Μπορεί ένας νέος αναπτυξιακός νόμος, να φέρει την άνοιξη;

Μπορεί ένας νέος αναπτυξιακός νόμος, να φέρει την άνοιξη;

3' 2" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ένας αναπτυξιακός νόμος είναι πρωτίστως εργαλείο για την επίτευξη προστιθέμενης οικονομικής μεγέθυνσης, που μπορεί να οδηγήσει σε παραγωγή πλούτου και συνεπακόλουθα σε κοινωνική ευημερία. Για να συμβεί όμως αυτό θα πρέπει να επέλθει καταρχήν μια δραστική αλλαγή παραδείγματος, σε σχέση με το πώς αντιλαμβανόμαστε συλλογικά, ως κοινωνία, την έννοια της ανάπτυξης.

Η διαχρονική παθογένεια της έλλειψης ενός ολοκληρωμένου στρατηγικού σχεδιασμού για την ανάπτυξη της χώρας, που θα ιεραρχεί τα έργα και τις δράσεις, έτσι ώστε οι κατά καιρούς διατιθέμενοι πόροι να φέρουν αποτέλεσμα, παράγοντας προστιθέμενη αναπτυξιακή αξία είναι φανερή και στη σημερινή νομοθετική προσπάθεια της κυβέρνησης.

Επιπροσθέτως, ανοιγόμαστε στην καινοτομία; Έχουμε απενοχοποιήσει στην Ελλάδα την έννοια της επιχειρηματικότητας; Έχουμε ξεπεράσει ως ιδέα πως η εθνική οικονομία είναι κάτι παραπάνω από το άθροισμα των συντεχνιασμών και των πελατειακών σχέσεων, που διαχρονικά προστατεύονταν από το κράτος «πατερούλη», μέσω της κρατικοδίαιτης επιχειρηματικότητας;

Δυστυχώς, ο νέος αναπτυξιακός νόμος δεν απαντά θετικά στα παραπάνω. Δεν επιδιώκει να ανατρέψει το προαναφερθέν παράδειγμα, αλλά να το επαναλάβει με πολύ λιγότερα χρήματα για ακόμη περισσότερους δυνητικούς επενδυτές. Ο νέος αναπτυξιακός νόμος με επιδοματικό, αποσπασματικό και μη οραματικό τρόπο υποκύπτει για μια ακόμη φορά στην παλιά συνταγή της απλής απορρόφησης κονδυλίων, αντί της στρατηγικής αξιοποίησής τους.

Τα παραπάνω συμβαίνουν επειδή ο νέος αναπτυξιακός νόμος δεν έρχεται ως αποτέλεσμα ενός μεγαλόπνοου, εθνικού, στρατηγικού αναπτυξιακού πλαισίου και των αναγκαίων κοινών στοχεύσεων, που θα στηρίζονται σε ευρύτερες κοινωνικές συναινέσεις. Επομένως, ως νομοθέτημα δεν μπορεί να βοηθήσει στην απάντηση του καίριου ερωτήματος, για το πως θέλουμε να είναι η χώρα μετά από δέκα χρόνια.

Και πώς να απαντηθεί ένα τέτοιο ερώτημα όταν η σημερινή κυβέρνηση βρίσκεται σε μόνιμη αμφιθυμία, ως προς την επιχειρηματικότητα, τις διεθνείς επενδύσεις και τις αποκρατικοποιήσεις;

Όταν η κυβέρνηση διατείνεται πως δεν πιστεύει σε καμία μεταρρύθμιση, από αυτές που η ίδια ψηφίζει.

Όταν οι ερασιτεχνισμοί και οι ανεπάρκειές της οδηγούν σε φορολογικά πακέτα μέτρων που μόνο ασφυξία επιφέρουν στην οικονομία, ιδίως εν μέσω capital controls, κύριος υπαίτιος των οποίων είναι οι καταστροφικοί χειρισμοί και οι μαξιμαλισμοί της ίδιας.

Όταν επιμένει να μην αξιοποιεί ορθολογικά τους ευρωπαϊκούς πόρους (ΕΣΠΑ/ ΚΑΠ) όπως έκαναν άλλες ευρωπαϊκές χώρες, προκειμένου τα έργα και οι δράσεις να διαρθρώνονται μεταξύ τους, έτσι ώστε να δημιουργούν προστιθέμενη αναπτυξιακή αξία. Όταν εμμένει στην απορροφητικότητα και όχι στην αξιοποίηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων, με την  πρώτη να κινείται σε ιδιαίτερα χαμηλά ποσοστά για την τρέχουσα προγραμματική περίοδο και μάλιστα λίγο πριν την ενδιάμεση αξιολόγηση του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου 2014 – 2020.

Μετά από πολύμηνες καθυστερήσεις τελικά η κυβέρνηση παραδίδει έναν αναπτυξιακό νόμο κατώτερο των περιστάσεων και σαφώς μειωμένων προσδοκιών. Έναν νόμο που:

• Παρότι παρουσιάζει ως βασική του καινοτομία τις φορολογικές απαλλαγές, αυτές παρουσιάζονται ιδιαιτέρως άτολμες.

• Αποκλείει μεγάλο αριθμό τουριστικών μονάδων, δημιουργώντας προσκόμματα και ασάφειες στην ένταξή τους, παρότι μιλάμε για μια κατεξοχήν τουριστική χώρα (!).

• Δεν είναι προσανατολισμένος στην ανάδειξη των ιδιαιτεροτήτων και των αναγκών της κάθε Περιφέρειας.

• Απαιτεί για την ουσιαστική έναρξη εφαρμογής του την έκδοση άνω των 25 υπουργικών αποφάσεων (!).

• Δεν διέπεται από απλότητα και σαφήνεια προς τους δυνητικούς επενδυτές, με ξεκάθαρες οδηγίες και σαφείς χρονικές προθεσμίες.

• Επαναφέρει μονοπρόσωπες και άρα πιο υποκειμενικές και διαβλητές διαδικασίες ελέγχου και αξιολόγησης.

Σήμερα, η ελληνική οικονομία δεν έχει ανάγκη άλλον έναν αποσπασματικό, μη οραματικό αναπτυξιακό νόμο. Για να ευδοκιμήσουν οι όποιες αλλαγές, για να έρθει η βιώσιμη ανάπτυξη απαιτούνται εκ βάθρων αλλαγές σε βαθειά ριζωμένες νοοτροπίες, που εμποδίζουν το άνοιγμα και την εξωστρέφεια.

Ας δεν υπάρξει εθνική συνεννόηση, αν δεν προσδιορίσουμε από κοινού τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για ένα βιώσιμο παραγωγικό μοντέλο, που θα φέρει εθνικό πλούτο και στέρεες θέσεις εργασίας, η χώρα δεν θα βγει ποτέ από το οικονομικό τέλμα στο οποίο έχει περιέλθει.

*Ο κ. Σπύρος Δανέλλης είναι κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του Ποταμιού.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή