Γιατί οι νέοι ψήφισαν «Οχι»;

Γιατί οι νέοι ψήφισαν «Οχι»;

3' 49" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οι έρευνες κοινής γνώμης το κατέγραψαν. Περίπου οκτώ στα δέκα άτομα ηλικίας έως 35 ετών συντάχθηκαν με το «Οχι» στο πρόσφατο δημοψήφισμα. Βέβαια, ήδη πριν από την αφετηρία, το «Οχι» ήταν σε πλεονεκτική θέση, καθώς ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ και Χ.Α. έχουν σημαντικά ερείσματα στις νεότερες ηλικίες. Ομως, το «Οχι» μεταξύ των νέων ξεπέρασε κατά πολύ τα ποσοστά των τριών κομμάτων στις νεότερες ηλικίες και δεν αρκεί μια απλή πρόσθεση ποσοστών για να εξηγήσουμε τι συνέβη.

Πώς εξηγείται άραγε το φαινόμενο; Δύο παράγοντες δείχνουν να παίζουν καθοριστικό ρόλο: καταρχήν, η θεσμική και άτυπη κοινωνικοποίηση της ελληνικής νεολαίας με τις αξίες του επαρχιώτικου εθνοκεντρισμού και του ανέμελου εξισωτισμού και δεύτερον, οι γεμάτες εμπόδια προοπτικές των νέων στην αγορά εργασίας. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως υπάρχουν και άλλες αιτίες, όπως, για παράδειγμα, η απουσία ελκυστικής ηγεσίας στα κόμματα του «Ναι», όμως οι δύο πρώτοι παράγοντες είναι κρίσιμης σημασίας για την κατανόηση του τι συνέβη. Η Μεταπολίτευση είδε αρχικά να κυριαρχεί στους νέους ένας ριζοσπαστικός σοσιαλιστικός (συχνά τριτοκοσμικός) πολιτικός λόγος. Στα νεολαιίστικα στέκια της δεκαετίας του ’70 και του ’80 μεγάλωσε μια γενιά με φραπέ, τάβλι, αντάρτικα και ρεμπέτικα. Τα κυρίαρχα πολιτικά αναγνώσματα εκτός από τις κομματικές εφημερίδες και μπροσούρες ήταν κείμενα του Μαρξ και του Λένιν, ενώ στους πιο προχωρημένους εισχωρούσαν τσάτρα-πάτρα ο Πουλαντζάς ή ο Καστοριάδης. Στα ιστορικά αναγνώσματα, ο Αρης και οι Καπετάνιοι της Αντίστασης έκαναν θραύση. Ομως, ας μη λοιδορούμε τον επαρχιωτισμό της εποχής εκείνης. Αν και η γενιά αυτή ήταν η πιο τυχερή που πέρασε από τη χώρα, είχε τις τραυματικές της εμπειρίες στα δύσκολα μετεμφυλιακά χρόνια και τη δικτατορία. Η προσαρμογή στη Δημοκρατία έγινε μέσα σε συνθήκες αναπόφευκτης ριζοσπαστικοποίησης. Ηταν όπως έχει γραφτεί, ο ελληνικός Μάης του ’68, μια βερσιόν συγκρότησης διακριτής νεολαιίστικης ταυτότητας πιο επαρχιώτικη και συντηρητική από τη γαλλική αρχική έκδοση.

Οπως και να έχει, τα χρόνια πέρασαν, η γενιά αυτή μεγάλωσε, ταξίδεψε και κατά βάση πλούτισε ή έστω «βολεύτηκε». Το μόνο που της απέμεινε από τα παλιά ήταν μια αγάπη για τις στομφώδεις λέξεις (για την οποία τα σχολικά της χρόνια είχαν παίξει τον ρόλο τους) και μια αφελής και υποκριτική αντίληψη πως ο πλούτος (των άλλων) είναι κακό πράγμα. Βρήκε στη σπάταλη επέκταση του κράτους και στον δανεισμό τον (εύκολο) τρόπο να συνδυάσει την ατομική ανέλιξη με τις συλλογικές της φαντασιώσεις. Ετσι για παράδειγμα, τα πανεπιστήμια πενταπλασιάστηκαν μέσα σε μερικά χρόνια. Αλίμονο, αν δεν πλήρωνε ο φορολογούμενος πολίτης τα διδακτορικά διπλώματα αυτής της γενιάς.

Η κατάρρευση του κομμουνισμού, η ραγδαία βελτίωση του βιοτικού επιπέδου της χώρας (με πολλά δανεικά βεβαίως) αλλά και η κρίση του Μακεδονικού δημιούργησε ένα νέο ιδεολογικό υβρίδιο, αυτό του εθνολαϊκισμού της ύστερης μεταπολίτευσης. Η κυριαρχία στους νέους της κουλτούρας της ευημερίας συμβάδισε με παλιές δοξασίες για το μεγάλο κράτος και το υπερήφανο και αθάνατο ελληνικό έθνος. Στην πραγματικότητα, η νέα κατάσταση έφερε τόσο κοντά τον δεξιό και τον αριστερό εθνολαϊκισμό, ώστε σταδιακά, και ιδιαίτερα μετά την κρίση του 2009, ήταν δύσκολο να τους ξεχωρίσεις. Η νέα κυρίαρχη ιδεολογία μπορούσε να συνδυάζει τις απαιτήσεις μιας άνετης ζωής με τις δοξασίες περί του κατατρεγμένου έθνους και τις σοσιαλιστικές φαντασιώσεις.

Ομως, η ιδεολογία δεν είναι ο μόνος παράγοντας που εξηγεί το «Οχι» των νέων. Πρέπει να κοιτάξουμε τις πραγματικές δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι νέοι. Ηδη πριν από την κρίση, η Ελλάδα είχε ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά ανεργίας στους νέους (απόδειξη πως η έκρηξη της εκπαιδευτικής προσφοράς όχι μόνο δεν βοήθησε, αλλά αντίθετα ήταν πεταμένα λεφτά). Η οικονομική κρίση έπληξε πρωτίστως τους νέους: το 50% σχεδόν των ατόμων ηλικίας 15 – 24 ετών είναι άνεργοι, ποσοστό υπερτριπλάσιο από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ. Σε ανάλογη έρευνα που πραγματοποιήθηκε στους αποφοίτους του τμήματός μου, σχεδόν οι μισοί από αυτούς δεν είχαν εργασία, πέντε χρόνια μετά το πτυχίο.

Με λίγα λόγια, οι νέοι είναι τα κυρίως θύματα της κρίσης. Τα τελευταία «μνημονιακά» χρόνια, οι πολιτικές ηγεσίες είχαν ως κύριο στόχο να περιορίσουν τις απώλειες των συνταξιούχων και να προστατεύσουν τις θέσεις εργασίας των δημοσίων υπαλλήλων. Οι νέοι βρέθηκαν εντελώς απροστάτευτοι στην κρίση, χωρίς επαρκείς γνώσεις και δεξιότητες και με το κεφάλι γεμάτο από αφέλειες που η προηγούμενη γενιά είχε καλλιεργήσει αλλά και χρησιμοποιήσει προς όφελός της. Αντί να επιλέξουν να διεκδικήσουν, έστω και άγρια, απελευθέρωση της αγοράς εργασίας και κατάργηση των εμποδίων προς αυτήν (π.χ. άρση μονιμότητας στο Δημόσιο) περιορίστηκαν να παπαγαλίσουν υπέρ των συμφερόντων των μπαμπάδων τους.

Οι καλύτεροι της νέας γενιάς φεύγουν έξω. Οι υπόλοιποι θα αγωνιστούν σκληρά για να επιβιώσουν και να χειραφετηθούν από το χαρτζιλίκι και τις ιδεοληψίες των γονιών τους. Ενας νέος πατερναλισμός γεννήθηκε.

* Ο κ. Νίκος Μαραντζίδης είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Καρόλου στην Πράγα και στο Πανεπιστήμιο της Βαρσοβίας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή