Οι τρεις σκληρές απαιτήσεις του ΔΝΤ

Οι τρεις σκληρές απαιτήσεις του ΔΝΤ

3' 35" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ως καθοριστική παράμετρο για τη σταδιακή ανάκαμψη της οικονομίας, αλλά και ως πολιτικό «σωσίβιο» για την κυβέρνηση που δέχεται για πρώτη φορά την τελευταία διετία ισχυρότατη δημοσκοπική πίεση, αντιμετωπίζει ο πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας την επερχόμενη δεύτερη αξιολόγηση και την εν εξελίξει στο παρασκήνιο συζήτηση για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους.

Στο Μέγαρο Μαξίμου αντιλαμβάνονται πλήρως ότι ριζική και μακροπρόθεσμη λύση για το χρέος δεν πρόκειται να υπάρξει μέχρι το τέλος του έτους. Εκτιμούν, όμως, ότι ακόμη και μια συμφωνία για «κλείδωμα» των επιτοκίων του ελληνικού δανεισμού σε ποσοστά της τάξης του 1,5%-1,8% θα μπορούσε υπό προϋποθέσεις να δρομολογήσει θετικές εξελίξεις, ειδικά εάν υπάρξει το πρόσθετο βήμα να συμφωνηθεί ότι η Ελλάδα δεν θα δαπανά ετησίως πάνω από το 15% του ΑΕΠ της για τόκους και χρεολύσια. Οπως αναφέρουν συνομιλητές του κ. Τσίπρα, η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης σε συνδυασμό με τα ανωτέρω μέτρα για το χρέος θα άνοιγε τον δρόμο για μικρότερα πρωτογενή πλεονάσματα, όπως ζητεί το ΔΝΤ, έξοδο της χώρας στις αγορές και την ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Σ’ αυτή την περίπτωση, προσθέτουν, το κλίμα θα άλλαζε άρδην στην εγχώρια οικονομία, αλλά, το κυριότερο, μεταξύ των ξένων επενδυτών, η άφιξη των οποίων στην Ελλάδα έχει γίνει πλέον αντιληπτό ότι αποτελεί το μόνο ασφαλές κλειδί για την επιστροφή σε σταθερή και μακροχρόνια ανάπτυξη, δίδοντας παράλληλα στην κυβέρνηση τη δυνατότητα να ανακάμψει πολιτικά, καθώς θα μπορούσε να μεταδώσει στους πολίτες ότι «τα δύσκολα πέρασαν».

Η επιλογή του κ. Τσίπρα να «επενδύσει» στην οικονομία, επιχειρώντας παράλληλα να κερδίσει πολιτικό χρόνο, ουσιαστικά συνιστά μονόδρομο: Η διαφορά μεταξύ Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ σε όλες τις τελευταίες δημοσκοπήσεις εμφανίζεται να μεγαλώνει σημαντικά σε σχέση με την περίοδο πριν από το καλοκαίρι. Σε συνδυασμό, δε, με την πτωτική τάση που παρουσιάζουν τα κόμματα στον χώρο του κέντρου, όπου μόνον το ΠΑΣΟΚ εμφανίζεται να διασφαλίζει με άνεση την παρουσία του στην επόμενη Βουλή, καθιστούν για τον κ. Τσίπρα την προσφυγή στις κάλπες στην παρούσα συγκυρία απονενοημένο διάβημα.

Ομως, ούτε η ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης ούτε τα μέτρα για το χρέος θα είναι εύκολη υπόθεση για τον πρωθυπουργό, καθώς «διασταυρώνονται» με την εμφανή πλέον και στο προσκήνιο σύγκρουση μεταξύ Γερμανίας και ΔΝΤ για το ελληνικό ζήτημα. Σύμφωνα με πληροφορίες, το ΔΝΤ παρότι είναι, ως γνωστόν, υποστηρικτικό προς τις θέσεις της Αθήνας για την ελάφρυνση του χρέους, θέτει όρους ενόψει της δεύτερης αξιολόγησης που δεν είναι δυνατόν να γίνουν αποδεκτοί από την κυβέρνηση Τσίπρα, ούτε να υπερψηφιστούν από την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, σύμφωνα με εκτιμήσεις, επειδή επί της ουσίας δεν θέλει –για εσωτερικούς του λόγους– να συνεχίσει να χρηματοδοτεί το ελληνικό πρόγραμμα, αλλά είτε να αποχωρήσει ή να παραμείνει ως τεχνικός σύμβουλος.

Ειδικότερα, κατά τις ανωτέρω πηγές, το Ταμείο επιμένει να καταργηθεί άμεσα η προσωπική διαφορά μεταξύ παλαιών και νέων συνταξιούχων, εξέλιξη που θα σηματοδοτούσε νέες μεγάλες περικοπές σε κύριες και επικουρικές συντάξεις. Επίσης, στο παρασκήνιο έχει διαμηνύσει πως πρέπει να επέλθει νέα μείωση του αφορολόγητου ορίου, ακόμη και κάτω από τα 7.000 ευρώ, ενώ πιέζει για την πλήρη απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων. Μάλιστα, στις συζητήσεις που έχουν γίνει έως τώρα απορρίπτει το επιχείρημα της Αθήνας ότι οι εργοδοτικοί φορείς δεν επιθυμούν περαιτέρω αλλαγές στα ζητήματα των απολύσεων, των απεργιών και του λοκ άουτ, με το επιχείρημα ότι ζητούμενο για την ελληνική οικονομία είναι οι ξένες επενδύσεις και ξένοι επενδυτές δεν θα εμφανιστούν στην Ελλάδα με το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο στα εργασιακά.

Από την άλλη πλευρά, ο κ. Β. Σόιμπλε παρά τη λειτουργική σχέση που έχει αναπτύξει με τον υπουργό Οικονομικών Ευκλ. Τσακαλώτο –σε συνομιλία που είχε στο Νταβός με τον κ. Τσίπρα είχε αναφέρει πως «έχει πολύ καλή συνεργασία με τον Ευκλείδη»– διαμηνύει πως ουσιαστικές αποφάσεις για το χρέος δεν πρόκειται να ληφθούν πριν από τις γερμανικές εκλογές, το φθινόπωρο του 2017.

Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, κυβερνητικές πηγές δεν αποκλείουν η δεύτερη αξιολόγηση, παρά τη διακηρυγμένη βούληση του πρωθυπουργού να ολοκληρωθεί μέσα στον επόμενο μήνα, να παραταθεί μέχρι τον προσεχή Μάρτιο. Ομως, ο πραγματικός φόβος του Μεγάρου Μαξίμου είναι στο μπρα ντε φερ μεταξύ ΔΝΤ και Γερμανίας να υπερισχύσει το Βερολίνο, το Ταμείο να παραμείνει για τον επόμενο τουλάχιστον χρόνο ως τεχνικός σύμβουλος και οι αποφάσεις για το χρέος να παραπεμφθούν στις ελληνικές καλένδες. Σ’ αυτή την περίπτωση το αφήγημα που επιχειρεί να οικοδομήσει ο κ. Τσίπρας παραμένει μετέωρο με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την τελούσα υπό ασφυκτική πίεση κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή