Η ίδρυση της PLO

7' 49" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η ίδρυση του κράτους του Ισραήλ τον Μάιο του 1948, η εντυπωσιακή στρατιωτική του επικράτηση έναντι των γειτονικών αραβικών κρατών κατά τη διάρκεια του πρώτου αραβοϊσραηλινού πολέμου (Μάιος 1948 – Ιανουάριος 1949) και ο εξαναγκασμός εκατοντάδων χιλιάδων Παλαιστινίων σε ξεριζωμό είχαν μετατρέψει τη διαμάχη Εβραίων -Παλαιστινίων σε μείζον περιφερειακό ζήτημα στη Μέση Ανατολή και σε διακρατική διαμάχη ανάμεσα στο Ισραήλ και τα αραβικά κράτη. Οι παραπάνω εξελίξεις, καθώς και η κατάληψη της Δυτικής Οχθης του Ιορδάνη και της Λωρίδας της Γάζας (εδαφών με αμιγή παλαιστινιακό πληθυσμό, που, βάσει του μη εφαρμοσθέντος σχεδίου διχοτόμησης του ΟΗΕ του Νοεμβρίου του 1947, θα αποτελούσαν μέρος ενός παλαιστινιακού κράτους) από την Ιορδανία και την Αίγυπτο, αντίστοιχα, έθεσαν αρχικά στο περιθώριο των εξελίξεων τους Παλαιστινίους.

Ετσι, ιδίως κατά τη δεκαετία του 1950 οι Παλαιστίνιοι προσέβλεπαν πρωτίστως στη βοήθεια των αραβικών κρατών –κυρίως των γειτονικών του Ισραήλ– για την ανάληψη αποφασιστικής στρατιωτικής δράσης εναντίον του τελευταίου, ώστε να καταστεί εφικτή η επιστροφή των Παλαιστίνιων προσφύγων στις εστίες τους. Ωστόσο, με την πάροδο των ετών κατέστη σταδιακά φανερό ότι οι Αραβες ηγέτες είχαν ως προτεραιότητα την εξυπηρέτηση των πιο στενών εθνικών τους συμφερόντων, παρά των Παλαιστινίων. Εξάλλου, τα γειτονικά του Ισραήλ κράτη, πρωτίστως η Ιορδανία και η Αίγυπτος, δεν έδειξαν καμιά διάθεση να ενσωματώσουν τις εκατοντάδες χιλιάδες Παλαιστινίων προσφύγων που είχαν καταφύγει εκεί. Αφενός, οι ηγεσίες των αραβικών αυτών κρατών έβλεπαν με καχυποψία, και ως δυνάμει αποσταθεροποιητικό παράγοντα, την ύπαρξη τόσο μεγάλου αριθμού Παλαιστινίων στο έδαφός τους· αφετέρου, στρατηγική τους ήταν η διαιώνιση του προσφυγικού, ως μέσο πίεσης προς το Ισραήλ και τη διεθνή κοινότητα, προκειμένου να επιτευχθεί μια συμβιβαστική λύση (λόγου χάρη, η επιστροφή των Παλαιστινίων στις εστίες τους ή η αποζημίωσή τους από το Ισραήλ).

Εμφάνιση των φενταγίν στη Λωρίδα της Γάζας

Ηδη πριν από την οριστική λήξη του πρώτου αραβοϊσραηλινού πολέμου, Παλαιστίνιοι πρόσφυγες είχαν αρχίσει να διεισδύουν κρυφά στα ισραηλινά εδάφη προκειμένου να δουν συγγενείς τους που είχαν παραμείνει στις εστίες τους, να μαζέψουν σοδειά ή ακόμα και να επιδοθούν σε παράνομες δραστηριότητες, όπως κλοπές και λαθρεμπόριο. Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1950 λίγοι από αυτούς εισέρχονταν οπλισμένοι στο Ισραήλ και ακόμα λιγότεροι είχαν ως στόχο να επιτεθούν σε Ισραηλινούς ή να διενεργήσουν σαμποτάζ. Αναπόφευκτα όμως, δεν έλειπαν τα ένοπλα επεισόδια και η κλιμάκωση της έντασης στα σύνορα.

Αρχικά, η Λωρίδα της Γάζας, η οποία είχε καταληφθεί το 1948 από την Αίγυπτο (όπου τυπικά είχε την έδρα της η πρώτη παλαιστινιακή κυβέρνηση-αρχή) και όπου έκτοτε συνωστίζονταν εκατοντάδες χιλιάδες Παλαιστίνιοι πρόσφυγες σε άθλιες συνθήκες, αποτέλεσε φυτώριο για τη συγκρότηση των φενταγίν. Οι φενταγίν ήταν οι πρώτοι Παλαιστίνιοι μαχητές και είχαν συγκροτήσει αυτόνομες ομάδες ανταρτών. Οι πρώτες, πολύ μικρής κλίμακας, επιθέσεις φενταγίν μέσα στο ισραηλινό έδαφος ήταν αυθόρμητες και ασυντόνιστες. Σταδιακά όμως, οι φενταγίν πολλές φορές άρχισαν να ενεργούν κατόπιν εντολών του αιγυπτιακού στρατού (ιδίως των υπηρεσιών πληροφοριών του). Κατά το 1955-56, και η Ιορδανία ακολούθησε το παράδειγμα της Αιγύπτου. Οχι μόνο σταμάτησε να προσπαθεί να εμποδίζει τη δράση των φενταγίν, αλλά οργάνωσε ομάδες κρούσης και παρείχε λογιστική υποστήριξη και καταφύγιο. Η αυξανόμενη δράση των φενταγίν υπήρξε ένας από τους λόγους για τους οποίους η ισραηλινή ηγεσία επιζήτησε τη διεξαγωγή ενός προληπτικού πολέμου. Η αφορμή δεν άργησε να δοθεί, στο πλαίσιο της κρίσης του Σουέζ το φθινόπωρο του 1956.

Η ίδρυση της Φατάχ

Στον δεύτερο αραβοϊσραηλινό πόλεμο, το φθινόπωρο του 1956, το Ισραήλ επικράτησε με χαρακτηριστική ευκολία έναντι της Αιγύπτου. Κατά τα έτη που ακολούθησαν, μειώθηκε σημαντικά η ένταση στα σύνορα Ισραήλ – Αιγύπτου (άλλωστε, στο Σινά αναπτύχθηκαν δυνάμεις του ΟΗΕ μέχρι τις παραμονές του Πολέμου των Εξι Ημερών του Ιουνίου 1967) αλλά και Ισραήλ – Ιορδανίας. Τόσο το Κάιρο όσο και το Αμμάν απέφυγαν να προκαλέσουν τον πανίσχυρο στρατιωτικά γείτονά τους και όχι μόνο δεν ενθάρρυναν την επανάληψη των επιθέσεων των φενταγίν εναντίον του Ισραήλ, αλλά έλαβαν μέτρα για να αποτρέψουν και ανάλογα περιστατικά. Ωστόσο, στο πολιτικό επίπεδο, ο δεύτερος αραβοϊσραηλινός πόλεμος προκάλεσε την περαιτέρω ριζοσπαστικοποίηση των Αράβων, περιλαμβανομένου του Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ, ηγέτη της Αιγύπτου, της ισχυρότερης τότε αραβικής χώρας. Πολλοί Αραβες ηγέτες μιλούσαν για την ανάγκη μιας νέας, τελικής στρατιωτικής αναμέτρησης (στο απώτερο μέλλον), η οποία θα οδηγούσε στην καταστροφή του Ισραήλ και την οριστική «επίλυση» του Παλαιστινιακού.

Ωστόσο, παρά την έντονη αντι-σιωνιστική ρητορική και πολιτικο-διπλωματική προπαγάνδα εναντίον του Ισραήλ, τόσο ο Νάσερ όσο και η μεγάλη πλειοψηφία των άλλων Αράβων ηγετών κατανοούσαν ότι βραχυπρόθεσμα μια νέα αραβοϊσραηλινή σύγκρουση θα κατέληγε σε νέα ήττα των Αράβων. Μόνο έπειτα από την ανατροπή του υφιστάμενου συσχετισμού στρατιωτικής ισχύος έπρεπε να σχεδιαστεί και αναληφθεί στρατιωτική δράση εναντίον του Ισραήλ. Αντίθετα, την επαύριον του δεύτερου αραβοϊσραηλινού πολέμου άρχισαν να εμφανίζονται σαφή σημάδια μιας παλαιστινιακής αφύπνισης. Αν τα αραβικά κράτη εμφανίζονταν απρόθυμα και πάντως αδύναμα να αντιπαρατεθούν αποτελεσματικά στο Ισραήλ σε έναν συμβατικό πόλεμο και να προωθήσουν κατά προτεραιότητα τα συμφέροντα του παλαιστινιακού λαού, τότε ίσως είχε έρθει η ώρα να οργανωθεί ένα ευρύ αντιστασιακό κίνημα από τους ίδιους τους Παλαιστινίους. Ετσι, το 1957-59 ιδρύθηκε στο Κουβέιτ από Παλαιστίνιους πρόσφυγες η Φατάχ.

Την ηγετική ομάδα της οργάνωσης απάρτιζαν οι Γιασέρ Αραφάτ, Χαλίλ Βαζίρ, Σαλάχ Χαλάφ και Χαλίντ Γιασρούτι. Οι κυριότεροι ηγέτες της οργάνωσης είχαν φοιτήσει στα πανεπιστήμια του Καΐρου και της Βηρυτού.

Προωθούσαν την παλαιστινιακή εθνική ιδέα (αντί του οράματος και ιδεολογίας του παναραβισμού) και ως διακηρυγμένο σκοπό είχαν τη διάλυση του κράτους του Ισραήλ (της «σιωνιστικής οντότητας») με τη χρήση βίας. Ηταν πεπεισμένοι ότι οι Παλαιστίνιοι έπρεπε να αγωνιστούν πρωτίστως οι ίδιοι για την απόκτηση της ελευθερίας τους μέσω της διεξαγωγής ανορθόδοξου πολέμου εναντίον του Ισραήλ, και ότι δεν έπρεπε να τρέφουν υπερβολικές προσδοκίες για ενδεχόμενη αρωγή των αραβικών κρατών. Οι αντιλήψεις τους είχαν επηρεαστεί και από την προπαγάνδα και τη στρατιωτική δράση των Αλγερινών εθνικιστών, που κατά την περίοδο εκείνη μάχονταν τους Γάλλους αποικιοκράτες.

Οι δύο στόχοι της απόφασης του Νάσερ

Η οργάνωση Φατάχ υπήρξε κατά κάποιον τρόπο πρόδρομος της PLO, καθώς και πυρήνας της τελευταίας μετά τον Πόλεμο των Εξι Ημερών του Ιουνίου 1967. Ωστόσο, μέχρι την ίδρυση της PLO το 1964, η ηγεσία της Φατάχ ασχολήθηκε σχεδόν αποκλειστικά με την ανεύρεση κονδυλίων και την εξαπόλυση αντι-ισραηλινής προπαγάνδας, αλλά όχι με την οργάνωση και τη διεξαγωγή ένοπλων επιχειρήσεων. Αυτό άλλαξε μόνο μετά την ίδρυση της PLO.

H απόφαση για την ίδρυση της PLO (Palestine Liberation Organization – Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης) ελήφθη από τον Νάσερ και άλλους Αραβες ηγέτες κατά τη διάρκεια της πρώτης διάσκεψης κορυφής του Αραβικού Συνδέσμου, η οποία έλαβε χώρα στο Κάιρο στα μέσα Ιανουαρίου του 1964. Ο στόχος τους ήταν διττός: αφενός, να ιδρύσουν μια παλαιστινιακή οργάνωση-«αρχή», ως μέσο άσκησης πίεσης προς το Ισραήλ· αφετέρου, μέσω της PLO να ασκούν έλεγχο στις ενέργειες των Παλαιστινίων εναντίον του Ισραήλ και να περιορίσουν την ανεξαρτησία της δράσης τους. Δεδομένης της συνεχιζόμενης ισραηλινής στρατιωτικής υπεροχής, βραχυπρόθεσμα ήταν συνετό να αποφευχθούν στρατιωτικές προκλήσεις εναντίον του Ισραήλ (όπως επιδρομές Παλαιστινίων ατάκτων) που μπορούσαν να προκαλέσουν σκληρά ισραηλινά αντίποινα εναντίον των όμορων αραβικών κρατών και την έκρηξη ενός νέου πολέμου.

Ηγέτης της PLO εκλήθη να αναλάβει ο Αχμέντ Σουκέιρι, παλαίμαχος Αραβας διπλωμάτης παλαιστινιακής καταγωγής. Το ιδρυτικό συνέδριο της οργάνωσης διοργανώθηκε τον Μάιο του 1964. Σε αυτό έλαβαν μέρος πάνω από 400 αντιπρόσωποι της παλαιστινιακής διασποράς (περιλαμβανομένης της Φατάχ). Στην πραγματικότητα η PLO αποτέλεσε μια οργάνωση-«ομπρέλα», στην οποία εκπροσωπούνταν διάφορες μικρότερες παλαιστινιακές οργανώσεις. Παράλληλα, το συνέδριο σύντομα έλαβε τον χαρακτήρα εξόριστου κοινοβουλίου (Παλαιστινιακό Εθνικό Συμβούλιο) και διακήρυξε την Παλαιστινιακή Εθνική Χάρτα. Το κείμενο εκείνο εξέφραζε μαξιμαλιστικές θέσεις, αφού επί της ουσίας καλούσε σε καταστροφή του κράτους του Ισραήλ, καθώς διακήρυττε ότι στόχος της PLO ήταν «η εξάλειψη του Σιωνισμού στην Παλαιστίνη». Στη θέση του όφειλε να ιδρυθεί ένα αραβικό (παλαιστινιακό) κράτος. Επίσης, διακήρυττε ότι «η ένοπλη πάλη είναι ο μόνος τρόπος για να επιτευχθεί η απελευθέρωση της Παλαιστίνης».

Η αυτονόμηση της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης

Ωστόσο, παρά την εξαιρετικά σκληρή ρητορεία της, όπως ήδη προαναφέρθηκε, οι Αραβες ηγέτες προχώρησαν στη σύσταση της PLO και για να διατηρήσουν υπό τον έλεγχό τους την παλαιστινιακή εθνική κίνηση, που ήδη βρισκόταν σε άνθηση. Σύντομα όμως τα πράγματα έλαβαν διαφορετική τροπή. Πράγματι, παρότι η Φατάχ συμμετείχε στο ιδρυτικό συνέδριο της PLO, ο Αραφάτ και τα υπόλοιπα ηγετικά στελέχη της οργάνωσης έβλεπαν με καχυποψία τα κίνητρα ιδίως του Νάσερ και του Ιορδανού μονάρχη Χουσεΐν, καθώς και της ηγεσίας της PLO. Ετσι, από τις αρχές του 1965, με την ενεργό υποστήριξη του συριακού καθεστώτος Μπάαθ που υιοθετούσε όλο και πιο ριζοσπαστική πολιτική στο εσωτερικό και διεθνώς, η στρατιωτική πτέρυγα της Φατάχ ξεκίνησε επιδρομές εναντίον του Ισραήλ (κυρίως μέσω της Ιορδανίας και του Λιβάνου, ώστε να μην υφίσταται η Συρία τα ισραηλινά στρατιωτικά αντίποινα). Και τούτο διότι ο Αραφάτ και οι συναγωνιστές του επιθυμούσαν να καταδείξουν ότι οι Παλαιστίνιοι δεν επρόκειτο να χειραγωγηθούν από τα αραβικά κράτη. Κατά το 1966 και τους πρώτους μήνες του 1967 η Φατάχ κλιμάκωσε τις επιδρομές της εναντίον του Ισραήλ. Αυτή η εξέλιξη ήταν ένας από τους παράγοντες που προκάλεσαν κλιμάκωση της έντασης στη Μέση Ανατολή κατά την άνοιξη του 1967 και τελικά την έκρηξη του Πολέμου των Εξι Ημερών (τρίτου αραβοϊσραηλινού πολέμου) τον Ιούνιο του 1967. Πάντως, ήδη η ανάληψη ένοπλης δράσης και η «ανεξάρτητη» πολιτική της Φατάχ είχαν ενισχύσει κατακόρυφα το κύρος και την επιρροή της οργάνωσης αυτής στον παλαιστινιακό πληθυσμό. Την επαύριον της νέας ήττας των Αράβων, που οδήγησε σε ακόμα μεγαλύτερη ριζοσπαστικοποίηση των Παλαιστινίων, η Φατάχ σύντομα κατέστη ο κορμός της PLO και το 1969 ο Αραφάτ ανέλαβε την ηγεσία της τελευταίας. Πάντως, η Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης παρέμεινε μια οργάνωση-«ομπρέλα», η οποία περιελάμβανε πολλές μικρότερες οργανώσεις.

*Ο κ. Διονύσιος Χουρχούλης διδάσκει στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή