2015: Tι σχολείο θέλουμε;

2' 14" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο υπότιτλος του άρθρου είναι δανεισμένος από το βιβλίο του Ε.Π. Παπανούτσου και συνδέει το παρόν με το παρελθόν (1964), όταν έγινε μια σοβαρή προσπάθεια εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, η οποία δεν ολοκληρώθηκε και αναδεικνύει σε διαχρονικό φαινόμενο την πολιτική πρακτική του «ράβε-ξήλωνε» στην Παιδεία. Πέρασαν χρόνια, είχαμε βήματα εκσυγχρονισμού του δημόσιου σχολείου. Ακόμα δεν έχουμε καταλήξει στο τι σχολείο θέλουμε; Το ερώτημα είναι σύνθετο, αφού αφορά σε πολιτικές επιλογές και εκπαιδευτικές προσεγγίσεις. Η απάντησή του όμως είναι αναγκαία και κατεπείγουσα.

Το 2010, το υπουργείο Παιδείας σε συνεργασία με τον ΟΟΣΑ και σημαντικούς παιδαγωγούς, Ελληνες και Ευρωπαίους, επένδυσε στην ποιότητα με την πολιτική πρόταση του Νέου Σχολείου. Στο κέντρο της βρίσκονται τα Νέα Προγράμματα Σπουδών (ΝΠΣ) που αφορούν το σύνολο της εκπαιδευτικής διαδικασίας, στοχεύουν στην εσωτερική, ποιοτική μεταρρύθμιση των σχολείων, έχουν στο επίκεντρο τον μαθητή, τον εκπαιδευτικό και τη σχολική μονάδα. Μεταρρύθμιση στο σχολείο χωρίς αλλαγή στα Προγράμματα Σπουδών δεν υπάρχει.

Τα ΝΠΣ συντάχτηκαν από ειδικούς επιστήμονες, πανεπιστημιακούς, σχολικούς συμβούλους και εκπαιδευτικούς της πράξης με ανοιχτή διαδικασία, έλαβαν υπόψη τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (2009), προτάσεις επιστημονικών ενώσεων, σύγχρονα επιστημονικά δεδομένα και εφαρμόστηκαν πιλοτικά (145 σχολεία).

Από το 2012 το Νέο Σχολείο αφέθηκε στην τύχη του, και τα ΝΠΣ που αγγίζουν τον κάθε μαθητή παραμένουν στα συρτάρια. Ενα παράδειγμα: Από το 2010 διδάσκονται Αγγλικά και Υπολογιστές από την Α΄ Δημοτικού, με στόχο την απόκτηση Κρατικού Πιστοποιητικού στο σχολείο. Από το 2012 κανείς υπουργός δεν προχώρησε στην πιστοποίηση.

Είκοσι χρόνια στην εκπαίδευση ξέρω ότι υπάρχουν δύο κατηγορίες εκπαιδευτικών: οι δάσκαλοι και οι απασχολούμενοι στην εκπαίδευση. Οι πρώτοι, η μεγάλη πλειοψηφία, απαιτούν να ανοίξει διάλογος και να επιτευχθεί η ευρύτερη συναίνεση ώστε να γνωρίζουμε πού πάμε και να δώσουμε την ψυχή μας γι’ αυτούς που είμαστε ταγμένοι να μορφώσουμε, τους μαθητές μας.

Χρειάζεται να αποφασιστούν οι διαδικασίες εφαρμογής του Νέου Σχολείου με διάλογο σε ένα πεδίο που δεν είναι ναρκοθετημένο συντεχνιακά, συνδικαλιστικά και κομματικά. Η πρόταση Διαμαντοπούλου για κοινωνική συναίνεση και ψήφιση από τα 2/3 της Βουλής σε νόμους της Παιδείας είναι αναγκαία όσο ποτέ. Ισως είναι και ο μόνος δρόμος ώστε οι μεταρρυθμίσεις για την Παιδεία, που οραματίστηκαν μεγάλοι διανοητές, Γληνός, Δελμούζος, Παπανούτσος, Δημαράς, αλλά και πιο σύγχρονοι, να εφαρμοστούν.

Κι ενώ άλλες χώρες, Πολωνία, Πορτογαλία, Ισπανία, εφαρμόζουν από το 2010 την πολιτική του Σχολείου του 21ου αιώνα, και η Ιταλία με τον Ρέντσι, και έχουν τα πρώτα θετικά αποτελέσματα, εμείς θα ξεκινήσουμε πάλι από το μηδέν.

Με τα σχολεία σε κατάσταση διάλυσης, με τα ειδικά σχολεία κλειστά και με την πρώτη Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου για την Παιδεία είναι η στιγμή που δάσκαλοι, γονείς και κάθε Ελληνας θα πει: «Ναι, εκτός από τον ΕΝΦΙΑ, με νοιάζει και η Παιδεία».

* Η κ. Ελένη Μπούντα είναι διδάκτωρ Ιστορίας, σχολική σύμβουλος

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή