Είναι δυνατή μια διαφορετική ταυτότητα;

Είναι δυνατή μια διαφορετική ταυτότητα;

3' 50" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

​​Το 1970, ο Βρετανός ψυχολόγος Henri Tajfel δημοσίευε τα αποτελέσματα μιας ρηξικέλευθης έρευνας, που κατέληγε σε δύο σημαντικά πορίσματα. Αφενός, η αίσθηση μιας κοινής ταυτότητας μπορεί να δημιουργηθεί με μεγάλη ευκολία σε άτομα που αντικειμενικά έχουν ελάχιστα κοινά στοιχεία μεταξύ τους. Αφετέρου, και σχεδόν αυτόματα, εμφανίζονται φαινόμενα διάκρισης απέναντι σε άτομα που δεν μοιράζονται την ταυτότητα αυτή.

Τα πορίσματα αυτά δείχνουν πως οι άνθρωποι έχουν μια φυσική ροπή προς την ταύτισή τους με άλλους, κάτι που έχει ερμηνευθεί και ως απαραίτητο συστατικό για την επίτευξη συνεργασίας σε πολυάριθμους πληθυσμούς, όπου είναι αδύνατη η άμεση προσωπική επαφή. Οι ταυτότητες είναι δηλαδή λειτουργικές. Συγχρόνως όμως, παράγουν διαφοροποιήσεις και διακρίσεις, πράγμα που σε ακραίες καταστάσεις μπορεί να οδηγήσει σε συγκρούσεις και βία. Είναι μάλιστα πιθανό πως όσο πιο αδύναμα είναι τα θετικά στοιχεία που συνδέουν τα μέλη μιας ομάδας, τόσο πιο πιθανή είναι η εκδήλωση επιθετικής συμπεριφοράς απέναντι σε άλλους, έτσι ώστε να ενισχυθεί η ταύτιση των μελών μεταξύ τους. Πρόκειται για τη σκοτεινή πλευρά των ταυτοτήτων.

Αφορμή για τις σκέψεις αυτές υπήρξε η έντονη δημόσια συζήτηση που ξέσπασε με αφορμή τις δηλώσεις του υπουργού Παιδείας για τον αν η βία που ασκήθηκε εναντίον του ποντιακού ελληνισμού την περίοδο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και αμέσως μετά υπήρξε ή όχι περίπτωση γενοκτονίας. Η συζήτηση αυτή κορυφώθηκε με τον χουλιγκανικό ξυλοδαρμό του βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας Γιώργου Κουμουτσάκου μπροστά στη Βουλή και ενώπιον αστυνομικών. Πώς είναι δυνατό, αναρωτήθηκα, τη στιγμή που η οικονομία καταρρέει και η πολιτική ηγεσία της χώρας αποδεικνύεται εξόφθαλμα ανίκανη να αντιμετωπίσει τα προβλήματά μας, τόσοι άνθρωποι να παθιάζονται για ένα ιστορικό θέμα με λεπτές ακαδημαϊκές αποχρώσεις; Τι μας λένε όλα αυτά για την ταυτότητα των Ελλήνων;

Δεν θα ασχοληθώ εδώ με το περιεχόμενο και τη λογική των δηλώσεων του υπουργού Παιδείας, θέμα που άλλωστε συζητήθηκε αρκετά, ούτε με το αν και κατά πόσο η βία που υπέστησαν οι χριστιανοί του Πόντου μπορεί να χαρακτηριστεί γενοκτονία, πράγμα που αποτελεί αντικείμενο εξειδικευμένης συζήτησης. Επικεντρώνω αντίθετα στην ερμηνεία των αντιδράσεων και του τρόπου με τον οποίο εκφράστηκαν. Συνοπτικά, οι αντιδράσεις αυτές επιβεβαιώνουν δύο βασικά χαρακτηριστικά της ελληνικής ταυτότητας. Το πρώτο είναι η ανασφάλεια που τη χαρακτηρίζει και το δεύτερο, άμεση συνέπεια της ανασφάλειας αυτής, είναι η ενεργοποίησή της με αρχικά αμυντικό και στη συνέχεια συχνά επιθετικό τρόπο.

Δεν αποτελούμε εξαίρεση. Ολες οι εθνικές ταυτότητες είναι ανασφαλείς και ο λόγος είναι απλός: όπως έδειξαν οι έρευνες του Tajfel (αλλά και δεκάδες άλλες που ακολούθησαν), η βάση τους είναι συνήθως πολύ πιο επιφανειακή απ’ ό,τι πιστεύουμε ή θα θέλαμε. Η υποψία της αναντιστοιχίας ανάμεσα στην επιθυμία μας και την πραγματικότητα είναι αυτή που τροφοδοτεί τα αμυντικά αντανακλαστικά. Στην περίπτωσή μας, η κεντρική θέση που κατέχει στη συνείδησή μας ένας πολύ σημαντικός αρχαίος πολιτισμός είναι φυσικό να δημιουργεί ανασφάλεια, καθώς η σύγκριση παρελθόντος και παρόντος είναι συχνά συντριπτική και, επομένως, αποθαρρυντική. Αυτό οδηγεί σε μια τάση αυτοθυματοποίησης, που, όπως έχουν δείξει σχετικές έρευνες, οδηγεί τους Ελληνες να πιστεύουν πως είναι ο πιο αδικημένος λαός του κόσμου. Χαρακτηριστικά, το 70% του δείγματος πρόσφατης έρευνας συμφώνησε με την άποψη πως «O ελληνισμός έχει υποστεί γενοκτονίες ισάξιες ή χειρότερες από την εξόντωση των Εβραίων». Είναι λοιπόν φυσικό, η κυριαρχία της αυτοθυματοποίησης να ενεργοποιεί έντονα αμυντικά αντανακλαστικά και επιθετικές συμπεριφορές.

Είμαστε καταδικασμένοι να υπηρετούμε μια ανασφαλή ταυτότητα; Η απάντηση είναι αρνητική. Οπως ανέφερα, οι άνθρωποι και οι κοινωνίες έχουν ανάγκη τις ταυτότητες. Σε έναν κόσμο που είναι οργανωμένος πάνω στη βάση των εθνικών κρατών, είναι αναπόφευκτο να κυριαρχούν οι εθνικές ταυτότητες και είναι ουτοπικό να επιδιώκει κανείς την κατάργησή τους. Αντίθετα, εκείνο που είναι και εφικτό και θεμιτό, είναι ο αναπροσδιορισμός μας με βάση θετικές και όχι αρνητικές αξίες. Αντί δηλαδή της επιλεκτικής αναζήτησης στο παρελθόν των στοιχείων εκείνων που επιβεβαιώνουν το πόσο μας καταδίωξαν και μας αδίκησαν οι «άλλοι», θα έπρεπε να αναζητούμε τις θετικές συμβολές της εθνικής μας πορείας, που συστηματικά αγνοούμε.

Αυτό το διαπίστωσα από πρώτο χέρι στις πολλές συζητήσεις που είχα με αφορμή το βιβλίο μου «Καταστροφές και θρίαμβοι», που αυτό επιχειρεί ακριβώς: την ανάδειξη, δηλαδή, των θετικών συμβολών του σύγχρονου ελληνισμού. Για να χρησιμοποιήσω ένα παράδειγμα σχετικό με την πρόσφατη συζήτηση, αντί να παθιαζόμαστε για να αναδείξουμε το τι τράβηξαν οι Ελληνες της Μικράς Ασίας (πράγμα που γίνεται συνήθως με άτσαλο και επιλεκτικό τρόπο), δεν θα έπρεπε να εμβαθύνουμε στην εντυπωσιακή επιτυχία που υπήρξε η ενσωμάτωση ενός τεράστιου αριθμού προσφύγων στη φτωχή και κατεστραμμένη Ελλάδα του 1923; Θεωρώ, συμπερασματικά, πως η οικοδόμηση μιας ταυτότητας βασισμένης σε θετικά στοιχεία σαν κι αυτό που μόλις ανέφερα, θα συνέβαλλε στην ανόρθωση της χώρας μας, αντί να τη συνοδεύει, όπως γίνεται τώρα, στην παρακμή της.

* Ο κ. Στάθης Ν. Καλύβας είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Yale.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή