Αν ξέραμε πώς πληρώνουμε…

2' 39" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η ​​αλήθεια είναι πως στα χρόνια της κρίσης αυξήθηκε πάρα πολύ το φορολογικό βάρος των πολιτών. Για την ακρίβεια, αυξήθηκε περισσότερο από όλες τις χώρες που μπήκαν σε μνημόνιο. Συγκεκριμένα, η φορολογική επιβάρυνση στην Ελλάδα αυξήθηκε κατά 5,1 ποσοστιαίες μονάδες ΑΕΠ σε σχέση με το 2009. Μάλιστα, το 2014 σε σύγκριση με το 2013 η φορολογία αυξήθηκε 1,5 ποσοστιαία μονάδα, φθάνοντας το 35,9% του ΑΕΠ. Το ποσοστό αυτό είναι υψηλότερο από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ (34,5% του ΑΕΠ), αλλά παρ’ όλα αυτά παραμένει χαμηλότερο από πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες, και όχι μόνον τις σκανδιναβικές. Στη Δανία το ποσοστό ανέρχεται σε 50,4%, στη Φιλανδία 43,9%, στη Σουηδία 42,7%. Οι Γάλλοι πληρώνουν σε φόρους το 45,2% του ΑΕΠ, οι Βέλγοι το 44,7%, οι Ιταλοί το 43,6%, οι Αυστριακοί το 43% κ.λπ. Αντιθέτως, οι Ιρλανδοί που μπήκαν και βγήκαν γρήγορα από το μνημόνιο πλήρωσαν το 2014 σε φόρους 29,9% του ΑΕΠ, οι Ισπανοί 33,2%, οι Πορτογάλοι 34,4% (OECD Revenue Statistics 2015).

Το λαϊκό επιχείρημα κατά των φόρων στην Ελλάδα είναι «ναι, αλλά τι υπηρεσίες προσφέρει το σουηδικό κράτος στους πολίτες και τι το ελληνικό;». Είναι ένα ρητορικό ερώτημα, εμφανώς λογικό, αλλά δεν είναι εξ ολοκλήρου αληθές. Η φορολογική επιβάρυνση των Ελλήνων κινείται πλέον στον μέσο όρο του ΟΟΣΑ, αλλά είναι υπερβολικά υψηλή για εκείνους που πληρώνουν και ελάχιστη έως μηδενική για κάποιους άλλους.

Δεν αναφερόμαστε μόνο στη φοροδιαφυγή. Υπάρχει π.χ. το μέρος του εθνικού εισοδήματος των αγροτών που νομίμως δεν φορολογείτο ή φορολογείται ελάχιστα. Υπάρχουν τεράστιες αδικίες στη φορολόγηση των εισοδημάτων. Η εργασία φορολογείται με ανώτατο συντελεστή 42%, ενώ το μέρος του εθνικού εισοδήματος που προέρχεται από προσόδους του κεφαλαίου φορολογείται χαμηλά και αναλόγως των πελατειακών υποχρεώσεων που είχαν οι κυβερνήσεις. Ετσι καταλήξαμε σε ένα φορολογικό σύστημα κουρελού και οι 100.000 εισόδημα από μερίσματα να επιβαρύνεται με 10.000 ευρώ φόρο. Αν το ίδιο εισόδημα είναι από τόκους καταθέσεων, η επιβάρυνση αυξάνει στα 15.000. Από ενοίκια ο φόρος γίνεται 33.000. Αν είναι ελεύθερος επαγγελματίας, θα δώσει στην εφορία 29.000 ευρώ. Στην πιο δεινή θέση είναι όποιος εργάζεται: δίνει 34.650 ευρώ.

Επειδή το κράτος πάντα έχει περισσότερα έξοδα, φτάσαμε στο σημείο να επιβαρύνεται η κατοχή ακόμη και ανενεργού περιουσίας, π.χ. τα ξενοίκιαστα διαμερίσματα. Είναι δε εκπληκτικό ότι όλες οι κυβερνήσεις τιμωρούν εκείνους που στοχεύουν στην παραγωγή: η δεξιά κυβέρνηση των Σαμαρά-Βενιζέλου αύξησε τον φόρο στα αδιανέμητα κέρδη (από 20% σε 26%) και μείωσε τη φορολογία των διανεμόμενων από 25% σε 10%! Τα δε σαΐνια της Πρώτης Φοράς μελετούν την αύξηση της φορολογίας στα αδιανέμητα κέρδη στο 29%.

Ενα απλό, δίκαιο και παραγωγικό σύστημα θα επιβάρυνε όλα τα εισοδήματα εξίσου με ενιαίο φορολογικό συντελεστή, ανεξαρτήτως πηγής. Θα είχε πολύ χαμηλό συντελεστή στα αδιανέμητα κέρδη· ίσα ίσα να καλύπτει το κόστος των υπηρεσιών που έχουν τα νομικά πρόσωπα (π.χ. Δικαιοσύνη, ασφάλεια). Δεν θα τιμωρούσε τον πλούτο που ήδη έχει παραχθεί και πιθανώς μένει ανενεργός· θα μετέφερε δηλαδή τον ΕΝΦΙΑ στην Τοπική Αυτοδιοίκηση ώστε να γίνει ανταποδοτικό τέλος και να μην έχει το κεντρικό κράτος τον πονοκέφαλο διαμοιρασμού των κρατικών επιδοτήσεων.

Το σημερινό φορολογικό σύστημα ευνοεί κάποιους σε βάρος άλλων. Δεν είναι απλώς άδικο, είναι βαθιά αντιπαραγωγικό· στρεβλώνει διά των διαφορετικών συντελεστών την οικονομική δραστηριότητα και με τις υψηλότερες μη μισθολογικές επιβαρύνσεις της εργασίας γίνεται αντικίνητρο στην παραγωγή.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή