Η «κληρονομιά» του διχασμού

Η «κληρονομιά» του διχασμού

2' 30" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το δημοψήφισμα στη Βρετανία άνοιξε ρήγματα στην κοινωνία που λίγοι θα περίμεναν. Σημασία τώρα έχει πώς θα προχωρήσουν νικητές και ηττημένοι για να επουλώσουν τις πληγές, να βρουν τρόπο επικοινωνίας μεταξύ τους και με τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, οι οποίες τόσους μήνες παρακολουθούσαν με αγωνία τη συζήτηση, τα πάθη, τις υπερβολές και τα ψέματα πριν ανοίξουν οι κάλπες. Για εμάς στην Ελλάδα θα έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να δούμε εάν οι νικητές θα επενδύσουν στη συνέχιση του διχασμού, όπως έκαναν οι υπέρμαχοι του «Οχι» στο δικό μας περυσινό δημοψήφισμα.

Στη χώρα μας, οι κυβερνώντες εξέλαβαν τη μεγάλη πλειοψηφία που στήριξε το «Οχι» ως λευκή επιταγή για να την κάνουν ό,τι θέλουν. Αφού έθεσαν το ερώτημα του δημοψηφίσματος με τρόπο ακαταλαβίστικο, ανήγαγαν την απάντηση σε ζήτημα εθνικής υπερηφάνειας. Το «Οχι» παρουσιάστηκε από την κυβερνητική πλευρά ως στάση πατριωτισμού και δήλωση ανεξαρτησίας, ενώ όσοι εξέφραζαν αγωνία ότι η απόρριψη συμφωνίας με την Ευρωζώνη θα οδηγούσε σε έξοδο της χώρας από το κοινό νόμισμα και ίσως από την ίδια την Ε.Ε. εμφανίζονταν ως άτομα μειωμένης εθνικής συνείδησης. Ο τεχνητός διχασμός πριν από την ψηφοφορία ήταν η πρώτη ισχυρή ένδειξη ότι το δημοψήφισμα θα χρησιμοποιείτο ως εργαλείο πολιτικής πέρα από το ζήτημα που ετέθη στους πολίτες. Σήμερα γνωρίζουμε ότι ο διχασμός εκείνος ήταν «προκαταβολή» για όσα θα ακολουθούσαν. Οταν στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ έγραφε πριν από ένα μήνα ότι το κόμμα του «ψηφίστηκε τον Σεπτέμβριο για να μετακυλίσει όσο μπορεί τα βάρη στους μενουμευρωπαίους», επιβεβαίωνε ότι η διχόνοια που καλλιεργήθηκε πριν από το δημοψήφισμα δεν ήταν τυχαία και ότι όχι μόνο δεν θα γίνει προσπάθεια να γεφυρωθεί, αλλά θα παραμείνει βασικό στοιχείο της κυβερνητικής πολιτικής. Ετσι, ενώ η κυβέρνηση μετατρέπει το «Οχι» σε «Ναι», ενώ κάνει το άσπρο μαύρο και την αντίσταση νέο δάνειο, επιμένει να αυτοπαρουσιάζεται ως μόνη προστάτις των συμφερόντων του λαού – και όταν υιοθετεί την πολιτική των «αντιπάλων», όπως έπραξε με την επιλογή να κρατήσει τη χώρα στην Ευρώπη.

Στην Ελλάδα, η ανατροπή του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος του Ιουλίου επικροτήθηκε από τους ψηφοφόρους στις εκλογές του Σεπτεμβρίου, οπότε μπορούμε να πούμε ότι δεν είχε σημασία τόσο η απάντηση στο ερώτημα που ετέθη όσο η εκμετάλλευση της έντασης που προκλήθηκε. Η κληρονομιά του διχασμού φαίνεται πολύτιμη για την κυβέρνηση, η οποία κάθε τόσο κάνει χρήση του «ταξικού πολέμου», για τον οποίο την κατηγορεί ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Στην ιδιαιτερότητα της πολιτικής σκηνής μας, αυτή η κριτική ακούγεται σαν επικρότηση: συμφέρει τον ανερμάτιστο κυβερνητικό συνασπισμό να φαίνεται ότι προκαλεί τους «ταξικούς» αντιπάλους, όσο αστείο και αν είναι αυτό στις σημερινές συνθήκες, επειδή έτσι δείχνει να έχει ιδεολογία και πολιτική. Στη Βρετανία, όπου ένα εσωκομματικό πρόβλημα των Συντηρητικών μεγεθύνθηκε σε σημείο να απασχολεί ολόκληρη τη χώρα, την Ευρώπη και τον κόσμο, είδαμε να διχάζονται το κυβερνών κόμμα και το έθνος σε σημείο που λίγοι θα ανέμεναν. Το στοίχημα τώρα είναι εάν οι Βρετανοί θα επιχειρήσουν να κλείσουν τα ρήγματα, ώστε να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν ενωμένοι το σήμερα και το αύριο, ή εάν θα πέσουν στην παγίδα να διαιωνίζουν τον διχασμό για πολιτική εκμετάλλευση.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή