Η περιδίνηση της Ε.Ε. και το «ελληνικό ζήτημα»

Η περιδίνηση της Ε.Ε. και το «ελληνικό ζήτημα»

3' 19" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η κρίση της Ε.Ε. και οι διαβουλεύσεις των ηγετών των χωρών-μελών θα έχουν, εκ των πραγμάτων, επιπτώσεις και στο ελληνικό πρόβλημα. Η κρίση της δεν είναι περιστασιακή. Είναι κρίση υπαρξιακή. Ενώ παλαιότερα, η αντιπαράθεση ήταν ανάμεσα στις χώρες-μέλη που υποστήριζαν την εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ενοποίησης και στους απρόθυμους, το διακύβευμα έχει αλλάξει. Το ευρωπαϊκό πρόβλημα διατυπώνεται με άλλους όρους και το ερώτημα που τίθεται είναι εάν το οικοδόμημα μπορεί να επιβιώσει. Οι αποκλίνουσες απόψεις είναι βαθιές και δυσκολεύουν την εξεύρεση των απαιτούμενων συμβιβασμών. Επικρατεί ένα κλίμα επιφυλακτικότητας πολλών εταίρων για τη συζήτηση των μεγάλων θεσμικών θεμάτων. Οι εκλογές στη Γαλλία και στη Γερμανία το 2017 καθυστερούν, εκ των πραγμάτων, τις εξελίξεις. Η άνοδος των αντισυστημικών δυνάμεων αποτυπώνει τον προβληματισμό που επικρατεί στις κοινωνίες. Η οικονομική κρίση του 2008 και η εφαρμογή πολιτικών λιτότητας έπληξαν καίρια τα μικρομεσαία στρώματα, που είδαν τα εισοδήματά τους να συρρικνώνονται.

Σε όλη τη Γηραιά Ηπειρο η πολυετής κρίση έχει ανατρέψει την αντίληψη ότι η ευρωπαϊκή ενοποίηση είναι παράγοντας ευημερίας για όλους τους πολίτες. Το ευρωπαϊκό όραμα έχει υποστεί σοβαρή βλάβη. Η άνοδος του ευρωσκεπτικισμού, αν όχι της ευρωάρνησης, είναι ηχηρή ακόμα και σε χώρες που ήταν ένθερμες υποστηρίκτριες του ενοποιητικού εγχειρήματος. Η οξύτατη δημοσιονομική κρίση επηρεάζει δυσμενώς τη διαπραγματευτική μας θέση εντός της Ε.Ε. Η αρχή της ισοτιμίας των χωρών κατοχυρώνεται από τις Συνθήκες, αλλά εξανεμίζεται στην πράξη όταν δεν υφίστανται ερείσματα πραγματικής ισχύος.

Αυτό δεν σημαίνει, όμως, ότι η κρίση πρέπει να αποτελέσει βολικό άλλοθι για απουσία, για μη εκπόνηση και κατάθεση προτάσεων. Η Ελλάδα οφείλει να έχει όραμα και ένα γενικότερο σχέδιο για το μέλλον της Ευρώπης. Αυτό πρακτικά σημαίνει επεξεργασία αυτόφωτης ευρωπαϊκής πολιτικής και όχι ιδεολογικοπολιτικό μεταπρατισμό. Οσο και αν η θέση μας είναι εξασθενημένη, η Ελλάδα δεν πρέπει να είναι ακόλουθος και να εισάγει κοινοτική πολιτική. Πρέπει να είναι παράγοντας συνδιαμόρφωσης των ευρωπαϊκών εξελίξεων.

Η υπηρεσία Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων του υπουργείου Εξωτερικών είχε στο παρελθόν σημαντική συνεισφορά τόσο στη διαμόρφωση ευρωπαϊκών πολιτικών, όσο και στην προώθηση των ελληνικών συμφερόντων. Χάραξε και υλοποίησε σημαντικές στρατηγικές.

Η ανάταξη και η ανάπτυξη της οικονομίας μας είναι προϋπόθεση για να έχει η Ελλάδα αξιόπιστη φωνή και για να διατηρηθεί στον σκληρό πυρήνα της Ε.Ε. Εδώ, όμως, είναι και το καίριο θέμα. Για τους εταίρους μας, το ελληνικό πρόβλημα έχει καταστεί σε γενικές γραμμές διαχειρίσιμο. Με τη χώρα σε μνημονιακό αυτόματο πιλότο, δεν είμαστε πλέον συστημικός κίνδυνος. Η κατάσταση αυτή βολεύει τους εταίρους, αλλά δεν συμφέρει εμάς.

Η κυβέρνηση δίνει έμφαση αφενός στην ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, αφετέρου στη μείωση της υποχρέωσης για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ από το 2018 και μετά. Και οι δύο αυτές επιδιώξεις είναι θετικές, αλλά έχουν λίγες πιθανότητες να γίνουν αποδεκτές στο άμεσο μέλλον. Το κρίσιμο ζητούμενο είναι αλλού. Η παρούσα οικονομική πολιτική δεν οδηγεί σε έξοδο από την κρίση και η χώρα έχει φθάσει στα όριά της. Διαδοχικές κυβερνήσεις έχουν ταυτίσει τα αναπτυξιακά κίνητρα με τις επιδοτήσεις και την ανάπτυξη με τα κοινοτικά κονδύλια. Τα κίνητρα αυτά, όμως, δεν αρκούν, αλλά και έχουν κατά πολύ εξαντλήσει τον ωφέλιμο βίο τους.Το οικονομικό μας πρόβλημα είναι σε μεγάλο βαθμό πολιτικό. Οφείλεται, δηλαδή, στη διαχρονική έλλειψη αξιόπιστου σχεδίου και αντίστοιχης πολιτικής βούλησης αφενός για την εξυγίανση και τον εκσυγχρονισμό των κρατικών δομών, αφετέρου για την απελευθέρωση του δυναμικού που λιμνάζει στον ιδιωτικό τομέα. Μόνο έτσι η Ελλάδα θα εισέλθει σε αναπτυξιακή τροχιά. Η ενεργητικότητα των κυβερνήσεων δεν μπορεί να εξαντλείται μόνο στην εφαρμογή των μνημονίων. Ούτε να περιμένεις πάντα από τους άλλους να σου λύσουν τα προβλήματά σου. Το ζητούμενο,αυτονόητο: H Ελλάδα πρέπει να εκμεταλλευθεί τα σημαντικά συγκριτικά της πλεονεκτήματα και να εκπονήσει ρεαλιστικό εθνικό σχέδιο εξόδου από την κρίση. Το σχέδιο αυτό πρέπει να έχει στον πυρήνα του τη διασφάλιση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας και να εξειδικεύει πώς τοποθετείται η Ελλάδα στους μεγάλους ευρωπαϊκούς στόχους (ψηφιακή ένωση, ενεργειακή ένωση, τραπεζική ένωση, διασύνδεση αγορών προϊόντων και υπηρεσιών). Μόνο τότε υπάρχει περίπτωση να εξασφαλίσουμε την εμπιστοσύνη των εταίρων μας και οι διαπραγματεύσεις μαζί τους να φέρουν αξιοσημείωτο αποτέλεσμα.

*Ο κ. Κωνσταντίνος Μπίτσιος είναι εκτελεστικός αντιπρόεδρος ΣΕΒ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή