Σχολικά βιβλία που κόπηκαν ως έργα ψεύδους

Σχολικά βιβλία που κόπηκαν ως έργα ψεύδους

5' 25" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Να εκβληθώσι πάραυτα εκ των σχολείων και να καώσι τα υπάρχοντα αναγνωστικά βιβλία ως έργα ψεύδους και κακοβούλου προθέσεως». Την πρόταση αυτή έκανε στον υπουργό Εκκλησιαστικών και Δημόσιας Εκπαιδεύσεως Θεόδωρο Ζαΐμη, τον Φεβρουάριο του 1921, η επιτροπή των διανοουμένων που συγκροτήθηκε για να αξιολογήσει τα 13 αναγνωστικά βιβλία της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης του 1917 – τα πρώτα αναγνωστικά που γράφτηκαν στη νεοελληνική γλώσσα.

Ωστόσο από τα 13, ένα βιβλίο προσείλκυσε κυρίως τα βέλη των πολέμιων της μεταρρύθμισης: «Τα ψηλά βουνά», το Αναγνωστικό της Γ΄ Δημοτικού, γραμμένο από τον Ζαχαρία Παπαντωνίου. «Το διακύβευμα των επιθέσεων δεν ήταν μόνο η δημοτική γλώσσα που χρησιμοποιούσαν, αλλά η ιδεολογία από την οποία εμφορούνταν, πρωτίστως η εθνική και, δευτερευόντως, η κοινωνική. Το βιβλίο κατηγορήθηκε για τάσεις αθεΐας και αντιπατριωτισμού. Για παράδειγμα, επικρίθηκε ότι ο ρόλος που επιφυλάσσει το Αναγνωστικό στην πατρίδα είναι περιθωριακός. Καμία αναφορά στους προγόνους ή στις ηρωικές σελίδες της Ιστορίας», λέει ο Χάρης Αθανασιάδης, αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και συγγραφέας του βιβλίου «Τα αποσυρθέντα βιβλία – Εθνος και σχολική Ιστορία στην Ελλάδα, 1858-2008».

Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι η χρονική συγκυρία στην οποία κυκλοφόρησε (εκδόσεις Αλεξάνδρεια) το βιβλίο του Χ. Αθανασιάδη, καθώς ο ίδιος μετέχει στην 36μελή επιτροπή την οποία συγκρότησε προ ημερών του υπουργείο Παιδείας στο πλαίσιο του διαλόγου για αλλαγές στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Μάλιστα, η αναπληρώτρια υπουργός Παιδείας και ιστορικός Σία Αναγνωστοπούλου δήλωσε στο φύλλο της «Κ» την Κυριακή 20/12: «Τα σχολικά βιβλία της Ιστορίας πρέπει να αλλάξουν. Πρέπει να πάψει να μπαίνει σε καλούπια εθνόμετρου η έρευνα και η άποψη των επιστημόνων για την Ιστορία και όπως αυτή διδάσκεται στο σχολείο», ενώ ο πρόεδρος της επιτροπής Αντώνης Λιάκος είναι ιστορικός – «δεν θέλω τη δημιουργία εθνικής ταυτότητας. Θέλω τη δημιουργία ιστορικής ταυτότητας», δήλωσε ο ίδιος πρόσφατα.

«Κόντρα» 29 μηνών

«Οι αντιπαραθέσεις που αναπτύχθηκαν γύρω από τα τέσσερα σχολικά βιβλία, που τελικά αποσύρθηκαν, είχαν ουσιαστικό διακύβευμα το κατά πόσο τα βιβλία εναρμονίζονταν με την επίσημη δημόσια αφήγηση του παρελθόντος. Η αντιπαράθεση αφορά την ευρύτερη διαπάλη για τη νοηματοδότηση του ελληνικού έθνους και το περιεχόμενο της εθνικής συνείδησης των Ελλήνων, όπως αυτό επιδιώκεται μέσα από τα Αναγνωστικά και τα βιβλία της σχολικής Ιστορίας», λέει ο κ. Αθανασιάδης, ο οποίος παρουσιάζει όχι μόνο τη διαμάχη για τα επίμαχα βιβλία, αλλά ανασυστά το πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον μέσα στο οποίο αποφασίσθηκε η απόσυρση. Οι μνήμες είναι νωπές: το πρώτο εκ των τεσσάρων αποσυρθέν σχολικό βιβλίο που παρουσιάζει ο Χ. Αθανασιάδης είναι της Ιστορίας Στ΄ Δημοτικού, με επικεφαλής της συγγραφικής ομάδας τη Μαρία Ρεπούση.

Η διαμάχη για το βιβλίο της Μ. Ρεπούση κράτησε περίπου 29 μήνες, από τον Ιανουάριο του 2006 έως τον Μάιο του 2008. «Στο διάστημα αυτό δημοσιεύθηκαν περί τα 1.000 κείμενα, ήταν μια από τις πιο έντονες και παρατεταμένες διαμάχες που γνώρισε η Ελλάδα για τα ζητήματα εκπαίδευσης», λέει ο κ. Αθανασιάδης. Το βιβλίο επικρίθηκε για πολλά σημεία του, αλλά αυτό που συζητήθηκε περισσότερο ήταν ότι παρουσίασε ως «συνωστισμό» την εναγώνια προσπάθεια των Ελλήνων της Σμύρνης να μπουν σε πλοία κατά τον διωγμό τους από τους Τούρκους στο λιμάνι της Σμύρνης, το 1922, όταν η πόλη κατακάηκε.

«Το κεντρικό διακύβευμα της διαμάχης ήταν η εθνοποιητική λειτουργία του. Οπως είχε υπογραμμίσει στο πόρισμά της η Ακαδημία Αθηνών, “το εγχειρίδιο δεν συμβάλλει στην ενίσχυση της εθνικής μνήμης και της ελληνικής αυτογνωσίας”. Αρα δεν είναι τυχαίο ότι η πολεμική εναντίον του αρθρώθηκε πρωτίστως για τον τρόπο με τον οποίο το εγχειρίδιο πραγματεύεται α) τις ένδοξες σελίδες και τα τραύματα του έθνους, εφόσον χρησιμοποιούνται συνήθως για να επιτευχθεί η εθνική συσπείρωση και ομοψυχία, β) τη σχέση ελληνισμού-ορθοδοξίας, εφόσον η συνάρθρωσή τους αποτέλεσε ιστορικά τον σκληρό πυρήνα της ελληνικής ταυτότητας, και γ) το ιστορικό βάθος του ελληνισμού, εφόσον η αντοχή στον χρόνο καταδεικνύει τη ζωτικότητα και την αξία ενός έθνους», λέει ο συγγραφέας.

Στις 27 Απριλίου 2002 ο Κύπριος υπουργός Παιδείας Ουράνιος Ιωαννίδης θα διαμηνύσει στον Ελληνα ομόλογό του Πέτρο Ευθυμίου την έντονη δυσαρέσκειά του για τον τρόπο με τον οποίο το νέο εγχειρίδιο της Ιστορίας της Γ΄ Λυκείου περιέγραφε και αποτιμούσε τον ένοπλο αγώνα της Εθνικής Οργάνωσης Κυπρίων Αγωνιστών (ΕΟΚΑ) για την αποτίναξη του αγγλικού ζυγού και για την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Το εγχειρίδιο είχε γραφεί από 12 νέους ιστορικούς με επικεφαλής τον Γιώργο Κόκκινο, τότε επίκουρο καθηγητή του Παν. Αιγαίου. Την οργή προκάλεσε κυρίως η πρόταση: «Την εποχή που ο Τρίτος Κόσμος συγκλονιζόταν από ριζοσπαστικά αντιαποικιακά κινήματα, που έδιναν προτεραιότητα όχι μόνον στην εθνική απελευθέρωση αλλά και στην κοινωνική πρόοδο, στην Κύπρο η ΕΟΚΑ του στρατηγού Γρίβα πρόβαλλε έναν κοινωνικά υπερσυντηρητικό εθνικισμό».

«Η δημόσια διαμάχη περιστράφηκε κυρίως γύρω από την ΕΟΚΑ: τον ιδεολογικό της προσανατολισμό, τον χαρακτήρα του αγώνα της, τις επιπτώσεις του αγώνα στην πορεία του κυπριακού ζητήματος και την εγκυρότητα της ιστορικής ανασύνθεσης των σχετικών γεγονότων, και την πρέπουσα απόδοσή τους στο επίπεδο της σχολικής Ιστορίας», λέει ο Χ. Αθανασιάδης και προσθέτει ότι, εκτός από την ΕΟΚΑ, σχολιάστηκε και η ανάμειξη των πολιτικών σε ζητήματα που όφειλαν να λυθούν από την ιστορική κοινότητα, και παραθέτει απόσπασμα άρθρου της νυν αναπληρώτριας υπουργού Παιδείας Σίας Αναγνωστοπούλου, επίσης ιστορικού, το έργο της οποίας αποτέλεσε πηγή για τον Χ. Αθανασιάδη.

Η εθνική συνείδηση

«Σχολικό βιβλίον – παγίς» χαρακτηρίστηκε το 1965 το εγχειρίδιο της Β΄ Γυμνασίου Ιστορία Ρωμαϊκή και Μεσαιωνική, του Κώστα Καλοκαιρινού, τότε φιλολόγου στο Κολλέγιο Αθηνών. Το βιβλίο εισήχθη μαζί με άλλα επτά στο Γυμνάσιο το 1965, στο πλαίσιο της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης Παπανούτσου. Ωστόσο, ενώ ξέσπασε διαμάχη για τη δημοτική γλώσσα που χρησιμοποιούσαν τα οκτώ βιβλία, απεσύρθη μόνο του Καλοκαιρινού. «Γεγονός που καταδεικνύει ότι η διαμάχη για το βιβλίο δεν ταυτίζεται με την αντιπαράθεση για τη δημοτική γλώσσα, αλλά εγγράφεται στην ευρύτερη διαπάλη για τη νοηματοδότηση του ελληνικού έθνους και το περιεχόμενο της εθνικής συνείδησης των Ελλήνων», όπως αναφέρει ο κ. Αθανασιάδης. Και αυτό, διότι το βιβλίο του Καλοκαιρινού απάλειφε, ήδη από τον τίτλο του, το Βυζάντιο ως τμήμα της εθνικής Ιστορίας. «Η βυζαντινή Ιστορία είναι ουχί συνέχεια της ρωμαϊκής, αλλά αυτή ταύτη η συνέχεια της ελληνικής Ιστορίας κατά τους Μέσους Χρόνους», θα δηλώσει τότε η Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών στην εντονότατα επικριτική έκθεσή της για το βιβλίο.

«Μελετώντας το παρελθόν κατανοούμε το παρόν και οργανώνουμε το μέλλον αποφεύγοντας άγονους αγώνες», τονίζει, μιλώντας στην «Κ», ο Χάρης Αθανασιάδης. Και προσθέτει: «Τις τελευταίες δυο-τρεις δεκαετίες υπάρχει θεαματική εξέλιξη στις ιστορικές σπουδές στην Ελλάδα. Αλλά αυτό αντί να μειώνει τον κίνδυνο διαμάχης για θέματα της σχολικής Ιστορίας, τον αυξάνει, καθώς διευρύνει την απόσταση της ακαδημαϊκής από τη δημόσια ιστορία. Παρ’ όλα αυτά μπορεί να γραφεί ένα έγκυρο σχολικό βιβλίο Ιστορίας δίχως να προκαλέσει αντιδράσεις, αρκεί ο συγγραφέας να είναι ταυτόχρονα καλός ιστορικός και καλός παιδαγωγός».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή