Η λεπτή υποκρισία του οπαδού

Η λεπτή υποκρισία του οπαδού

3' 22" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Όποιος έχει πρόσβαση στην εξουσία, έχει πρόσβαση και σε μία ή και περισσότερες μορφές ισχύος, κι έτσι οι ευκαιρίες για αυτό που αποκαλούμε “διαφθορά” είναι πολλές. Πολύ λίγοι άνθρωποι που αποκτούν τέτοιες θέσεις έχουν τις αντοχές να μην κάνουν τίποτα, να μην διορίσουν κάποιον κάπου, να μην δεχτούν κάτι από κάποιους, έστω και με αθώα περιτυλίγματα, με δικαιολογίες ή άλλοθι. Το ποιοι είναι αυτοί που έχουν αυτές τις αντοχές δεν ήταν ποτέ κριτήριο επιλογής για τους Έλληνες ψηφοφόρους, που ούτως ή άλλως συμμετείχαν και στο όλο αλισβερίσι. Η δημόσια υποκρισία για το θέμα αυτό είναι ένα εγγενές στοιχείο του πολιτικού διαλόγου. Όλοι διορίζουν, όλοι κάνουν ρουσφετάκια, όλοι φροντίζουν τους πελάτες/ψηφοφόρους της περιφερείας τους και, φυσικά, τους φίλους και τους συγγενείς τους. Ή, έστω, σχεδόν όλοι. Ταυτόχρονα, όλοι υποκρίνονται ότι αυτή η καθολική μεμβράνη διαφθοράς δεν σκεπάζει το πολιτικό σύστημα, ή ότι είναι συμπυκνωμένη σε συγκεκριμένους, αντίπαλους πολιτικούς χώρους, μια εξαίρεση στον κανόνα, που όταν οι δικοί μας θα έρθουνε στα πράγματα θα την καταπολεμήσουν, θα δείτε.

Κι αυτή η υποκρισία, εδώ που τα λέμε, είναι αναμενόμενη και σύνηθες φαινόμενο όπου υπάρχει δημοκρατία και ΜΜΕ. Το περίεργο φαινόμενο που θέλω να συζητήσω εδώ, όμως, είναι η μεταφορά της υποκρισίας αυτής εκτός πολιτικού προσωπικού, στο πεδίο διαλόγου των πολιτών, και δη των πιο πολιτικοποιημένων από αυτούς. Κι εκεί αυτή η υποκρισία είναι ακόμα πιο εκπληκτική, γιατί παίρνει τη μορφή της παλαβής εθελοτυφλίας, παρωπίδων σχεδόν θρησκευτικής μορφής.

Αυτό φαίνεται πάρα πολύ έντονα σε περιόδους όπως η τρέχουσα, όταν εντελώς μαγικά εμφανίζονται σκάνδαλα και σκανδαλάκια σε εφημερίδες που, προφανώς, περιμένουν τις προεκλογικές εκστρατείες για να κάνουν ρεπορτάζ. Τη στιγμή που γράφω αυτές τις λέξεις, το φαινόμενο εκφράζεται κραυγαλέα στον τρόπο με τον οποίο πιστοί οπαδοί του ΣΥΡΙΖΑ αντιμετωπίζουν το θέμα που έχει προκύψει με την κατασκευαστική εταιρεία του Αλέκου Φλαμπουράρη.

Όταν αποφασίζεις να συνταχθείς με ένα πολιτικό κόμμα, κάνεις αναπόφευκτα κάποιες εκπτώσεις. Στην περίπτωση πολλών συμπολιτών μας, για τους οποίους η “σύνταξη με ένα κόμμα” κυμαίνεται από απλό οπαδιλίκι μέχρι κανονική θρησκευτικού τύπου πίστη και αφοσίωση, οι εκπτώσεις είναι τόσο μεγάλες που καταντούν κωμικοτραγικές, σα να αγνοείς εντελώς την “παράγκα” της αγαπημένης σου ομάδας για να μη στερήσεις από τον εαυτό σου τη χαρά του πανηγυρισμού.

Αν το καλοσκεφτεί κανείς, το raison d’être του ΣΥΡΙΖΑ είναι η ανάδειξη της διαπλοκής της πλουτοκρατίας με τους πολιτικούς εχθρούς του, του πόσο κλέφτες και διεφθαρμένοι είναι όλοι τους. Πράγμα που έχει και σοβαρές δόσεις αλήθειας. Ταυτόχρονα όμως οι οπαδοί/πιστοί του ΣΥΡΙΖΑ ευχαρίστως παρακάμπτουν τη “Διάτμηση” του Φλαμπουράρη, τα δωράκια του πρωθυπουργού από το μαιευτήριο, τις βόλτες με το σκάφος του φίλου επιχειρηματία, τη θερμή, θερμότατη υποστήριξη από τα κατώτατα υποστρώματα του εκδοτικού κατεστημένου, τους γνωστότατους διορισμούς και τα ρουσφέτια των ξαδέρφων και των φίλων. Στο παραμικρό ψήγμα υποψίας σκανδάλου εχθρών, πέφτουν ακαριαία βροχή τα shares και τα ειρωνικά tweets. Στα σοβαρά σκάνδαλα των δικών μας δεν καταγγέλουμε, προς θεού, είτε ακούμε προσεκτικά, πανέτοιμοι να κάνουμε share ύποπτα έγγραφα που μπορούν έστω και να υποννοήσουν μιας μορφής δικαιολογία, είτε αγνοούμε.

Κι αυτό το κάνουν όλοι.

Οι οπαδοί/πιστοί άλλων κομμάτων παρακάμπτουν πανεύκολα τα 104 εκ. των υποβρυχίων, την πρόωρη σύνταξη της Φώφης, την καταδίκη του Πάνου Καμμένου για συκοφαντική δυσφήμιση, ή το ότι ο Βασίλης Λεβέντης, άλλος πολέμαρχος κατά της διαπλοκής, πούλησε το (καταπατηθέν) κανάλι του στο Μάκη Κουρή και, βέβαια 40 χρόνια πρότερης διαφθοράς, σπάνια νόμιμης και ποτέ ηθικής, του χρεοκοπημένου δικομματισμού. Τα σκάνδαλα και οι αδυναμίες των εχθρών είναι κατακριτέα και επονείδιστα, τα σκάνδαλα των δικών μας είναι ανύπαρκτα, ποιά σκάνδαλα;

Να πούμε εδώ βεβαίως ότι η διαφθορά δεν χρειάζεται να είναι το μόνο κριτήριο επιλογής για έναν ψηφοφόρο. Ίσα ίσα, μερικές φορές μπορεί να αποβεί και παραπλανητικό. Οι καλύτεροι πολιτικοί δεν είναι πάντα και οι πιο “καθαροί”, δείτε ας πούμε το παράδειγμα του Λίντον Τζόνσον. Αλλά η υποκρισία που υπάρχει εγγενής στον πολιτικό διάλογο εδώ ξεπερνά κάποια όρια, και καταντά παθολογική. Όταν επιλέγεις να αγνοείς μέρος της πραγματικότητας για πάρα πολύ καιρό, μπορείς να είσαι καλός στρατιώτης και να απολαμβάνεις τα προφανή ψυχολογικά -ή, ενίοτε, και υλικά- οφέλη από τη στράτευσή σου. Ταυτόχρονα όμως χάνεις κάτι σημαντικό:

Επαφή με την πραγματικότητα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή