Ο «μυστικός κόσμος» της ανεξάρτητης Sarah

Ο «μυστικός κόσμος» της ανεξάρτητης Sarah

4' 1" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«…Οταν ήσουν 19, δεν ήθελες ποτέ να δημιουργήσεις κάτι όμορφο και αγνό, μόνο και μόνο ώστε μια μέρα να του βάλεις φωτιά και να δεις την πόλη να φωτίζεται καθώς καίει;».

Με αυτή την πολύ… ροκ ατάκα ξεκινά το ντοκιμαντέρ «My Secret World» της πρωτοεμφανιζόμενης Λούσι Ντόουκινς, το οποίο αφηγείται τη συναρπαστική ιστορία της Sarah Records, της πιο «ανεξάρτητης» ίσως δισκογραφικής που δημιουργήθηκε ποτέ. Το ίδιο αυτό σλόγκαν συνόδευσε και το εκατοστό 45άρι βινύλιο που εξέδωσε η εταιρεία το 1995, τερματίζοντας τη λειτουργία «με τους δικούς της όρους» και μένοντας πιστή στο δόγμα των μόλις 8 χρόνων λειτουργίας, που ήταν όμως αρκετά για να την καταστήσουν θρύλο.

Η «Sarah», όπως την αποκαλούν τρυφερά οι φίλοι της, ιδρύθηκε το 1987 στο Μπρίστολ της Βρετανίας από την Κλερ Γουάντ και τον Ματ Χέινς, ένα ζευγάρι φοιτητών οι οποίοι θέλησαν με αυτό τον τρόπο να παντρέψουν τη λατρεία τους για τη μουσική και την ποπ κουλτούρα με τα ιδεολογικά και κοινωνικά τους πιστεύω. «Και μόνο που μια γυναίκα εμπλεκόταν ισότιμα στην ιδιοκτησία και τη λειτουργία μιας δισκογραφικής ήταν για τα ’80s γεγονός μοναδικό – ακόμα και σήμερα είναι κάτι σπάνιο. Επιπλέον ο πολιτικός και ηθικός τους κώδικας, στον οποίο δεν έκαναν καμία έκπτωση, ήταν αξιοθαύμαστος» επισημαίνει η σκηνοθέτις, την οποία συναντήσαμε στην Αθήνα με την ευκαιρία της παρουσίασης του ντοκιμαντέρ στις Νύχτες Πρεμιέρας την περασμένη εβδομάδα.

Ολα μόνοι τους

Πιστοί στην DIY πρακτική, προφανώς και εξ ανάγκης, οι ιδρυτές της Sarah έκαναν τα πάντα μόνοι τους: από τον σχεδιασμό των εξωφύλλων και τη συγγραφή των συνοδευτικών fanzines, μέχρι την τοποθέτηση των δίσκων στις θήκες τους και το μοίρασμα σε συναυλίες και φεστιβάλ. Παρά τις φαινομενικά ανυπέρβλητες οικονομικές δυσκολίες –τα πρώτα χρόνια πηγαινοέρχονταν σε συναυλίες με ωτοστόπ και περνούσαν το πρωί από τον φούρνο για το μισοτιμής ψωμί της προηγουμένης, ενώ δεν είχαν καν δικό τους τηλέφωνο– ο Ματ και η Κλερ κατάφεραν όχι μόνο να επιβιώσουν, αλλά και να αναδείξουν στο μεταξύ μερικά εξαιρετικά μουσικά σχήματα.

Οι Field Mice, οι Blueboy, οι Heavenly και πολλοί άλλοι, μπορεί να μη γνώρισαν ποτέ μεγάλων διαστάσεων εμπορική επιτυχία, ωστόσο αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης του σημαντικού indie κινήματος της δεκαετίας του ’90. Τα λόγια ευγνωμοσύνης των μελών τους που προβάλλονται στο ντοκιμαντέρ, παρά την αδυναμία της εταιρείας να τους προωθήσει περισσότερο, είναι ενδεικτικά του έργου που παρήγαγε η Sarah.

«Ηταν όλη αυτή η λογοτεχνία, η αστεία, παράξενη, σχεδόν σουρεαλιστική προσέγγιση που ξεχώριζε τη Sarah, κυρίως όλα όσα συνόδευαν τους δίσκους πέρα από την ίδια τη μουσική», μας είπε η Λούσι Ντόουκινς. Την έλλειψη χρημάτων κάλυπτε η εξαντλητική προσωπική εργασία, με αποτέλεσμα κάθε έκδοση της εταιρείας να είναι προσεγμένη στη λεπτομέρεια: όλα τα εξώφυλλα των δίσκων έφεραν εικόνες από αξιοθέατα του Μπρίστολ, ενώ στο εσωτερικό μπορούσε κανείς να βρει τα πάντα, από ποιήματα και επιτραπέζια παιχνίδια μέχρι πολιτικά μανιφέστα –κυρίως κατά του θατσερισμού και των κάθε είδους διακρίσεων– αλλά και προσωπικές εξομολογήσεις των νεαρών ιδιοκτητών.

Επέκταση των παραπάνω ήταν τα fanzines, τα χειροποίητα δηλαδή μουσικά περιοδικά που αποτελούσαν το θεμέλιο της ανεξάρτητης έκφρασης και φιλοσοφίας κόντρα στον «επίσημο», κατευθυνόμενο από οικονομικά συμφέροντα Τύπο. Η αντίδραση πάντως δεν έμεινε ατιμώρητη. Η δισκογραφική και οι μπάντες που εκπροσωπούσε πολεμήθηκαν ανελέητα από τα μεγάλα λονδρέζικα περιοδικά, καθώς και από ένα μεγάλο κομμάτι της μέινστριμ μουσικής σκηνής, τα πρότυπα της οποίας ήταν μίλια μακριά από τις πρακτικές της Sarah.

Για την μπάντα του μήνα

«Ολη η ιδέα ήταν η παραγωγή φτηνής, “αναλώσιμης” ποπ για την ευχαρίστηση της στιγμής, δεν είχε σκοπό τη διάρκεια ή τη συλλεκτικότητα· αυτό που μετρούσε ήταν εκείνη η μπάντα που σου αρέσει αυτό τον μήνα. Αυτή ως προσέγγιση είναι πολύ γοητευτική», επισημαίνει η σκηνοθέτις και συμπληρώνει πως «αν ο Ματ ξεκινούσε σήμερα, θα ασχολούνταν πιθανότατα με κυκλοφορίες mp3 ή κάτι τέτοιο, το φθηνότερο, πιο εφήμερο μέσο δηλαδή».

Το αξιοσημείωτο βέβαια είναι πως αυτή η ιδέα του «εφήμερου» και της «φτηνής ποπ» –θυμίζει λίγο τον τίτλο του υπέροχου δίσκου των Κόρε. Υδρο. («Φτηνή ποπ για την ελίτ»)– κατάφερε να παράγει κάτι το οποίο έμεινε τελικά στην ιστορία. Το χρονικό της Sarah Records αναφέρεται συνεχώς σε όλο τον κόσμο –περιέργως η εταιρεία είναι ακόμα πιο διάσημη εκτός Βρετανίας– ακόμα και 20 χρόνια μετά το κλείσιμό της, ως το πιο επιτυχημένο παράδειγμα ιδεαλισμού και ανιδιοτελούς εργασίας στον χώρο της ευρύτερης μουσικής βιομηχανίας.

Γνωρίζοντας πως η Λούσι Ντόουκινς έχει τη δική της εταιρεία παραγωγής –αυτή δημιούργησε και το ντοκιμαντέρ– την ρωτάμε πόσο επηρεασμένη είναι και η ίδια από τις πρακτικές της Sarah. «Σίγουρα η Sarah αποτελεί πηγή έμπνευσης για μένα, κυρίως στο κομμάτι της σκληρής δουλειάς και της ηθικής, η οποία μπαίνει πάνω από τα χρηματικά κίνητρα. Εγώ πάντως δεν ενθαρρύνω κανέναν, ειδικά τους νέους, να δουλεύουν χωρίς αμοιβή, κάτι το οποίο αποτελεί κοινή πρακτική στον χώρο των μίντια στις μέρες μας. Υπάρχουν άνθρωποι που μου λένε “θα έρθουμε να δουλέψουμε για σένα δωρεάν, θα κοιμόμαστε στο πάτωμα κτλ.” κι εγώ τους λέω όχι, γιατί το θεωρώ ανήθικο».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή