σχολικής χρονιάς, προκαλώντας σύγχυση στο ανθρώπινο δυναμικό της εκπαίδευσης.

Οι παραπάνω ενστάσεις μου δεν παραγνωρίζουν τις πολλές και σύνθετες παθογένειες του σημερινού συστήματος στην εκπαίδευση, ούτε την επιτακτική ανάγκη αλλαγών. Αναγνωρίζουν, αντίθετα, ότι αυτές οι αλλαγές δεν μπορεί παρά να είναι αποτέλεσμα μιας ουσιαστικά προοδευτικής μεταρρύθμισης, η οποία θα έχει τη σύμπραξη και τη συναίνεση της εκπαιδευτικής κοινότητας, θα εμπεδώνει το ευρωπαϊκό εκπαιδευτικό κεκτημένο και θα αναδεικνύει την επένδυση στη γνώση, στην έρευνα και στην καινοτομία. Η οπισθοδρόμηση είναι επιλογή ηττημένων πολιτικών και αναχρονιστικών λύσεων. Απέναντι στο πολιτικό κενό που παράγει η κυβερνητική αδράνεια, η συγκρότηση του ευρύτερου δυνατού μετώπου για την ουσιαστική και δημοκρατική μεταρρύθμιση στην παιδεία δεν είναι μόνο μία πρόκληση της συγκυρίας, αλλά υποχρέωση όλων όσοι πιστεύουν ότι πάνω σε αυτή θα στηριχθεί η έξοδος της χώρας από την κρίση.

* Ο κ. Θεόδ. Παπαθεοδώρου είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, πρ. πρύτανης και πρώην υφυπουργός Παιδείας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή