Ο κύκλος των χαμένων συσκευών

Ο κύκλος των χαμένων συσκευών

6' 42" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ας μεταφερθούμε στο 1977, όταν οι Βρετανοί Buggles έγραψαν εκείνη την κλασική επιτυχία της εποχής, το «Video Killed the Radio Star», ένα ντίσκο τραγούδι μέσα από τους στίχους του οποίου νοσταλγούσαν το παρελθόν και σχολίαζαν πώς οι νέες τεχνολογίες αλλάζουν τη ζωή μας. Η νέα τεχνολογία, τότε, ήταν το βίντεο, το οποίο είχε κάνει μόλις τα πρώτα του βήματα στην αγορά. Στα σχεδόν σαράντα χρόνια που ακολούθησαν, το βίντεο μπήκε με ορμή στα σπίτια μας και επηρέασε σε μεγάλο βαθμό την κουλτούρα του δυτικού κόσμου για τουλάχιστον δύο δεκαετίες, πριν περάσει στη φάση της παρακμής και αντικατασταθεί, τελικά, από πιο εξελιγμένες τεχνολογίες. Η είδηση, πριν από λίγες μέρες, ότι η Funai Electric αποφάσισε να τερματίσει την παραγωγή συσκευών βίντεο μάς ξάφνιασε: υπήρχε ακόμα κάποια εταιρεία που κατασκεύαζε βίντεο; Ναι, υπήρχε μία, η συγκεκριμένη, και η απόφασή της σηματοδοτεί και επίσημα το τέλος μιας εποχής. Οχι μόνο της εποχής του βίντεο, η οποία επί της ουσίας είχε ολοκληρωθεί εδώ και χρόνια, αλλά μιας ολόκληρης εποχής, γεμάτης συσκευές και συνήθειες που πλέον αφήνουμε πίσω μας, κολυμπώντας στα βαθιά της ψηφιακής κυριαρχίας.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε η Founai Electric, την περασμένη σεζόν πούλησε 750.000 βίντεο, ένας αριθμός που ίσως μοιάζει μεγάλος, αλλά είναι σίγουρα μικρός μπροστά στις 15 εκατ. συσκευές που πουλούσε μόνο η συγκεκριμένη εταιρεία όταν το βίντεο ζούσε την ακμή του. Ως πατέντα, το βίντεο εμφανίστηκε τη δεκαετία του ’50 και σταδιακά άρχισε να χρησιμοποιείται σε τηλεοπτικούς σταθμούς, αλλά έπρεπε να περάσουν αρκετά χρόνια μέχρι η τεχνολογία τους να εξελιχθεί, να γίνουν οικονομικά προσιτά και να κερδίσουν μια θέση στα σπίτια μας κάτω από τις τηλεοράσεις. Αυτό συνέβη, μαζικά, τη δεκαετία του '80 και επρόκειτο, όπως αποδείχτηκε, για μια επανάσταση. Ο κόσμος μπορούσε πλέον να καταγράφει σε κασέτες τη ροή του τηλεοπτικού προγράμματος, αποθήκευε ταινίες, εκπομπές ή αθλητικά γεγονότα και τα παρακολουθούσε όποτε επιθυμούσε, απολαμβάνοντας τις πρωτόγνωρες δυνατότητες του pause, του fast forward και του rewind. Την ίδια περίοδο άνοιξαν και τα πρώτα βίντεο κλαμπ, τα οποία καλλιέργησαν μια νέα κουλτούρα. Η επίσκεψη στο κατάστημα της γειτονιάς καθιερώθηκε ως ένας αγαπημένος τρόπος διασκέδασης παγκοσμίως και όσοι μεγάλωσαν εκείνα τα χρόνια μπορούν ακόμα να ακούσουν τον ήχο από τις πλαστικές θήκες να χτυπούν μεταξύ τους.

Εν τω μεταξύ, όσο ο κόσμος απολάμβανε αυτό το καινούργιο τεχνολογικό «δώρο», δύο μεγάλες εταιρείες, η Sony και η JVC, εμπλέκονταν σε ό,τι θα έμενε αργότερα γνωστό ως «ο πόλεμος της βιντεοκασέτας». Οι δύο ιαπωνικές εταιρείες πρότειναν δύο διαφορετικά φορμάτ προσπαθώντας να κατακτήσουν την αγορά: η Sony προσέφερε αναμφίβολα υψηλότερη ποιότητα, αλλά η JVC απάντησε με μεγαλύτερη διάρκεια εγγραφής και χαμηλότερο κόστος. Ηταν μια κόντρα ανάμεσα στη βιντεοκασέτα Betamax (ή απλώς Beta) και τη VHS. Το αποτέλεσμα αυτής της μονομαχίας θεωρείται πολύτιμο μάθημα για τη σύγχρονη ιστορία του μάρκετινγκ, καθώς, όπως αποδείχτηκε, η Sony απέτυχε να κατανοήσει την πραγματική επιθυμία των καταναλωτών. Αυτό που έκανε το βίντεο τόσο επιτυχημένο ήταν ότι αποτέλεσε μια οικονομική και καθημερινή λύση διασκέδασης και έτσι οι κασέτες VHS κυριάρχησαν σε όλο τον κόσμο. Κανείς δεν ενδιαφερόταν να δίνει συστηματικά περισσότερα χρήματα σε άδειες βιντεοκασέτες, για να έχει λίγο καλύτερη ποιότητα εικόνας.

Η επανάσταση ξεκίνησε στα '80s

Την ίδια περίπου περίοδο ανθίζει και άλλη μια βιομηχανία, αυτή των βιντεοπαιχνιδιών, με τις κονσόλες της Atari και στη συνέχεια της Nintendo και της Sega να βρίσκουν κι αυτές μια θέση γύρω από την τηλεόραση, ισχυροποιώντας το ρόλο της ως βασικό σημείο αναφοράς μέσα στο σπίτι. Σε σχέση με το σύμπαν της επαυξημένης πραγματικότητας του Pokemon Go, τα παιχνίδια εκείνα μοιάζουν σήμερα όσο πρωτόγονο μοιάζει και το βίντεο μπροστά στη δυνατότητα «στριμαρίσματος» σε πλατφόρμες τύπου Netflix. Ωστόσο, οι συσκευές, που είτε αναπτύχθηκαν είτε καθιερώθηκαν τη δεκαετία του ’80, αποτέλεσαν τη βάση του σημερινού τεχνολογικά προηγμένου κόσμου. Από το Walkman της Sony και τα πρώτα CDs μέχρι το λανσάρισμα ενός ηλεκτρονικού υπολογιστή από την IBM και τη δειλή εμφάνιση ενός κινητού τηλεφώνου από τη Motorola. 

Το βίντεο, πάντως, συνέχισε να μεσουρανεί και τη δεκαετία του ’90, στο τέλος της οποίας έκαναν την εμφάνισή τους τα DVDs. Αυτό ήταν το τέλος του βίντεο. Μια αντίστοιχη τεχνολογία, αλλά πολύ καλύτερη, πιο αξιόπιστη, πιο ποιοτική. Μέσα σε τρία χρόνια, το 2003, οι ενοικιάσεις DVDs είχαν ξεπεράσει τις αντίστοιχες των βιντεοκασετών, ενώ το 2006 ήταν η τελευταία φορά που μια χολιγουντιανή παραγωγή (το «Τέλος της βίας» του Κρόνενμπεργκ) κυκλοφορούσε σε VHS. Τα βίντεο σταδιακά έχασαν τη θέση τους από τα σαλόνια μας, αν και για ένα διάστημα συνυπήρξαν με τα DVD Players, στριμωγμένα κάτω από την ίδια τηλεόραση, καθώς δεν ήταν λίγοι αυτοί που τα χρόνια της μεγάλης ακμής του βίντεο δημιούργησαν τεράστιες συλλογές βιντεοκασετών που γέμιζαν ράφια και ντουλάπες. Κάποιοι βρήκαν την υπομονή να μετατρέψουν αυτό το υλικό σε DVD, άλλοι πέταξαν τις παλιές τους κασέτες στα σκουπίδια. Ισως είχαν δίκιο, καθώς τα DVDs αντιμετωπίζουν σήμερα το δικό του κίνδυνο εξαφάνισης. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της εταιρείας PwC, ήδη από το 2016, τα έσοδα από τις πωλήσεις και ενοικιάσεις DVDs αναμένονται να είναι για πρώτη φορά χαμηλότερα από τα αντίστοιχα των διαδικτυακών υπηρεσιών streaming – εν πολλοίς λόγω του Netflix, που πλέον αριθμεί περισσότερα από 80 εκατ. μέλη παγκοσμίως, όσοι περίπου ήταν οι κάτοχοι βίντεο στις ΗΠΑ στα μέσα της δεκαετίας του ’90.

Η ίδια μεταβατική περίοδος παρατηρείται και στην αγορά της μουσικής, όπου ο θρίαμβος των ψηφιακών μέσων (Spotify, iTunes κ.ά.) είναι ακόμα πιο εντυπωσιακός: το 2014 ήταν η πρώτη φορά που τα έσοδα της μουσικής βιομηχανίας μοιράστηκαν ισομερώς σε ψηφιακά και φυσικά μέσα – από πέρυσι τα ψηφιακά μέσα πέρασαν μπροστά. Η απρόβλεπτη άνοδος του βινυλίου (από το 2009 ως το 2014 στις ΗΠΑ οι πωλήσεις δίσκων βινυλίου σημείωσαν άνοδο 260%) εξακολουθεί να αφορά ένα χαμηλό ποσοστό της συνολικής κίνησης της μουσικής (περίπου 6%). Φυσιολογικά, οι συσκευές που αναπαράγουν CDs απειλούνται με εξαφάνιση: τα φορητά CD Players βρίσκονται ακόμα, κάπως αμήχανα, στην αγορά, χωρίς να έχουν ξεπεράσει το σοκ της επίθεσης των iPods στα μέσα της δεκαετίας του ’00. Τα στερεοφωνικά αναπροσαρμόστηκαν διαθέτοντας πλέον δυνατότητες ασύρματης σύνδεσης, ενώ τα καινούργια λάπτοπ κατασκευάζονται χωρίς το κλασικό πλαϊνό πορτάκι που υποδεχόταν CD ή DVD.

Ολα καταλήγουν στα smart phones

Ενας άλλος τομέας που αντιμετωπίζει αντίστοιχα προβλήματα στην προσαρμογή του σε μια νέα εποχή είναι αυτός της φωτογραφίας. Η μετάβαση από το φιλμ στις ψηφιακές φωτογραφικές μηχανές αφενός προκάλεσε το σχεδόν ακαριαίο θάνατο της βιντεοκάμερας και αφετέρου άνοιξε το δρόμο ώστε τα κινητά τηλέφωνα να βρουν μια θέση στην αγορά ως εν δυνάμει αντικαταστάτες τους – μια αμερικανική έρευνα πριν από λίγα χρόνια έδειξε ότι για το 92% των χρηστών κινητών τηλεφώνων, η κάμερα είναι η συνηθέστερα χρησιμοποιούμενη εφαρμογή. Από το 2010, περίπου, και μετά, όταν τα κινητά τηλέφωνα πέρασαν σε μια νέα προηγμένη γενιά, οι πωλήσεις των φωτογραφικών μηχανών βρίσκονται σε ελεύθερη πτώση.

Δεν είναι κανένα μεγάλο μυστικό ότι η ψηφιακή εποχή ετοιμάζεται για την ολοκληρωτική κυριαρχία της και ότι όλα καταλήγουν στα smart phones μας. Να πώς έχουν τα πράγματα: μέσα από ένα πανίσχυρο κινητό τηλέφωνο μπορούμε πλέον να συνδεόμαστε με άλλες συσκευές (αυτό που ονομάζεται Internet of things) και να αναπαράγουμε βίντεο σε μια «έξυπνη» τηλεόραση μέσω κάποιας πλατφόρμας streaming ή να ακούμε μουσική μέσω κάποιας αντίστοιχης υπηρεσίας, την ίδια στιγμή που οι δυνατότητες της κάμερας του εν λόγω κινητού δεν υστερούν (για μη επαγγελματική και μη καλλιτεχνική χρήση) από μια φωτογραφική μηχανή ή μια βιντεοκάμερα.

Τι θέση μπορεί να έχει το αναλογικό βίντεο σε αυτόν τον κόσμο; Καμία. Η ανακοίνωση της Funai το τοποθετεί και τυπικά εκεί που ανήκει, στο παρελθόν αυτής της τεχνολογικής επανάστασης. Αυτό δε σημαίνει ότι δε μπορούμε να νοσταλγήσουμε λίγο την εποχή του με τον ίδιο τρόπο που οι Buggles κάποτε νοσταλγούσαν όσα το βίντεο άφηνε πίσω. Αλλωστε, εκ των υστέρων, όλα φαίνονται πιο όμορφα, ακόμα και οι φορές που το βίντεο «μασούσε» την ταινία, ακόμα και οι χιλιογραμμένες ετικέτες που δεν έβγαζαν κανένα νόημα, ακόμα και εκείνη η βαρετή υποχρέωση να γυρνάμε την κασέτα από την αρχή πριν την επιστρέψουμε στο βίντεο κλαμπ. Νοσταλγούμε το γεγονός ότι μια κασέτα ήταν υπεραρκετός λόγος για να μαζευτεί όλη η οικογένεια στον καναπέ, να σβήσουν τα φώτα στο σαλόνι, να πατήσουμε play. Θα νοσταλγούμε κάποτε και τα mp3; Το YouTube; Το Netflix;  

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή