Το μετέωρο βήμα της Μεταπολίτευσης

Το μετέωρο βήμα της Μεταπολίτευσης

3' 51" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η ​​«Μεταπολίτευση», το πολιτικό σύστημα που διαδέχθηκε τη χούντα τον Ιούλιο του 1974, είχε (και εξακολουθεί να έχει) πολλά θετικά στοιχεία, με σημαντικότερο τον φιλελεύθερο και δημοκρατικό χαρακτήρα των πολιτικών της θεσμών, πράγμα που εξασφάλισε στη χώρα σαράντα χρόνια σταθερότητας. Είχε όμως επίσης και ένα μεγάλο αρνητικό στοιχείο: βασίστηκε στην κυριαρχία μιας έντονα κρατικιστικής «πολιτικής οικονομίας». Αυτό δεν σημαίνει πως έχουμε «μεγάλο κράτος» (το μέγεθος του δημόσιου τομέα είναι ανάλογο με αυτό των χωρών της Δυτικής Ευρώπης, παρότι οι υπηρεσίες που παρέχει δεν είναι). Σημαίνει, αντίθετα, πως η οικονομία μας βασίζεται σε μια τεράστια διαπλοκή κράτους και κοινωνίας, διαμέσου μιας δαιδαλώδους νομοθεσίας που συνδέει πολυσχιδή και πολλαπλά προνόμια με τη λειτουργία της πολιτικής ζωής. Με τον τρόπο αυτό χονδρικά προστατεύονται όσοι είναι μέσα στο σύστημα σε βάρος όσων είναι απ’ έξω. Το καθεστώς αυτό απέκτησε αριστερόστροφο λεξιλόγιο και πρόσημο, και ταυτίστηκε στη συνείδηση των πολλών με την ευημερία, καθώς χρηματοδοτήθηκε με ευρωπαϊκά κονδύλια και εξωτερικό δανεισμό. Σιγά σιγά εκτόπισε την παραγωγική οικονομία, αφού ήταν πολύ πιο εύκολο να ευημερήσει κανείς μέσω της άμεσης ή έμμεσης σχέσης του με το κράτος, παρά με την εμπλοκή του στην παραγωγή πραγματικού πλούτου.

Το σύστημα αυτό έφθασε στα όριά του το 2010 με την ουσιαστική χρεοκοπία της χώρας. Αποφύγαμε όμως την άμεση πτώχευση και μπήκαμε στο γνωστό καθεστώς του Μνημονίου που συνδύαζε δημοσιονομική πειθαρχία (δηλαδή τη λιτότητα) και δομικές μεταρρυθμίσεις. Η συνέχεια είναι γνωστή. Οι μεταρρυθμίσεις υπήρξαν κακοσχεδιασμένες και αποσπασματικές (το νέο Μνημόνιο εμπεριέχει, π.χ., για άλλη μια φορά το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων…), ενώ η λιτότητα χρεώθηκε αποκλειστικά στους ξένους. Επικράτησε μάλιστα η αντίληψη πως η κρίση ήταν κατασκευασμένη, πράγμα που επέτρεψε σε μια ετερόκλητη συμμαχία «νεολαϊκιστών» να αναρριχηθεί στην εξουσία. Ηταν δηλαδή σαν να λέμε σε έναν ασθενή που χαροπαλεύει με καρκίνο των πνευμόνων ότι θα σωθεί καπνίζοντας περισσότερο. Ετσι, ενώ η πολιτική οικονομία της Μεταπολίτευσης είχε λήξει, συνέχισε να λαθροβιεί μέσα σε μιαν ιδιότυπη ζώνη του λυκόφωτος: δεν ήταν ούτε ζωντανή αλλά ούτε και νεκρή.

Αν όμως η κρίση του 2010 υπήρξε το τέλος της Μεταπολίτευσης, η κρίση του 2015 δεν ήταν παρά το τέλος του τέλους της, η στιγμή δηλαδή που αποκαλύφθηκε πανηγυρικά η γύμνια των νεολαϊκιστών. Προφανώς υπάρχουν και εκείνοι που θα συνεχίσουν να αυτοπαραμυθιάζονται εσαεί, όπως ακριβώς οι χιλιαστές δεν απογοητεύονται όταν η Δευτέρα Παρουσία δεν έρχεται στο ραντεβού που είχαν προβλέψει. Ετσι και οι δικοί μας χιλιαστές πάντα ελπίζουν στον σοσιαλισμό που δεν έρχεται. Ομως τα ψέματα τέλειωσαν. Η πολιτική δεν μπορεί να λειτουργεί σε πλήρη αναντιστοιχία με την οικονομία. Αυτό ακριβώς το γεγονός σηματοδοτεί η χρεοκοπία του ΣΥΡΙΖΑ και του Αλέξη Τσίπρα προσωπικά.

Το τέλος της Μεταπολίτευσης δεν σημαίνει πως η διάδοχη κατάσταση θα είναι απαραίτητα η παραγωγική και ανταγωνιστική οικονομία που θα επιθυμούσαμε. Θα μπορούσαμε, π.χ., να μεταβούμε σε ένα σύστημα διαχείρισης της γενικευμένης φτώχειας. Εκείνο όμως που σημαίνει σίγουρα είναι πως τόσο οι συνεχιζόμενες πολιτικές μας πρακτικές όσο και οι κυρίαρχες κοινωνικές μας αντιλήψεις είναι έωλες. Οι επερχόμενες εκλογές είναι λοιπόν κομβικές και αυτό ανεξάρτητα από το αποτέλεσμά τους.

Αν ο ΣΥΡΙΖΑ επικρατήσει, θα έχει δύο επιλογές. Ή θα γίνει το όχημα της μετάβασης στη νέα κατάσταση ή θα πέσει πάρα πολύ γρήγορα. Πράγματι, ο Αλέξης Τσίπρας θα μπορούσε κάλλιστα να είχε αδράξει την ευκαιρία που του δόθηκε τον Ιανουάριο και να προχωρήσει προς αυτή την κατεύθυνση, Δεν το έπραξε όμως, γιατί δεν μπορούσε καν να φανταστεί έναν τέτοιο ρόλο για τον εαυτό του. Αντίθετα είχε πραγματικά πιστέψει πως μπορούσε να μεταφέρει με έναν μαγικό τρόπο την κοινωνία στις προ του 2009 μέρες, να γίνει δηλαδή ένας νέος Ανδρέας Παπανδρέου. Αυτό όμως απαιτεί χρήματα που δεν υπάρχουν πια.

Τον Ιούλιο, μετά το φιάσκο του δημοψηφίσματος, του δόθηκε η δεύτερη ευκαιρία. Κατάλαβε πως η κατάρρευση θα επέφερε το απόλυτο χάος, όμως δεν προχώρησε παραπέρα: δεν αρκεί να αποφύγεις την καταστροφή, πρέπει να προχωρήσεις στον δρόμο της ανόρθωσης. Χάνει όμως ήδη την ευκαιρία αυτή. Τίποτα δεν δείχνει πως έχει κάνει την απαραίτητη διανοητική στροφή· ή, ακόμη χειρότερα, πως έχει τα φόντα (το όραμα, την ικανότητα, τους συνεργάτες) για να την πραγματοποιήσει. Γι’ αυτό και η πολυδιαφημισμένη του κυριαρχία έχει απόλυτα σαθρές βάσεις.

Αν λοιπόν κερδίσει, ο Τσίπρας θα βρεθεί αμέσως μπροστά σε ένα νέο και τελικό αδιέξοδο, αφού, όπως είναι φανερό, δεν θα μπορέσει να διαχειριστεί την κατάσταση που ο ίδιος διαμόρφωσε. Αλλά και η ήττα του, αναμφίβολα η μόνη δίκαιη αμοιβή που του αρμόζει, θα πυροδοτήσει εξελίξεις που θα καταλήξουν στον εναρμονισμό πολιτικής και οικονομίας. Το πώς θα γίνει αυτό ακριβώς παραμένει άγνωστο. Οι «παλαιολαϊκιστές» δεν έχουν ξεφύγει από τη φαντασίωση μιας ανέξοδης επιστροφής στο παρελθόν, είναι όμως και αυτοί καταδικασμένοι να αλλάξουν.

* Ο κ. Στάθης Ν. Καλύβας είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Yale.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή