Η Εκκλησία ενώπιον προκλήσεων

Η Εκκλησία ενώπιον προκλήσεων

2' 9" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η αντίδραση του Αρχιεπισκόπου κ. Ιερωνύμου, ο οποίος χαρακτήρισε «απαράδεκτο και επικίνδυνο» το νέο πρόγραμμα διδασκαλίας των Θρησκευτικών στις δύο βαθμίδες της εγκυκλίου εκπαιδεύσεως, ήταν αναμενόμενη και ορθή από ιεράρχη της Εκκλησίας της Ελλάδος, αλλά όψιμη χρονικώς, ανακλαστική των κυβερνητικών πρωτοβουλιών και πιθανότατα αναποτελεσματική.

Η ρήξη στις σχέσεις Εκκλησίας και Πολιτείας σοβεί από το 1988, όταν οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ και των δύο Κομμουνιστικών Κομμάτων εψήφισαν τον νόμο του τότε υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων Αντώνη Τρίτση, που είχε ως στόχο τη διοικητική και οικονομική καθυπόταξη της ελλαδικής Εκκλησίας.

Ο νόμος του Αντώνη Τρίτση δεν εφαρμόσθηκε ποτέ καθ’ όσον αφορά στην παραχωρηθείσα στο Δημόσιο μοναστηριακή περιουσία και η αναίρεση της λαϊκής συμμετοχής στα μητροπολιτικά συμβούλια συνομολογήθη με προσχέδιο συμφωνίας μεταξύ του τότε πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου και του Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ. Η «εκκρεμότης» παραμένει ανοικτή.

Αλλά ο σημερινός πρωθυπουργός κ. Αλέξης Τσίπρας δεν είναι Ανδρέας Παπανδρέου και οι ιδεολογικές αγκυλώσεις του ΣΥΡΙΖΑ, τουλάχιστον σε αυτή την πρώτη φάση, είναι πολύ μεγαλύτερες από εκείνες του ΠΑΣΟΚ. Ούτε η Νέα Δημοκρατία είναι πλέον κόμμα συντηρητικό, με την παραδοσιακή έννοια της λέξεως.

Το κυριότερο όμως όλων είναι ότι η ευρωπαϊκή πολιτική τάξη πραγμάτων είναι αντιεκκλησιαστική και η κυριαρχούσα τάση στις κοινωνίες της Δύσεως αγνωστικιστική εάν όχι παγανιστική. Εάν τα εγχειρίδια των Θρησκευτικών του υπουργείου Παιδείας ετίθεντο θεωρητικώς στην κρίση ευρωπαϊκών οργάνων, θα γίνονταν αποδεκτά. Περί αυτού, ας μην υπάρχει αμφιβολία.

Ο ρόλος της Εκκλησίας υπήρξε, βέβαια, καταλυτικός, όχι απλώς και μόνον για λόγους θρησκευτικούς, αλλά διότι διαφύλαξε την αίσθηση της γλωσσικής συνέχειας του έθνους. Στη διάρκεια της οθωμανικής κυριαρχίας οι ιερείς των επαρχιών μπορεί να μην αντιλαμβάνονταν με ακρίβεια τη γλώσσα του Ευαγγελίου, το εκκλησίασμα ακόμη ολιγότερο· αλλά όλοι γνώριζαν τα τροπάρια και τους ύμνους και δι’ αυτού του τρόπου διατηρήθηκε η επαφή με την κοινή Ελληνική. Και όταν αργότερα συνεκροτήθη κράτος ελληνικό και ανεξάρτητο, η Εκκλησία υπήρξε ο καταλύτης που συνέβαλε στην ενότητα υπολειμμάτων της φυλής, με γλώσσες και παραδόσεις διαφορετικές. Αυτά είναι θέματα που όφειλε να αναδεικνύει η Εκκλησία, που εκ της φύσεώς της δεν είναι απλώς μια ΜΚΟ, δίχως αυτό διόλου να σημαίνει ότι θα πρέπει να αναζητηθεί νέος Σαβοναρόλα, Ελληνας και ορθόδοξος.

Από τα χρόνια του τελευταίου Πολέμου, μόνον η Αδελφότης Θεολόγων «Η Ζωή» ανέπτυξε δραστηριότητα πνευματική και κοινωνική, με οργανωσιακή δεινότητα, έως ότου έριδες εσωτερικές και η σύμπλευση με τους πραξικοπηματίες την απαξίωσε τελικώς. Το διάστημα που μεσολάβησε από το 1988, μόνον ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος άρθρωσε λόγο εκτός συστήματος και επέπεσαν εναντίον του ιεράρχες και εκσυγχρονιστές πολιτικοί. Το παρελθόν ουδέποτε αναβιώνει, αλλά η Εκκλησία ευρίσκεται ενώπιον προκλήσεων, πολύ ευρυτέρων από αυτές που θέτει ο ΣΥΡΙΖΑ. Αλλως, το μόνο που απομένει είναι οι ενοριακοί ιερείς.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή