Θεσμικές αλλαγές

2' 18" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Εν μέσω θέρους βρισκόμαστε να συζητούμε αίφνης για θεσμικές αλλαγές που αφορούν, μεταξύ άλλων, στην απευθείας εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας από τη βάση και στη θεσμοθέτηση μιας διαδικασίας δημοψηφισμάτων. Και ενώ η κυβέρνηση, που πρωτοστάτησε στην εισαγωγή στον δημόσιο διάλογο των θεμάτων αυτών, μιλά για ζητήματα ώριμα στην κοινωνία, θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι οι εν λόγω αλλαγές δεν προέκυψαν ως αίτημα της βάσης για να μπουν στην ατζέντα της πολιτικής ηγεσίας. Προκρίθηκαν από την πολιτική ηγεσία ως εκείνες οι παρεμβάσεις που θα αφήσουν ανεξίτηλο το πολιτικό στίγμα της.

Η δυνατότητα δημοψηφισμάτων για μεγάλα ζητήματα που απασχολούν τους πολίτες αποτελεί, ίσως, το πιο ώριμο στάδιο λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος. Αν δούμε, όμως, πώς αξιοποίησε τη δυνατότητα δημοψηφίσματος η κυβέρνηση πριν από ένα χρόνο, γίνεται αντιληπτό ότι απαιτείται ωριμότητα και από την πολιτική ηγεσία και σεβασμός στους θεσμούς, προκειμένου αυτή η βαθιά έκφραση δημοκρατίας να μην εργαλειοποιηθεί στην εξυπηρέτηση μικροπολιτικών σκοπιμοτήτων. Ενα χρόνο πριν, ο σημερινός πρωθυπουργός ζήτησε από τους πολίτες να αξιολογήσουν την πρόταση των εταίρων προς την κυβέρνηση, παροτρύνοντάς τους, μάλιστα, να την απορρίψουν. Οταν λίγες ημέρες αργότερα συνέταξε τη δική του πρόταση (κατά τον ίδιο πολύ καλύτερη από την πρόταση των εταίρων αλλά η θέση αυτή αμφισβητείται), δεν απευθύνθηκε και πάλι στους πολίτες για να ρωτήσει αν την εγκρίνουν. Ζήτησε την έγκριση της Βουλής, την οποία και έλαβε και αξιοποίησε έκτοτε ως συνομολόγηση στήριξης στην πολιτική που υλοποιεί η κυβέρνησή του. Δεν αποτελεί αυτό εργαλειοποίηση του δημοψηφίσματος; Στην πρώτη περίπτωση, με την απόρριψη της πρότασης όπως ζήτησε, ενισχύθηκε πολιτικά. Αν ζητούσε τη λαϊκή ετυμηγορία και επί της δικής του πρότασης και εισέπραττε ένα νέο «όχι» από τους πολίτες, δεν θα μπορούσε να σταθεί ως πρωθυπουργός. 

Αναφορικά με την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας από τη βάση, όσο ο εκάστοτε ΠτΔ δεν έχει ευρύτερες των σημερινών αρμοδιότητες, είναι ένας τελετάρχης ουσιαστικά, όπως οι εσωκομματικοί επικριτές του κ. Τσίπρα, οι «53», προ ημερών περιέγραψαν και δεν έχει καμία σημασία αν επιλέγεται από τον λαό ή από τους εκπροσώπους του λαού. Η εκλογή από τη βάση συνεπάγεται αυτομάτως αυξημένες αρμοδιότητες. «Δεν μου αρέσει η δυαρχία» είπε προ ημερών ο κ. Τσίπρας. Αυτό ερμηνεύεται ως πρόθεση οι αρμοδιότητες που θα προτείνει για τον Πρόεδρο να είναι περιορισμένες ή το ακριβώς αντίθετο; Οτι θα χορηγήσει στον θεσμό του Προέδρου υπερενισχυμένες αρμοδιότητες, καθιστώντας τον ισχυρό πόλο στο πολιτικό σύστημα, πιθανόν έχοντας κάνει τους προσωπικούς πολιτικούς του σχεδιασμούς για το μέλλον; Δεδομένης της επικαιρότητας, μια ματιά στη γειτονική Τουρκία και η σύγκριση είναι αναπόφευκτη. Ο Ταγίπ Ερντογάν σταθερά ενίσχυσε τα τελευταία χρόνια τις προεδρικές αρμοδιότητες σε τέτοιο βαθμό που να αποκαλείται, πλέον, «σουλτάνος». Και πάλι, είναι οι σύντροφοι του κ. Τσίπρα που κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, μιλώντας για ενδεχόμενο διαμόρφωσης ενός απολύτως ανεξέλεγκτου πόλου εξουσίας, καθώς ο ΠτΔ δεν ελέγχεται, όπως ο πρωθυπουργός, από τη Βουλή.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή