Οι μέρες που έκριναν το μέλλον του ευρώ

Οι μέρες που έκριναν το μέλλον του ευρώ

10' 21" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αργά το απόγευμα της Παρασκευής 10 Ιουλίου, την ώρα που οι υπουργοί Οικονομικών της Ε.Ε. ετοίμαζαν τις αποσκευές τους για τις Βρυξέλλες, όπου θα διεξαγόταν ένα ακόμη Eurogroup αφιερωμένο στην ελληνική κρίση, μήνυμα email από το Βερολίνο προσγειωνόταν στα εισερχόμενα πολύ μικρού αριθμού ανώτατων αξιωματούχων.

Το γερμανικό μήνυμα, με αποστολέα τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, έλεγε: «Πρέπει να προσφερθεί στην Ελλάδα η δυνατότητα μιας σύντομης διαπραγμάτευσης, με στόχο προσωρινή έξοδο από την Eυρωζώνη». Ηταν η πρώτη φορά που το ενδεχόμενο ενός –έστω και προσωρινού– Grexit ακουγόταν από επίσημα ευρωπαϊκά χείλη.

«Το μήνυμα ήταν ξεκάθαρο. Ηταν γραμμένο, στυγνό και ωμό», λέει ένας αποδέκτης του. Ο Σόιμπλε, ο πλέον έμπειρος εν ενεργεία πολιτικός στην Ευρώπη, είχε επιλέξει να χτυπήσει στην καρωτίδα. Το email σήμανε συναγερμό σε Παρίσι, Ρώμη, Φρανκφούρτη και Βρυξέλλες. «Ουδέποτε διακινήθηκε ευρέως. Μόνο στους κεντρικούς παίκτες. Σήμαινε ότι η στάση είχε σκληρύνει και ήταν ξεκάθαρο ότι το Grexit αποτελούσε εναλλακτική λύση. Τη Δευτέρα θα έπρεπε να αρχίσουμε τις προετοιμασίες», λέει ένας παραλήπτης του μηνύματος.

Πέρα από την έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ, το non paper του Σόιμπλε προέβλεπε μεταφορά περιουσιακών στοιχείων του ελληνικού Δημοσίου ύψους 50 δισ. ευρώ σε Ταμείο ελεγχόμενο από τον ESM με έδρα το Λουξεμβούργο. Επρόκειτο για μία μαζική πώληση στα πρότυπα της ιδιωτικοποίησης των περιουσιακών στοιχείων του ανατολικογερμανικού κράτους μετά την πτώση του Τείχους. Τα έσοδα επρόκειτο να χρησιμοποιηθούν για τη σταδιακή αποπληρωμή του ελληνικού χρέους.

Η πρόταση έμοιαζε σχεδιασμένη να προκαλέσει έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ. Αξιωματούχος που έλαβε μέρος στις συνομιλίες έγραψε σε συνάδελφό του ότι η πιθανότητα Grexit είχε φθάσει το 60%. «Πολλοί το θεώρησαν πραγματικά σκανδαλώδες», είπε ανώτατος διπλωμάτης στις Βρυξέλλες. «Ηταν απίστευτο. Καμία χώρα δεν μπορούσε να το αποδεχθεί». Για τον Ματέο Ρέντσι, το τελεσίγραφο Σόιμπλε ήταν μία ταπείνωση της Ελλάδας από τη Γερμανία που δεν έπρεπε να περάσει.

Κάποιοι ηγέτες αμφέβαλλαν κατά πόσον ο Σόιμπλε σοβαρολογούσε. Ανώτατοι αξιωματούχοι της ΕΚΤ, της Κομισιόν και του ESM αντελήφθησαν, όμως, ότι ο Σόιμπλε δεν μπλοφάρει και ότι είχε αποφασίσει από τις αρχές της χρονιάς, πριν καν εκλεγεί ο Τσίπρας, ότι η Ευρωζώνη πρέπει να εκκαθαριστεί από τους αδύναμους.

Ο ελιγμός της 10ης Ιουλίου έσπασε ένα ταμπού. Η συμμετοχή στην Ευρωζώνη υποτίθεται ότι είναι αμετάκλητη, αλλά ο Σόιμπλε έδειξε για πρώτη φορά ότι για τη Γερμανία, το κοινό νόμισμα δεν είναι αιώνιο. Η αποκάλυψη τρόμαξε πολιτικούς σε όλη την Ευρώπη.

Το έγγραφο Σόιμπλε δήλωνε ότι σύμφωνα με τους κανόνες του ευρώ, δεν μπορεί να υπάρξει «κούρεμα» χρέους. Αν όμως η Ελλάδα έφευγε προσωρινά από το ευρώ, οι χειρονομίες για την απομείωση του ελληνικού χρέους θα μπορούσαν να γίνουν πολύ πιο γενναιόδωρες. Ηταν κάτι σαν δωροδοκία: θα σας πληρώσουμε για να φύγετε.

«Γιούνκερ και Ολάντ συμφώνησαν ότι πρόκειται για δραματική προοπτική που δεν πρέπει να υλοποιηθεί», είπε πηγή των Βρυξελλών. «Αλλά κανείς δεν ήταν σίγουρος αν ήταν μόνο ιδέα του Σόιμπλε ή αν το είχε συμφωνήσει με τη Μέρκελ». «Η θέση μας διαμορφωνόταν πάντα σε συμφωνία με την ομοσπονδιακή κυβέρνηση», είπε αργότερα ο Σόιμπλε.«Συντάχθηκε στο υπουργείο Oικονομικών, το συζήτησα λέξη προς λέξη με την καγκελάριο την Παρασκευή και ενημέρωσα τηλεφωνικά τον αντικαγκελάριο (Γκάμπριελ). Μετά πήγαμε στις Βρυξέλλες».

Το τριήμερο που ακολούθησε εκτυλίχθηκαν οι πιο έντονες, οι πιο διχαστικές και οι πιο ζωηρές συζητήσεις που έχουν γίνει ποτέ μεταξύ των υπευθύνων της ευρωπαϊκής οικονομίας. Ως την τελευταία στιγμή, κανείς δεν ήξερε πώς θα κατέληγαν.

Κατά τους έξι προηγούμενους μήνες, οι διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα πήγαιναν από το κακό στο χειρότερο. Σε μία συνεδρίαση, τον Φεβρουάριο, ο Βαρουφάκης και ο Ντάισελμπλουμ παραλίγο να πιαστούν στα χέρια. «Υπήρξε μια στιγμή έντασης ανάμεσα στον Ντάισελμπλουμ και τον Βαρουφάκη», αποκάλυψε ο επίτροπος Μοσκοβισί. «Ο ένας κατηγορούσε τον άλλον ότι λέει ψέματα. Χρειάστηκε να παρέμβω. Πήρε λίγη ώρα να τους χωρίσω». Από εκείνη τη στιγμή, ο Βαρουφάκης και ο Ντάισελμπλουμ δεν ξαναμίλησαν.

Δημιουργικές ιδέες και φονικά αστεία

Λίγο αφότου οι Ελληνες απέρριψαν τους όρους της ευρωπαϊκής λιτότητας με το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου, ο Τσίπρας έκανε στροφή 180 μοιρών, παρουσιάζοντας σκληρές μεταρρυθμιστικές προτάσεις. Η Κομισιόν και η ΕΚΤ απάντησαν θετικά στις ελληνικές προτάσεις, αλλά τα «γεράκια» της Ευρωζώνης δεν επρόκειτο να συμφωνήσουν. Ηθελαν να γράψουν εκείνοι το πρόγραμμα, όχι οι Ελληνες. Στο Εurogroup, οι υπουργοί Οικονομικών της Φινλανδίας και της Σλοβακίας ήθελαν να συζητηθεί μόνο η έξωση της Ελλάδας από την Ευρωζώνη. (Αργότερα προέκυψε ότι ο Φινλανδός Στουμπ είχε λάβει οδηγίες να μη συζητήσει και να μη συμφωνήσει σε νέο πακέτο διάσωσης.) Ο Σόιμπλε ήταν μετρημένος, αλλά κάποιοι άλλοι συμπεριφέρονταν σκαιά απέναντι στην Ελλάδα. Ο μόνος που διαφώνησε δημοσίως με το σχέδιο Σόιμπλε για έξωση της Ελλάδας ήταν ο Γάλλος υπουργός Μισέλ Σαπέν, ο οποίος μίλησε για «θεατρινισμούς». Κατ’ ιδίαν, ο Σαπέν είπε ότι δεν υπήρχε πρόβλεψη για αποπομπή χωρών από την Ευρωζώνη. Ομως, θα μπορούσαν τα πράγματα να δυσκολέψουν τόσο πολύ για την Αθήνα ώστε να μην έχει άλλη επιλογή από το να φύγει.

Στη διάρκεια της συνεδρίασης, που περιγράφηκε ως «αντρική υπόθεση», ο Σόιμπλε έκανε μια παρέμβαση με στόχο να σοκάρει. Πρότεινε να γυρίσουν στην Ελλάδα όλοι οι Ελληνες που εργάζονται στη γραφειοκρατία των Βρυξελλών, προκειμένου να βοηθήσουν στην αναδιάρθρωση του δυσλειτουργικού ελληνικού Δημοσίου. «Μόνο εγώ έχω δημιουργικές ιδέες εδώ μέσα», είπε, αψηφώντας τις διαφωνίες.

Η πιο ουσιαστική αντίδραση προς τον Σόιμπλε ήρθε από τον επικεφαλής της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι, ο οποίος ανέφερε ότι 25 δισ. από το νέο πακέτο πρέπει να χρησιμοποιηθούν για την ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών. Ο Σόιμπλε είπε ότι το 2012 δόθηκαν στις ίδιες τράπεζες 37 δισ. και ότι αυτήν τη φορά, την ανακεφαλαιοποίηση πρέπει να την πληρώσουν οι επενδυτές, οι μέτοχοι και οι καταθέτες. Το τετρασέλιδο έγγραφο που συνέταξε στο τέλος της συνόδου ο Ντάισελμπλουμ συνέχιζε να περιέχει τις προτάσεις περί Grexit σε αγκύλες (ως πρόταση στην οποία δεν είχαν συμφωνήσει όλοι).

Κομπάρσοι

Στις 4 το απόγευμα της Κυριακής 12 Ιουλίου, η Μέρκελ, ο Τσίπρας και οι υπόλοιποι 17 ηγέτες της Ευρωζώνης έφθασαν στον τελευταίο όροφο του κτιρίου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Οι περισσότεροι από τους παρευρισκομένους ήταν απλώς κομπάρσοι, καθώς η συνάντηση περιστρεφόταν κατά βάση γύρω από τη διαπραγμάτευση της Μέρκελ με τον Τσίπρα, με τη μεσολάβηση του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Ντόναλντ Τουσκ, και του Γάλλου προέδρου Φρανσουά Ολάντ. «Είναι σαν το βασανιστήριο του εικονικού πνιγμού», είχε πει τότε ανώτατος αξιωματούχος « (η Μέρκελ και ο Ολάντ) θέλουν να δουν αν (ο Τσίπρας) πράγματι θα το κάνει».

«Ποτέ δεν είχαμε δει κάτι τέτοιο», είπε κάποιος. «Τρεις-τέσσερις άνθρωποι συναντιούνταν ξεχωριστά και λάμβαναν αποφάσεις, ενώ όλοι οι άλλοι δεν είχαν τίποτα να κάνουν, κάποιοι κοιμούνταν. Αυτό δεν άρεσε. Εχει αφήσει σημάδια».

Η Μέρκελ και ο Τσίπρας πέρασαν πάνω από 10 ώρες μακριά από την αίθουσα της συνόδου, κλεισμένοι στο δικό τους ψυχόδραμα που θα έκρινε το μέλλον του ευρώ. Ο Τσίπρας, που δεν ένιωθε άνετα με τις οικονομικές λεπτομέρειες, ζήτησε να λάβει μέρος στις συζητήσεις και ο Ελληνας υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος. Κανένα πρόβλημα, απάντησε η Μέρκελ, αλλά σε αυτή την περίπτωση θα χρειαζόταν κι εκείνη τον Σόιμπλε. Τα πρόσωπα σκοτείνιασαν και μετά φωτίστηκαν. Η Μέρκελ αστειευόταν.

Πολύωρο «φλερτ» με την καταστροφή

Η πρόταση Σόιμπλε για «time out» από το ευρώ γρήγορα διαγράφηκε από το προσχέδιο ως περιττή. Αν υπήρχε συμφωνία, η Ελλάδα δεν θα έφευγε. Αν η σύνοδος κατέληγε σε αποτυχία, έτσι κι αλλιώς αυτό θα ήταν το αποτέλεσμα, οπότε δεν υπήρχε κανένας λόγος να γραφτεί.

Οι «κόκκινες γραμμές» του Τσίπρα έγιναν γρήγορα σαφείς. Πρώτον, ήθελε να αποφύγει το ΔΝΤ ή τουλάχιστον την ταπείνωσή του να υποβάλει αίτημα βοήθειας. Δεύτερον, δεν ήθελε να πάρει πίσω ψηφισμένους νόμους. Τρίτον και σημαντικότερον, δεν δεχόταν το Ταμείο με έδρα το Λουξεμβούργο που ζητούσε ο Σόιμπλε, θεωρώντας το εξωφρενική προσπάθεια της Ευρώπης να κλέψει τα ελληνικά ασημικά.

Ο Ολλανδός πρωθυπουργός Ρούτε ζητούσε με ιδιαίτερη επιμονή την ακύρωση ψηφισμένων νόμων, ενώ η συμβιβαστική λύση προήλθε από την επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ, η οποία είπε ότι ορισμένοι νόμοι θα μπορούσαν να διατηρηθούν «για ανθρωπιστικούς λόγους».

Στις 3 το πρωί της Δευτέρας, οι Ελληνες και οι Γερμανοί ήταν αμετακίνητοι. Οι Γάλλοι και οι Ιταλοί είχαν ανησυχήσει. Ο Ολάντ έφυγε από τη σύνοδο, χτύπησε στο παράθυρο της ιταλικής αποστολής και ρώτησε αν ο Ρέντσι ήταν μέσα. «Τι θα κάνουμε με την Ελλάδα;», τον ρώτησε. Επειτα από ημίωρη συζήτηση, ο Ολάντ και ο Ρέντσι αποφάσισαν ότι η Ελλάδα πρέπει να μείνει στο ευρώ πάση θυσία. Εν συνεχεία ο Ρέντσι πήγε στη Μέρκελ και στον Τσίπρα και τους ικέτεψε να συμφωνήσουν.

Στις 4 το πρωί, ο Τουσκ θεώρησε ότι η συμφωνία πλησιάζει και συγκάλεσε ξανά την ολομέλεια. Η λύση φαινόταν κοντά, αν και οι Ελληνες συνέχιζαν να μουρμουρίζουν κάτι για το ΔΝΤ και για το Ταμείο στο Λουξεμβούργο. Μετά ο Τσίπρας εξαφανίστηκε επί μισή ώρα για να κάνει τηλεφωνήματα στην Αθήνα. Οταν επέστρεψε, στις 5, ήταν χλωμός και αμετακίνητος. Η Μέρκελ είχε κι αυτή πέτρινο βλέμμα. Ο Τσίπρας τους είπε ότι η μεταφορά του Ταμείου στο Λουξεμβούργο «ήταν αδύνατη και απαράδεκτη».

Ο Τουσκ διέκοψε ξανά τη σύνοδο και συσκέφθηκε με τους ηγέτες της Ελλάδας, της Γερμανίας και της Γαλλίας. Ηταν η πιο βάρβαρη στιγμή της διαπραγμάτευσης – και η έξωση της Ελλάδας από το ευρώ έφθασε πολύ κοντά. Επί τρεις ώρες συζητούσαν για το ταμείο των 50 δισ. και δεν μπορούσαν να συμφωνήσουν ούτε για τα νούμερα ούτε για τη δομή. Ο Τουσκ φοβήθηκε ότι προεδρεύει μιας ιστορικής αποτυχίας.

Ολοι οι υπόλοιποι θεωρούσαν τη διαφωνία ελαφρώς γελοία. Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί πού θα έβρισκε η Ελλάδα περιουσιακά στοιχεία αξίας 50 δισ. προς ιδιωτικοποίηση, ενώ ήταν σαφές ότι καμία χώρα δεν θα μπορούσε να συμφωνήσει σε τέτοιο ταμείο. Το Ταμείο έκανε πολιτική ζημιά στον Τσίπρα, αλλά αν έπρεπε να το καταπιεί, επέμενε τουλάχιστον να έχει έδρα την Ελλάδα, ώστε να μπορεί να κάνει λόγο για διαφύλαξη της κυριαρχίας. Η Μέρκελ συμφώνησε, αλλά δεν ήθελε να πάνε τα μισά έσοδα του Ταμείου για επενδύσεις στην Ελλάδα. Παραχωρούσε μόνο 10 δισ. ευρώ.

Τα τελευταία κρίσιμα βήματα

Και τότε, στο τηλέφωνο του Τουσκ έφθασε μήνυμα από τον Ολλανδό πρωθυπουργό Ρούτε. Μαζί με άλλους ηγέτες που είχαν παραμεριστεί από τη διαπραγμάτευση είχαν καταρτίσει μία πρόταση για την υπέρβαση του αδιεξόδου. Τα 10 δισ. ευρώ για επενδύσεις στην Ελλάδα θα μπορούσαν να αυξηθούν σε 12,5. Ο Τουσκ και ο Τσίπρας συμφώνησαν στην πρόταση αυτή, που λέγεται ότι προήλθε από τον Πορτογάλο πρωθυπουργό Κοέλιο. Ο Ολάντ προσπάθησε να πείσει τη Μέρκελ αλλά εκείνη δυσανασχέτησε. Εν συνεχεία ο Τουσκ τής είπε ότι δεν μπορεί να πιστέψει ότι η Ευρωζώνη φλερτάρει με την καταστροφή μόλις για 2,5 δισ. Η Ε.Ε. ήταν στα πρόθυρα της πολιτικής αυτοκτονίας. Η Μέρκελ συμφώνησε να το συζητήσει, να ξανακοιτάξει τους αριθμούς και τους διαφορετικούς τρόπους με τους οποίους θα μπορούσε να δομηθεί το ταμείο.

Η συμφωνία είχε σχεδόν κλείσει. Στις 6.30 το πρωί, ο Τσίπρας ζήτησε να επιτραπεί η είσοδος σε ένα ακόμη μέλος της ελληνικής αποστολής, ώστε να βοηθήσει στη σύνταξη του κειμένου της συμφωνίας. Στην αίθουσα μπήκε ο Γκλεν Κιμ, Καλιφορνέζος επενδυτικός τραπεζίτης, βιετναμέζικης καταγωγής. Ηταν ο μόνος από την ελληνική διαπραγματευτική ομάδα που φορούσε γραβάτα. «Ηταν τόσο περίεργο», είπε ένας ανώτατος αξιωματούχος. «Αλλά ήταν τόσο αργά, όλοι ήταν τόσο κουρασμένοι και αυτό ήταν απλά ένα ακόμη περίεργο». Υστερα από 20 χρόνια ως στέλεχος της Lehman Brothers, ο Κιμ είχε σταλεί στο Λονδίνο για να επιβλέψει την εκκαθάριση της τράπεζας στην Ευρώπη. Ως άνθρωπος με σαφή γνώση των λεπτομερειών της χρηματοπιστωτικής καταστροφής, είχε προσληφθεί στις αρχές της χρονιάς από τον Βαρουφάκη για να ενισχύσει τη διαπραγματευτική ομάδα. Τώρα βρισκόταν κοντά στη Μέρκελ, τον Τσίπρα, τον Τουσκ, τον Ολάντ και τον Τσακαλώτο για τα τελευταία αποφασιστικά βήματα. Επειτα από 17 ώρες κλεισμένοι στα κεντρικά γραφεία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, οι ηγέτες της Ευρωζώνης τελικά συμφώνησαν. Στις 8.39 το πρωί, ο Βέλγος πρωθυπουργός Σαρλ Μισέλ ήταν ο πρώτος ηγέτης που έσπευσε στο τηλέφωνό του και έστειλε ένα μονολεκτικό μήνυμα «Συμφωνία».

Συνθηκολόγηση

Στο τέλος, o Τσίπρας συνθηκολόγησε προσυπογράφοντας ένα σενάριο που γράφτηκε στο Βερολίνο, παραβαίνοντας τις προεκλογικές του δεσμεύσεις και διασπώντας το κόμμα του. Το ερώτημα είναι πώς η σκληρή εμπειρία εκείνου του σαββατοκύριακου επηρέασε τη Γερμανία και την Ευρώπη. Η προσπάθεια του Σόιμπλε να εκδιώξει την Ελλάδα από την Ευρωζώνη απέτυχε, αλλά επανέφερε το φάσμα του εκφοβισμού από τη Γερμανία – όπως έγραψε η «Ζιντόιτσε Τσάιτουνγκ», η σύνοδος ήταν μια επίδειξη γερμανικής ισχύος σε βάρος του γερμανικού ηγεμονικού ρόλου.

Η Μέρκελ άκουσε τον Σόιμπλε, επέλεξε να μην τον σταματήσει και στο τέλος παραμέρισε την εισήγησή του – ίσως λιγότερο για να σώσει την Ελλάδα και το ευρώ και περισσότερο για να μην της αποδοθούν ευθύνες για τις απρόβλεπτες συνέπειες. Τη Δευτέρα το πρωί, όταν όλα είχαν τελειώσει, η εκτίμησή της για τη συμφωνία χαρακτηριζόταν, ως συνήθως, από πραγματισμό. «Τα πλεονεκτήματα», είπε, «είναι πιο πολλά από τα μειονεκτήματα».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή