Ταξίδι μυστηρίου στα ’80s

5' 42" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

O Στίβεν Σπίλμπεργκ θα ήταν υπερήφανος. Ο Τζ. Τζ. Αμπραμς θα ήθελε να γυρίσει ο χρόνος πίσω και να φιλμογραφήσει το δικό του προ ετών «Super 8» σε σειρά. Ακόμα και ο (πολύς) Ντέιβιντ Λιντς μάλλον θα έβαζε πρόθυμα την υπογραφή του ανάμεσα στους συντελεστές του «Stranger Things», της καλοκαιριάτικης σειράς του Netflix, η οποία αποδεικνύει για άλλη μία φορά –όχι ότι χρειάζεται πια– πως η σύγχρονη τηλεόραση φτάνει με άνεση, αν δεν ξεπερνά κιόλας, τα κινηματογραφικά στάνταρ. Κανένας πάντως από τους παραπάνω σπουδαίους δημιουργούς δεν βρίσκεται πίσω από το νέο αυτό διαμαντάκι, που έχει κερδίσει τόσο τους τηλεθεατές παγκοσμίως όσο και τους κριτικούς, οι οποίοι το αποθεώνουν. Αντιθέτως, είναι οι σχεδόν πρωτοεμφανιζόμενοι –έχουν κάνει και το συμπαθητικό θρίλερ «Κρύψου»– δίδυμοι αδερφοί Ντάφερ που μας οδηγούν εδώ στο μονοπάτι μιας υπέροχης νοσταλγίας, για μια εποχή που φαίνεται να αγαπούν με πάθος και να γνωρίζουν στην εντέλεια. Κι ας γεννήθηκαν οι ίδιοι ένα χρόνο (1984) μετά το έτος στο οποίο τοποθετούν την αφήγησή τους…

Βρισκόμαστε λοιπόν στο 1983, σε μια μικρή αμερικανική πόλη, κάπου στην Ιντιάνα. Ενα βράδυ ο δεκάχρονος Γουίλ Μπάιερς θα εξαφανιστεί μυστηριωδώς, γυρνώντας σπίτι με το ποδήλατό του. Οπως είναι φυσικό η μικρή κοινότητα αναστατώνεται, με πρώτους τους τρεις κολλητούς του πιτσιρικά, οι οποίοι, λίγο σαν παιχνίδι, λίγο στα σοβαρά, θα βαλθούν να ψάξουν για τον φίλο τους με τις δικές τους παιδικές δυνάμεις. Το ίδιο βέβαια κάνει και η μητέρα του παιδιού (Γουινόνα Ράιντερ), κυριολεκτικά τρελαμένη από την αγωνία, μαζί με τον συμπονετικό ντόπιο επικεφαλής της αστυνομίας. Σύντομα όλοι τους θα έρθουν αντιμέτωποι με τα μυστήρια και τους τρόμους που πηγάζουν από μια γειτονική κυβερνητική εγκατάσταση –κάτι σαν Area 51 μέσα στο δάσος κωνοφόρων– ενώ ένα τουλάχιστον… ασυνήθιστο κορίτσι θα κάνει την εμφάνισή του, για να μπλέξει ακόμα περισσότερο την κατάσταση.

Η πλοκή, οι χαρακτήρες και η αφήγηση της σειράς αντλούν σχεδόν από τα πάντα· από τον παραμυθένιο «Ε.Τ.» και το «Goonies» μέχρι το «Alien», το «The Thing» και τον «Εφιάλτη στον δρόμο με τις λεύκες», η σειρά είναι κατάφορτη με αναφορές στο σινεμά του φανταστικού/ μυστηρίου/ τρόμου. Ο δε Στίβεν Κινγκ είναι λες και ξεπροβάλλει πίσω από κάθε (σταθερά ομιχλιασμένη) λόχμη. Πέρα από αυτά ωστόσο, όπως είπαμε, το «Stranger Things» είναι ένα απολαυστικό ρετρό ταξίδι πίσω στα 80s, μια στην εντέλεια φτιαγμένη νοσταλγική χρονομηχανή, δώρο σε όλους εκείνους που μεγάλωσαν με άθλια ρούχα και χτενίσματα, βιντεοκασέτες και θεωρίες συνωμοσίας για πρωινό. Σε μια από τις πρώτες σκηνές της σειράς, οι μικροί πρωταγωνιστές βρίσκονται στη δέκατη ώρα μιας παρτίδας «Dungeons and Dragons», όταν η μάνα του ενός ξεπροβάλλει αγανακτισμένη στην πόρτα του υπογείου για να τους ανακοινώσει το μοιραίο τέλος. Οποιος έχει ζήσει την προ Ιντερνετ εποχή (μέσα και τα 90s), από το σημείο αυτό και μετά, παρακολουθεί τη σειρά με ένα σχεδόν μόνιμα καρφωμένο χαμόγελο στα χείλη.

Ενα από τα χαρακτηριστικά του «Stranger Things» (καλό ή κακό, εξαρτάται από τα γούστα) είναι η σεναριακή του «αθωότητα». Κατ’ αρχήν πρέπει να επισημανθεί πως διανύουμε μια εποχή που ο ρεαλισμός, στα όρια του κυνισμού μάλιστα, είναι βασικό γνώρισμα (και) της τηλεόρασης, είτε πρόκειται π.χ. για την ιστορία του Πάμπλο Εσκομπάρ είτε για ήρωες κόμικς ή ακόμα ακόμα και για παιδικά καρτούν. Η σειρά του Netflix δεν ακολουθεί τη συγκεκριμένη «μόδα». Εδώ δεν χρειάζονται λεπτομερείς εξηγήσεις και περίπλοκες αιτιάσεις για τη φύση των μυστηρίων και το από πού ακριβώς αυτά προήλθαν. Ο μικρός Γουίλ είναι απλώς παγιδευμένος στο «Πάνω-Κάτω» («the Upside-Down») και κανείς, παιδί ή ενήλικος, δεν μπαίνει στον κόπο να ψάξει τι ακριβώς σημαίνει η παραπάνω διατύπωση. Το παραμύθι χαλάει, μοιάζουν να μας λένε οι αδερφοί Ντάφερ, αν προσπαθήσεις να το υπεραναλύσεις.

Αλλωστε δεν πρέπει να ξεχνάμε και το άλλο. Μερικά από τα πράγματα που σήμερα φαντάζουν παράλογα –για παράδειγμα, τρεις προέφηβοι που αλητεύουν όλη μέρα με τα ποδήλατα, χωρίς οι γονείς τους να έχουν ιδέα για το πού βρίσκονται– στην εποχή που τοποθετείται η σειρά ήταν απλώς η καθημερινότητα. Από την άλλη, οι δημιουργοί φροντίζουν να μεταφέρουν την εκφραστική ελευθερία της σύγχρονης τηλεόρασης βάζοντας στο στόμα των νεαρών πρωταγωνιστών τους και μια-δυο φράσεις που σε μια ανάλογη ταινία της δεκαετίας του ’80 μάλλον θα κόβονταν στο μοντάζ.

Και οι τελευταίοι όμως δεν πάνε πίσω. Είναι χαρακτηριστικό πως, σε ένα σόου που στο καστ περιλαμβάνονται η Γουινόνα Ράιντερ και αρκετοί ακόμα αξιόλογοι ηθοποιοί, την παράσταση κλέβουν ξεκάθαρα οι… ανήλικοι. Παρά το γεγονός πως πρόκειται για παιδιά 10-12 χρόνων, μεγαλωμένα στην εποχή του τάμπλετ και του smartphone, η τετράδα των μικρών πρωταγωνιστών βουτάει με περίσσια φυσικότητα στα νερά των 80s και κολυμπάει εξαιρετικά έως το τέλος, προσφέροντας γέλιο, συγκίνηση και γενικώς κουβαλώντας το μεγαλύτερο μέρος του αφηγηματικού φορτίου στις πλάτες της.

Κορυφαία όλων, και πραγματική ερμηνευτική αποκάλυψη, η δωδεκάχρονη Μίλι Μπόμπι Μπράουν στον ρόλο της «Eleven», του κοριτσιού με το ξυρισμένο κεφάλι και τις υπερφυσικές δυνάμεις που βρίσκεται στο επίκεντρο του σόου. Είναι άλλωστε ακόμα ένα σημείο των καιρών, η πληθώρα όλο και νεαρότερων ηθοποιών (τους είδαμε και στο πιο πρόσφατο «The Get Down»), οι οποίοι ξεπετάγονται και κάνουν κανονικές καριέρες, τόσο στην τηλεόραση όσο και στον κινηματογράφο. Λέτε να είναι κάποιο μυστικό εκπαιδευτικό πρότζεκτ του Χόλιγουντ από πίσω;

Μιλώντας για θεωρίες συνωμοσίας, έχει ενδιαφέρον να παρατηρήσει κανείς το πώς το «Stranger Things» μεταχειρίζεται το συγκεκριμένο θέμα. Τοποθετημένη στην εποχή της ρεϊγκανικής παράνοιας, η πλοκή έχει ως βασικό της άξονα το στοιχείο της θολής κρατικής οντότητας (υπηρεσία ασφαλείας, εργαστήριο πολεμικών πειραμάτων κ.ο.κ.) που στρέφεται τελικά κατά των πολιτών, τους οποίους υποτίθεται ότι έχει ταχθεί να προστατεύει. Η φιλήσυχη κοινότητα γίνεται από τη μια μέρα στην άλλη τόπος άγριων επιθέσεων και εν ψυχρώ δολοφονιών, ως αποτέλεσμα μερικών παλαβών ιδεών και μιας ακόμα πιο παράλογης διαχείρισης. Η αθωότητα και η ανιδιοτέλεια των παιδιών είναι τελικά οι μόνες «λογικές» δυνάμεις, οι οποίες και θα οδηγήσουν στη λύση της υπόθεσης.

Η όποια λύση βέβαια δεν σημαίνει και το τέλος της σειράς. Μπορεί τα οκτώ επεισόδια του πρώτου κύκλου (ο πειρασμός να τα δει κανείς σε σερί παρακολούθηση είναι έντονος) να ολοκληρώνουν την ιστορία, ωστόσο το παράθυρο που μένει στο τέλος και για δεύτερη σεζόν είναι σε μέγεθος… δίφυλλης πόρτας.

Τα λογοτεχνικά θεμέλια…

Το «Stranger Things», όπως και άλλες παρόμοιες σειρές και ταινίες μυστηρίου, είναι ποτισμένες με το πνεύμα του Στίβεν Κινγκ. Ο περίφημος Αμερικανός συγγραφέας ιστοριών τρόμου αποτελεί σταθερή επιρροή και ανεξάντλητη πηγή έμπνευσης για τους κινηματογραφιστές, ακόμα και όταν εκείνοι δεν μεταφέρουν στην οθόνη κάποια από τα δικά του λογοτεχνήματα. Η ιστορία του υπερφυσικού ωστόσο είναι σαφώς παλαιότερη.

Ηδη από τις αρχές του 20ού αιώνα ο Η.P. Lovecraft έγραφε τρομακτικές ιστορίες με πλάσματα όπως ο φοβερός Cthulhu, οι οποίες αρκετά χρόνια αργότερα του έδωσαν την υπόληψη του γκουρού του υπερφυσικού.

Ολες αυτές οι ιστορίες είναι βέβαια εξαιρετικά «αμερικάνικες». Στο βάθος τους αντικατοπτρίζουν τους φόβους, τις προκαταλήψεις και τις παράνοιες της ίδιας της κοινωνίας που τις γέννησε. Και το τέρας του «Stranger Things», μαζί με τη γενικότερη ατμόσφαιρα και τους κώδικες της σειράς, αποτελεί άλλο ένα θραύσμα αυτής της πλούσιας, όσο και συναρπαστικής παράδοσης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή