Αριστεία

Αριστεία

Κύριε διευθυντά

Πολύς λόγος έγινε τελευταία, σχετικές συζητήσεις πραγματοποιήθηκαν και πολλά και αξιόλογα άρθρα δημοσιεύθηκαν γύρω από την «αριστεία», την οποία δεν εκτιμά καθόλου ο νυν υπουργός Παιδείας.

Θα ήθελα να προσθέσω ένα απλό σχόλιο. Εάν δεν εκτιμήσουμε την προσπάθεια που καταβάλλουν τα λογικά όντα, οι άνθρωποι, τότε ποια κοινωνία θα διαμορφωθεί χωρίς να καταβάλλεται προσπάθεια; Μόνο τα μη έχοντα νουν, τα ζώα, δεν προοδεύουν και δεν δημιουργούν πολιτισμό. Και κάτι άλλο. Καταβάλλεται προσπάθεια να υποβαθμιστούν τα ιδιωτικά σχολεία. Μα θα αναβαθμιστούν τα δημόσια μετά την κατάργηση της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών, επαφιεμένων στη φιλοτιμία τους ως προς το διδακτικό έργο; Ή μήπως επιδιώκεται να ισοπεδωθούν όλα προς τα κάτω, στο όνομα ενός κακώς νοουμένου σοσιαλισμού;

Ανδρεας Χρ. Αλιπραντης

Περί καθαρευούσης

Ι

Kύριε διευθυντά

Από τη σκοπιά μου, μιας συστηματικής μεταφράστριας και λάτρη της γλώσσας μας –το μόνο που μας έχει απομείνει σε αυτή την αξιοθρήνητη χώρα– συγχαίρω τον εξαιρετικό σας συνεργάτη και διακεκριμένο λογοτέχνη Τάκη Θεοδωρόπουλο, για τα δύο πρόσφατα άρθρα του για τον Βιζυηνό και για τη θέση της καθαρεύουσας στη νεοελληνική λογοτεχνία.

Θα δώσω μόνο ένα παράδειγμα της κακώς εννοουμένης «βαρύτητας» που φέρουν σήμερα μερικές εκφράσεις –κοτσάνες– κλεμμένες από την καθαρεύουσα, για να στηρίξω τη δική του άποψη ότι καμία γλώσσα δεν είναι αμιγής. Και οπωσδήποτε, ποτέ η προφορική δεν αντιστοιχεί στη γραπτή γλώσσα.

Ερωτώ λοιπόν για παράδειγμα, πού το βρήκαν όλοι αυτό το κυριλέ «κυρίως πιάτο» στα «καθώς πρέπει» εστιατόρια της Αθήνας; Ακόμη και ο κ. Μαραντζίδης (καλός συνεργάτης σας) μας είπε για το «κυρίως πρόβλημα» την περασμένη Κυριακή. Ντροπή.

Ως προς την άλλη κατεύθυνση, αναφέρω τη χρήση του «άμεσα» στα ΜΜΕ, όταν εννοούν «αμέσως» –τελείως άλλη έννοια–  και το «απλά», όταν και πάλι εννοούν «απλώς». Αυτοί είναι απελπιστικά αγράμματοι όροι. Αλλά βγαίνουν και κάτι «οσονούπω» ή «παρεμπιπτόντως». Τέλος, όλα πρέπει να διδάσκονται για τον τεράστιο πλούτο της γλώσσας μας. Αλλά όχι να καταργούνται για λαϊκιστικούς σκοπούς.

Ελενη Μαχαιρα-Οντονι, Πολιτική Ιστορικός, Αθήνα

ΙΙ

Κύριε διευθυντά

Διαβάζω ανελλιπώς τα άρθρα του κ. Θεοδωρόπουλου στην «Κ» και στις πλείστες των περιπτώσεων συμφωνώ πλήρως μαζί του. Ιδιαίτερη εντύπωση μου προξένησε το άρθρο της περασμένης Κυριακής με τίτλο «Κι αν επιστρέφαμε στην καθαρεύουσα;», το οποίο διάβασα με ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Την καθαρεύουσα την έχουμε εγκαταλείψει ανεπιστρεπτί. Είναι αλήθεια και εντελώς φυσικό να δέχονται οι γλώσσες εξέλιξη. Ο Ισοκράτης δεν έγραφε στη γλώσσα του Ομήρου, ούτε και η Καινή Διαθήκη είναι γραμμένη στη γλώσσα του Ισοκράτους. Ούτε οι Aγγλοι γράφουν τη γλώσσα του Chaucer και του Shakespeare. Εντούτοις, στους λαούς που έχουν ορθή σκέψη, δεν επικράτησε η γλώσσα της αγράμματης γιαγιάκας του χωριού (ακούμε τώρα τους πολιτικούς μας να λένε «Φλεβάρης», όπως εγώ άκουσα αγράμματη γιαγιάκα στη Θεσσαλία να λέει «ου Φληβάρς»). Ο Γ. Ράλλης κατήργησε τους τόνους*, ενώ οι «ηλίθιοι» Γάλλοι τους διατηρούν ακόμη. Καταργήσαμε το απαρέμφατο και τη δοτική του οργάνου, ενώ αυτά υπάρχουν στη γερμανική και στις σλαβικές γλώσσες, οι οποίες έχουν δεχθεί μέγιστη επίδραση από την ελληνική. Περάσαμε σε μία γλώσσα που έχει απολέσει την ακριβολογία και τη συνοπτική έκφραση. Δεν τηρούνται σήμερα ούτε οι κανόνες της δημοτικής που σοφά θέσπισαν ο Μ. Τριανταφυλλίδης και οι συνεργάτες του με τη Γραμματική που εξέδωσαν το 1941. Επίσης οι σύγχρονοι υποστηρικτές της νέας δημοτικής έχουν πλήρως αγνοήσει τη γλώσσα που χρησιμοποίησαν εκκλησιαστικοί συγγραφείς της Τουρκοκρατίας, με κορυφαίο τον Νικόδημο τον Αγιορείτη (1749-1809), του οποίου τα συγγράμματα, γραμμένα σε γλώσσα που απείχε από την αρχαία, γνώρισαν τεράστια διάδοση και διαβάστηκαν από χιλιάδες ανθρώπους. Εμείς οι Eλληνες στερούμεθα σοβαρότητας και αν δεν την ξαναβρούμε οδεύουμε ασφαλώς προς… Ταγίπ Ερντογάν.

*Σ.Σ.: Ο ιστορικός τονισμός καταργήθηκε το 1982 επί κυβερνήσεως Ανδρέα Παπανδρέου.

Αντωνιος-Αιμιλιος Ταχιαος – Ομότ. καθηγητής Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, αντεπ. μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, αλλοδαπό μέλος της Σερβικής Ακαδημίας Επιστημών και Τεχνών και της Βουλγαρικής Ακαδημίας Επιστημών

ΙΙΙ

Κύριε διευθυντά

Πολύ ενδιαφέρον το πρόσφατο άρθρο του κ. Θεοδωρόπουλου για επιστροφή στην καθαρεύουσα. Η λεξιπενία των τελευταίων δεκαετιών δεν οδήγησε μόνο στον αφανισμό της λογοτεχνίας αλλά υποτίμησε την ποιότητα σκέψεως σε όλες τις εκδηλώσεις της δημόσιας και ιδιωτικής ζωής. Από τις αγορεύσεις (βλ. αναγνώσεις) των βουλευτών μέχρι την αθλητική δημοσιογραφία και από την ανάλυση επαγγελματικών ή κοινωνικών δεδομένων μέχρι την καθημερινή, ηλεκτρονική αλληλογραφία.

Στην αρχαία ελληνική (το τελειότερο μέσον έκφρασης που ανακάλυψε ο άνθρωπος) η ομιλία νοείται ως «λόγος» δηλ. προϊόν της «Λογικής», της σκέψεως. Η ακρίβεια του όρου επιβεβαιώθηκε αιώνες αργότερα με την ανάπτυξη της Ιατρικής, της Γλωσσολογίας και των σχετικών ερευνών που επιβεβαίωσαν τη συσχέτιση του «γλωσσικού εργαλείου» με τη σκέψη: Φτωχή γλώσσα – πενιχρή σκέψη. Πλούσια γλώσσα – πολύπλευρη σκέψη.

Χρέος όλων λοιπόν να εμπλουτίσουμε τη γλώσσα μας με νέα στοιχεία ώστε να βελτιώσουμε τη σκέψη των παιδιών μας και να τα καταστήσουμε περισσότερο ανταγωνιστικά στον διεθνή στίβο. Για εμάς δεν είναι δύσκολο όσο π.χ. για τους Αμερικανούς, οι οποίοι προκειμένου να «εμβολιάσουν» τις άλλες γλώσσες επινοούν τεχνολογικές ανακαλύψεις τις οποίες και «βαφτίζουν». Μας αρκεί να επαναφέρουμε τους «απαγορευμένους» τύπους δοτικής, απαρεμφάτων κ.λπ. (οι οποίοι ουδέποτε «αφαιρέθηκαν» από την καθημερινότητα) και να τους «συστήσουμε» στη νέα γενιά.

Χάρις στη λόγια γλώσσα δημιουργήσαμε το μεγαλύτερο περιουσιακό μας στοιχείο (asset κατά Τσίπρα): τον ελληνικό πολιτισμό. Η χώρα χρειάζεται ένα όραμα και ένα προορισμό προς εκπλήρωση για να δικαιολογεί την ύπαρξή της. Η Ελλάς υπάρχει για να δημιουργεί συνεχώς Πολιτισμό. Αυτός είναι εθνικός στόχος. Μέχρι να πραγματοποιηθεί όμως ο νέος «χρυσούς αιών», παρεμβάλλονται ενδιάμεσοι και… ταπεινότεροι σταθμοί: Ο πρώτος σταθμός είναι να αποφύγει το σώμα της υπάρχουσας παιδείας τον ακρωτηριασμό του… μπαλτά.

Βαγγελης Γιαννοπουλος – Πικέρμι

Η συμφωνία και ο ΣΥΡΙΖΑ

Κύριε διευθυντά

Αναφέρει ο Θουκυδίδης (Ξυγγραφή, βιβλίο πέμπτο, κεφ. 84 – 116) για τη διαπραγμάτευση μεταξύ Αθηναίων και Μηλιών.

«Το δίκαιο λογαριάζεται όταν υπάρχει ίση δύναμη για την επιβολή του,  κι όταν αυτό δεν συμβαίνει, οι δυνατοί κάνουν ό,τι τους επιτρέπει η δύναμή τους κι οι αδύναμοι υποχωρούν κι αποδέχονται».

Φαίνεται πως στον ΣΥΡΙΖΑ γρήγορα το κατάλαβαν εξ ου και η συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου που τώρα υλοποιείται. Ολα τα άλλα (σκληρή διαπραγμάτευση, κόκκινες γραμμές κ.λπ.) ήταν για να ικανοποιήσει τους αφελείς ψηφοφόρους του και το 3% των σκληρών ριζοσπαστών αριστερών που κάνει ιδεολογικό κουμάντο στο κόμμα και που ασφαλώς είναι πονοκέφαλος για τον πανέξυπνο κ. Τσίπρα.

Τι κάνει το μεγάλο κόμμα της Κεντροδεξιάς που είχε κορμό πάνω από το 1/3 του πληθυσμού και που αν αληθεύουν οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις έπεσε κάτω από το 15% των ψηφοφόρων;

Κοιμάται, περιμένοντας άμα ξυπνήσει να ξαναπάρει την εξουσία.

Εντιμος ο κ. Σαμαράς, πατριώτης, δουλευταράς, του λείπει το αρχηγιλίκη, κάνει για πρωθυπουργός άλλης χώρας, για την Ελλάδα όμως είναι ακατάλληλος, έτσι θα σέρνεται, και είναι κρίμα η παράταξη που στερέωσε τη χώρα να σέρνεται μαζί του. Εκλογές δεν κερδίζει με τίποτα κι ας είναι καλύτερος από τον αντίπαλό του. Είναι άδικο αλλά δυστυχώς ο κόσμος δεν τον ακούει, δεν τον θέλει, δεν τον πιστεύει, μερικοί σκέπτονται και το παρελθόν του.

Κύριε Σαμαρά, σας ευχαριστούμε για τον αγώνα σας, αν όμως αγαπάτε την Ελλάδα, παραιτηθείτε μήπως βρεθεί κάποιος να σταματήσει τον δρόμο προς την εξαθλίωση, γιατί οι κυβερνώντες μάς οδηγούν σε ένα ξοφλημένο μοντέλο σοβιετικού τύπου.

Στα ναυτικά ταξίδια μου πήγα πέντε φορές σε λιμάνια της Ρωσίας και οκτώ σε χώρες τής τότε Σοβιετικής Ενωσης, φτώχεια, κακομοιριά, δυστυχία, αυτά τα έζησα, δεν είναι θεωρίες.

Μαριος Χριστοφοριδης – Συνταξιούχος εμποροπλοίαρχος

Λιτότητα

Κύριε διευθυντά

Τα τελευταία χρόνια (της κρίσης) το καθημερινό λεξιλόγιό μας έχει εμπλουτισθεί με λέξεις και έννοιες άγνωστες (στους μη ειδικούς) μέχρι πρόσφατα, όπως χρέος, έλλειμμα, spreads κ.λπ. Μία από αυτές είναι και η λέξη λιτότητα, που μας προέκυψε αναγκαστικά μεν εκ των πραγμάτων, εννοιολογικά δε από τη μετάφραση της λέξης austerity.

Δεν είχα την ευκαιρία να συζητήσω την προέλευση και ετυμολογία της λέξης austerity με κάποιον γλωσσολόγο. Είμαι, όμως, σχεδόν βέβαιος ότι ανήκει στην κατηγορία των (πολλών) λέξεων’ τις οποίες οι Αγγλοσάξονες ανέσυραν από την ελληνική γραμματεία, τις ανάπλασαν και τις επανεξήγαγαν σε όλες τις άλλες γλώσσες (συμπεριλαμβανομένης της ελληνικής!).

Η λέξη, λοιπόν, austerity προέρχεται από την ελληνική λέξη αυστηρότητα (και το αντίστοιχο επίθετο austere από το επίθετο αυστηρός). Αυστηρότητα δεν σημαίνει (υποχρεωτική) λιτότητα, αλλά εκούσια επιλογή συνετής και υπεύθυνης στάσης ζωής, που θα θέλαμε να χαρακτηρίζει διαχρονικά τον Eλληνα.

Ναι, λοιπόν, στην αυθεντική austerity, όχι στην εισαγόμενη λιτότητα!

Αθανασιος Σκουτελης

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή