Το θλιμμένο soundtrack της σύγχρονης Αθήνας

Το θλιμμένο soundtrack της σύγχρονης Αθήνας

4' 6" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η Αθήνα έχει τον ολόδικό της ήχο. Η στερεοτυπική ηχητική περιγραφή για την πρωτεύουσα είναι οι κόρνες και τα μαρσαρίσματα των αυτοκινήτων, οι φωνές των ανθρώπων, οι σφυρίχτρες των αστυνομικών, οι σειρήνες των ασθενοφόρων και, ενίοτε, τα πουλιά, τα τζιτζίκια, τα παιδιά στις αυλές των σχολείων, οι ήχοι στη λαϊκή, ακόμη και ο παλιατζής.

Ανέκαθεν η Αθήνα αποτελούσε μούσα συνθετών και στιχουργών. Οι ήχοι της μετατρέπονταν σε λεκτική εικόνα, μετασχηματιζόμενοι σε απτή πραγματικότητα. Στη σύγχρονη Αθήνα, εντούτοις, έχει επισυμβεί το εξής αξιοπρόσεκτο: ενώ η στερεοτυπική μας τοποθέτηση έναντι των ήχων της πόλης παραμένει κραταιά, η μουσική εκκινεί από εκεί όπου τελειώνει το κλισέ, μεταμορφώνοντας τον μέσο όρο σε ενδιάμεση έκφραση ενός παρόντος που ακροβατεί μεταξύ της μελαγχολίας της μεγαλούπολης και του μεγαλείου της μητρόπολης.

Οι Στέρεο Νόβα, στη «μαγική» ―με τη ματιά τού σήμερα― δεκαετία του ’90, ήταν εκείνοι που απροσχημάτιστα μιλούσαν για την Αθήνα ωσάν να ήταν ο κύριος παράγοντας διαμόρφωσης ψυχισμού. Ο ήχος και οι λέξεις τους περιέγραφαν όσο κανείς άλλος τη γλυκιά θλίψη του «πρωτόγνωρου» που έφερναν τα 90s, σε συνδυασμό με την περιγραφή της πόλης ως μιας ψυχοσύνθεσης ατόμων που προσπαθούν ν’ αποκτήσουν ταυτότητα σ’ έναν διαρκώς ανανεούμενο κόσμο.

Αυτήν ακριβώς την παρακαταθήκη συνέχισε, μετά τη διάλυση της μπάντας, και ο Κωνσταντίνος Βήτα. Σχεδόν το σύνολο της δουλειάς του συνθέτει το παζλ της Αθήνας, υπό το φως της αγωνίας του σύγχρονου Αθηναίου σε μια πόλη, η οποία τον περιορίζει με τις δυνατότητές της, αλλά ταυτόχρονα τον ωθεί στο όραμα με το «δυνάμει» της. Ο Κωνσταντίνος Βήτα κατάφερε ν’ αποτελέσει με το έργο του τοπόσημο της πρωτεύουσας, ακριβώς διότι την αντιμετωπίζει ως ένα σύνολο στοιχείων: ήχων, ιδιαιτερότητας, κτιρίων.

Η επιρροή της Αθήνας ως ζώντος οργανισμού φαίνεται και από το μεγάλο εύρος των συγκροτημάτων και των μεμονωμένων μουσικών, οι οποίοι εντάσσουν την πόλη στο έργο τους, σε μια προσπάθεια να βοηθήσουν εαυτούς και αλλήλους στην κατανόησή της. Μία τέτοια περίπτωση είναι ο Pan Pan (σημειώστε, δε, ότι είναι και αρχιτέκτονας). Ο ηλεκτρονικός του ήχος συνοψίζει τους αυξομειούμενους ήχους και θορύβους της πρωτεύουσας, ενώ οι στίχοι του, όταν υπάρχουν, τοποθετούνται εντός της πόλης ακριβώς με τον τρόπο που η Αθήνα επιβάλλει: εν μέσω παρελθόντος, τσιμέντων, δραματοποίησης και αποπνικτικής καθημερινότητας. Ενδεικτικοί τίτλοι: «Σπηλιές στα Τουρκοβούνια», «Τέκνο στα Πετράλωνα», «Γέφυρες των Πετραλώνων».

Οι Keep Shelly in Athens είναι, από την άλλη, μία μπάντα που επιστρέφει μουσικά όσα η Αθήνα γενναιόδωρα χαρίζει. Τα κομμάτια του συγκροτήματος είναι μία χαρτογράφηση του αθηναϊκού κέντρου, με όλη την ασφυκτικότητά του, με την ομορφιά που λάμπει στα μάτια όσων την παρατηρούν, αλλά και με τα εμπόδια που θέτει κάθε φορά ακόμη και στους πιο «μικρούς» στόχους που τίθενται σε καθημερινή βάση. Με κομμάτια όπως «Back to Kresnas Street» ή «Fokionos Negri Street», οι Keep Shelly in Athens συνθέτουν το soundtrack της Κυψέλης ―και του κέντρου των σύγχρονων μητροπόλεων του Νότου― σ’ ένα ρευστό και διαρκώς υπό διαμόρφωση πολιτικοκοινωνικό και, μοιραία, συναισθηματικό σκηνικό.

Ο Κτίρια τη Νύχτα επαναθεμελιώνει τον διαρκή διάλογο της άυλης Αθήνας (ήχοι, θόρυβοι) με την εμπράγματη ζωή. Σκιαγραφεί με τη μουσική του ένα αστικό παζλ που συνδημιουργείται από μονάδες που, όσο κι αν ενωθούν, παραμένουν μονάδες. Η αστική μοναξιά της Αθήνας, στη μουσική του Κτίρια τη Νύχτα, έχει και είναι πρόσωπο. Ενδεικτικοί τίτλοι: «Καλλιδρομίου», «Ταράτσες», «Το άχρονο στενό», «Οι δρόμοι γυρίζουν».

Οι My Wet Calvin, από τη μεριά τους, διατηρούν μία πιο προσωπική σχέση με την πόλη στη μουσική τους. Η αγωνία τους μοιάζει να είναι το μικρό κομμάτι της καθημερινότητας της πόλης, το οποίο πάντοτε διαφεύγει, αλλά πάντοτε επιστρέφει για ν’ αποδείξει ότι οι λεπτομέρειες της Αθήνας σχεδόν ποτέ δεν είναι απόρροια της «τύχης». Εξάλλου, οι μικρές ιστορίες τους φωτίζουν τις αδιόρατες αστικές συνήθειες, υπό το φως της αξίας τους ως συνδιαμορφωτών της ταυτότητας του Αθηναίου πολίτη.

Με διαφορετικό ήχο και με πιο επιθετική στάση, ο The Boy γράφει το μανιφέστο της αστικής παρακμής (ενδεικτικά: «Νανούρισμα άστεγης μητέρας σε σχεδόν νεκρό μωρό»). Η μουσική του αποτελεί την ανατομία του σύγχρονου κατοίκου της μητρόπολης που έρχεται αντιμέτωπος με την επανερχόμενη εικόνα της καταστροφής. Ο The Boy φιλοξενεί στους ήχους και τις λέξεις του την Αθήνα που εγκλωβίζεται στις παθογένειες που κληρονόμησε από τις πρόσφατες δεκαετίες, όπου η ζωή ήταν «αλλιώς» και που τώρα ήρθε η ώρα της αμείλικτης αποπληρωμής.

Ο δίσκος ―ή, καλύτερα, η παλιά καλή κασέτα― της σύγχρονης Αθήνας συμπληρώνεται από κομμάτια των Baby Guru, των Berlin Brides, των Egg Hell, του Aγγελου Κυρίου, των Victory Collapse και των My Drunken Haze. Το ηχητικό ψηφιδωτό ―ή παλίμψηστο― της πρωτεύουσας αποκρυσταλλώνεται από τη μουσική τους, σε μια «ζωή που αλλάζει δίχως να κοιτάζει τη δική σου μελαγχολία».

Η Αθήνα είναι, εκτός από τόπος, κατάσταση· είναι ένα αστικό συνονθύλευμα καταπίεσης και απελευθέρωσης, μεγαλείου και λούμπεν, μοντέρνου και μπανάλ, θορυβώδους και ήσυχου. Η μοναδικότητά της έχει να κάνει με την απουσία υπεροψίας, με τη διαρκή προσπάθειά της ν’ αγαπήσει και ν’ αγαπηθεί από τους κατοίκους της. Κι ευτυχώς, υπάρχουν εκείνοι που την αγαπούν και την αναδιαμορφώνουν, καθ’ όσον οι υπόλοιποι είμαστε απασχολημένοι με τη στεγνή, ωμή αστική μας μοναξιά.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή