Τα σχέδια του Μεγάρου Μαξίμου και το plan B

Τα σχέδια του Μεγάρου Μαξίμου και το plan B

3' 52" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Η κυβέρνηση έχει κάνει περισσότερα βήματα και έχει καλύψει απόσταση μεγαλύτερη από εκείνη που της αναλογεί στην κατεύθυνση επίτευξης αμοιβαία επωφελούς συμφωνίας», ήταν η μόνιμη επωδός κυβερνητικών στελεχών κατά τις προηγούμενες εβδομάδες. Η όποια προσδοκία, ρεαλιστική ή όχι, παρουσιαζόταν προεκλογικά από την ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ ότι οι εταίροι και δανειστές θα υποχωρήσουν μπροστά στο εναλλακτικό σχέδιο της νέας κυβέρνησης και θα εγκαταλείψουν τις πάγιες αξιώσεις τους διαψεύσθηκε παταγωδώς. Επειτα από τέσσερις μήνες «σκληρής διαπραγμάτευσης», με σημαντικό διάστημα να έχει σπαταληθεί –όπως αναγνωρίζεται εκ των υστέρων– στην αναζήτηση κοινού κώδικα επικοινωνίας, στην τελική ευθεία της προσπάθειας οριστικοποίησης μιας συμφωνίας η διαπραγματευτική τακτική της κυβέρνησης έδειξε να εστιάζεται περισσότερο στη διασφάλιση ορισμένων «κεκτημένων», που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν ως προκάλυμμα έναντι των παραχωρήσεων που έχουν γίνει.

Σε σημαντικό βαθμό, οι παραχωρήσεις στις οποίες προχώρησε η κυβέρνηση, σε σχέση με τον αρχικό σχεδιασμό της, οφείλονται στο γεγονός ότι οι προτάσεις που παρουσίασε στους εταίρους ως εναλλακτικές για την αύξηση των εσόδων αξιολογήθηκαν είτε ως υπεραισιόδοξες, αναφορικά με τους εκτιμήσεις για προσδοκώμενα έσοδα, είτε ως εντελώς ανεδαφικές. Ετσι, το κυβερνητικό επιτελείο, μη έχοντας εναλλακτικό σχέδιο, πέραν των υπερτιμημένων βλέψεων για έσοδα από πάταξη φοροδιαφυγής, εισφοροδιαφυγής, λαθρεμπορίου, βρέθηκε να συζητάει και να διαπραγματεύεται πάνω στην πάγια ατζέντα των εταίρων.

Οι παραχωρήσεις της Αθήνας είναι απολύτως απτές στο φορολογικό. Ο ΕΝΦΙΑ, η κατάργηση του οποίου ήταν από τις κεντρικές προεκλογικές υποσχέσεις, είναι ξεκάθαρο πια ότι θα παραμείνει για το τρέχον έτος.

Μάλιστα, φαίνεται ότι η κυβέρνηση επεξεργάζεται μια εκδοχή αναπροσαρμογής των συντελεστών του, ώστε η τελική απόδοση του φόρου να μην επηρεαστεί από την αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών. Αυτό διότι οποιαδήποτε μείωση στα έσοδα του ΕΝΦΙΑ θα πρέπει να αναπληρωθεί με ισοδύναμα μέτρα. Η επαναφορά του αφορολόγητου στις 12.000 ευρώ, επίσης μία από τις κεντρικές δεσμεύσεις της κυβέρνησης, έχει φύγει εντελώς από τη δημόσια συζήτηση, καθώς έχει εγκαταλειφθεί ως σκέψη, ενώ προβλέπονται, από κάποια κλίμακα εισοδήματος και πάνω, αυξήσεις στην εισφορά αλληλεγγύης. Οι αλλαγές στον ΦΠΑ πρόκειται, επίσης, να επιφέρουν νέες φορολογικές επιβαρύνσεις, με την κυβέρνηση να επικεντρώνει την προσπάθειά της στη διατήρηση σε χαμηλό συντελεστή όσο το δυνατόν περισσότερων προϊόντων κάλυψης άμεσων αναγκών, όπως τρόφιμα και φάρμακα.

Σε απροσδιόριστο χρόνο εφαρμογής μετατίθεται η χορήγηση 13ης σύνταξης, καθώς η κυβέρνηση συνδέει, πλέον, τη δυνατότητα καταβολής της από τα οικονομικά αποτελέσματα, κάτι που θα έπρεπε να είναι ξεκάθαρο εξαρχής. Η επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ θα γίνει σταδιακά, με το επικρατέστερο σενάριο να μιλάει για δύο φάσεις, μία προς το τέλος του τρέχοντος έτους και μία στο πρώτο τετράμηνο του 2016. Την ίδια στιγμή, η κυβέρνηση εμφανίσθηκε στις διαπραγματεύσεις ανυποχώρητη έναντι της προοπτικής περαιτέρω μείωσης μισθών και συντάξεων. Αποδέχθηκε, ωστόσο, να μην κινηθεί μονομερώς στα εργασιακά, οι όποιες αλλαγές αναφορικά με την επαναφορά συλλογικών συμβάσεων θα γίνουν με βάση τις σχετικές προβλέψεις του ΟΟΣΑ και σε συμφωνημένο χρόνο. Αποδέχθηκε, επίσης, το άνοιγμα του ασφαλιστικού από το φθινόπωρο, αλλά και την άμεση προώθηση αλλαγών στις πρόωρες συνταξιοδοτήσεις και στην ενοποίηση Ταμείων.

Η επιτάχυνση της διαπραγμάτευσης και τα όποια βήματα προόδου άρχισαν να σημειώνονται τον τελευταίο μήνα –μετά την απόσυρση του υπουργού Οικονομικών, Γιάνη Βαρουφάκη, από το προσκήνιο– με την ενεργοποίηση της πολιτικής ομάδας διαπραγμάτευσης με τη συμμετοχή των Γιάννη Δραγασάκη, Γιώργου Σταθάκη, Ευκλείδη Τσακαλώτου, Σπύρου Σαγιά και την προσωπική εμπλοκή του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα στη διαδικασία. Το αποτέλεσμα θα δείξει εάν η προσπάθεια που έγινε τις τελευταίες εβδομάδες ήταν «πολύ λίγη, πολύ αργά». Το βέβαιο είναι ότι η τακτική που επελέγη και ακολουθήθηκε οδήγησε σε δραματική τροπή τη διαπραγματευτική διαδικασία, που έφθασε να διεξάγεται στην κόψη του ξυραφιού.

Στην «εξίσωση» και τέσσερις υπουργοί

Στάση αναμονής τηρούν τα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου έναντι ενδεχόμενης συμφωνίας, περιμένοντας τις τελικές διατυπώσεις που θα περιλαμβάνει. Ο υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης, με τη δήλωσή του ότι δεν πρόκειται να υπογράψει μια κακή συμφωνία, φρόντισε να πάρει αποστάσεις και να στείλει μήνυμα ότι δεν είναι διατεθειμένος να «θυσιαστεί» παίρνοντας το πολιτικό κόστος. Πέραν αυτού, τίθεται το ερώτημα πώς θα κινηθούν οι υπουργοί των οποίων το χαρτοφυλάκιο αφορούν οι όποιες κυβερνητικές υποχωρήσεις. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του υπουργού Εργασίας Πάνου Σκουρλέτη, που εδώ και καιρό έχει εξαγγείλει ότι θα φέρει στη Βουλή νόμο για τα εργασιακά, η κατάθεση του οποίου διαρκώς μετατίθεται, καθώς έχει διασυνδεθεί με τη διαδικασία διαπραγμάτευσης. Ο αναπληρωτής υπουργός Κοινωνικών Ασφαλίσεων Δημήτρης Στρατούλης έχει διατυπώσει τη διαφωνία του με το ενδεχόμενο να παραμείνει η ρήτρα μηδενικού ελλείμματος, έστω και υπό αναστολή, και έχει δηλώσει ότι θα πρέπει άμεσα να καταργηθεί νομοθετικά. Ιδιαίτερη σημασία, λόγω του ρόλου του ως επικεφαλής της εσωκομματικής αντιπολίτευσης, έχει η στάση που θα τηρήσει ο υπουργός Παραγωγικής Ανασυγκρότησης Παναγιώτης Λαφαζάνης, ο οποίος διαρκώς επαναλαμβάνει ότι δεν μπορεί να γίνει δεκτή συμφωνία που δεν θα είναι συμβατή με το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή