Mάχη για τη διατλαντική συμφωνία εμπορίου

Mάχη για τη διατλαντική συμφωνία εμπορίου

7' 21" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οι διαπραγματεύσεις για την ολοκλήρωση της Διατλαντικής Συμφωνίας Εμπορίου και Επενδύσεων μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ενωσης και των ΗΠΑ (ΤΤΙΡ) συνεχίζονται παρά τις κοινωνικές αντιδράσεις και τις σοβαρές ενστάσεις που διατυπώνονται από Ευρωπαίους ηγέτες, όπως ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ και επτά υπουργοί Εμπορίου της Ε.Ε. Η Κομισιόν, η Γερμανίδα καγκελάριος Αγκελα Μέρκελ και ο Αμερικανός πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα ανυπερθέτως στηρίζουν τη συμφωνία. Στόχος της είναι η άρση των εμποδίων στη διεξαγωγή των εμπορικών συναλλαγών, το να καταστούν ελκυστικότερες οι επενδύσεις, η διευκόλυνση της πρόσβασης στις αγορές και η μείωση των δασμών. Πάντως, η επιδίωξη να ολοκληρωθεί η ΤΤΙΡ επί προεδρίας Ομπάμα δεν είναι εφικτή. Επιπλέον, ερωτήματα τίθενται και για τη συνέχισή της. Αμφότεροι οι υποψήφιοι των αμερικανικών εκλογών, Χίλαρι Κλίντον και Ντόναλντ Τραμπ, έχουν επιφυλάξεις ως προς το διεθνές εμπόριο.

Χωρίς εμπόδια

Οι δασμοί είναι ήδη πολύ χαμηλοί, οπότε το βάρος πέφτει στην άμβλυνση ρυθμίσεων, οι οποίες ανακόπτουν την ελεύθερη διακίνηση προϊόντων, υπηρεσιών και κεφαλαίων. Εκεί έγκειται και ο προβληματισμός κατά πόσον η «ομογενοποίηση» ρυθμίσεων, ελέγχων και προδιαγραφών μεταξύ των δύο εταίρων ισοδυναμεί με έκπτωση, διακυβεύοντας κεκτημένα δικαιώματα και αυστηρές προστατευτικές νομοθεσίες ανθρώπων και φυσικού περιβάλλοντος. Με το σκεπτικό ότι οι ΗΠΑ εν γένει έχουν πιο χαλαρό πλαίσιο, το οποίο διέπει τις οικονομικές τους δραστηριότητες –όπως συμβαίνει, λόγου χάριν, στα δικαιώματα των εργαζομένων–, η κοινωνία πολιτών, το οικολογικό κίνημα, επιστήμονες και ακαδημαϊκοί έχoυν αντιταχθεί στην ΤΤΙΡ, όπως και στην αντίστοιχη που υπέγραψε η Ε.Ε. με τον Καναδά (CETA). Η CETA αναμένεται να υπογραφεί στην κοινή σύνοδό τους στις 27 Οκτωβρίου και εφόσον έχει τη συγκατάθεση και των 28 κρατών-μελών της Ε.Ε. Τι σημαίνει, όμως, στην πράξη κατάργηση εμποδίων; «Τα στρείδια δεν μπορούν να εξαχθούν προς τις ΗΠΑ», επισημαίνει η δρ Γκαλίνα Κόλεφ, επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας μακροοικονομικής ανάλυσης και οικονομίας του Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών της Κολωνίας. «Στην Ε.Ε. εξετάζουμε τα στρείδια, ώστε να μην έχουν βακτήρια, ενώ στις ΗΠΑ εξετάζουν τα ύδατα, στα οποία εκτρέφονται. Επιστημονικά οι δύο μέθοδοι είναι ισότιμα αξιόπιστες. Με την ΤΤΙΡ οι Γάλλοι και οι Ιρλανδοί παραγωγοί στρειδιών θα περνούν μόνον τον έλεγχο της Ε.Ε. και θα εξάγουν απευθείας στις ΗΠΑ».

Oι πολέμιοι αμφοτέρων των συμφωνιών προσάπτουν στην Ε.Ε. και την έλλειψη διαφάνειας και ενημέρωσης – σε έγγραφο της Κομισιόν στα τέλη του 2014, λόγου χάριν, αναφερόταν πως «οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι είναι ευπρόσδεκτοι να διαβάσουν τα εγκριθέντα από την ΤΤΙΡ κείμενα στις αμερικανικές πρεσβείες σε προγραμματισμένες ημέρες κατόπιν ραντεβού».

Θεωρούν, ακόμα, πως οι CETA και TTIP εξυπηρετούν κυρίως τις πολυεθνικές, αγνοούν την ισχύ του εθνικού δικαίου και το δημόσιο συμφέρον, όταν θίγονται οι διεθνείς επενδυτές και ενεργοποιείται ο δικαστικός μηχανισμός επίλυσης διαφορών (Σύστημα Επενδυτικών Δικαστηρίων/InvestmentCourt System), αφήνουν «παραθυράκια» για τους γενετικώς τροποποιημένους οργανισμούς με το επιχείρημα της προστασίας των πατεντών, παρατείνουν τη διάρκειά τους στα φάρμακα, δυσχεραίνοντας την παραγωγή γενοσήμων. «Οι ανησυχίες για τις επιπτώσεις της ΤΤΙΡ σχετίζονται μεταξύ άλλων με την επιδείνωση των προδιαγραφών για την προστασία του περιβάλλοντος, την ασφάλεια τροφίμων, το απόρρητο των προσωπικών δεδομένων, τη χαλάρωση των ρυθμίσεων για τον χρηματοπιστωτικό κλάδο, την απώλεια θέσεων εργασίας, την πιθανή ιδιωτικοποίηση δημόσιων υπηρεσιών και το ICS», παρατηρεί ο δρ Δημήτρης Ντούλος, αναπλ. καθηγητής Οικονομικών στο Αμερικανικό Κολλέγιο Ελλάδος – Deree.

«Παράλληλα, όμως, υπάρχουν και δυνητικά οφέλη για επιχειρήσεις και καταναλωτές με τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, τη βελτίωση του ανταγωνισμού και της ποιότητας υπηρεσιών και αγαθών, την καλύτερη πρόσβαση των MME της Ε.Ε. στις ΗΠΑ, τον περιορισμό της γραφειοκρατίας και, βάσει ορισμένων υπολογισμών, ένα επιπλέον ετήσιο εισόδημα 545 δολ. ανά νοικοκυριό στην Ε.Ε.».

Αντικρουόμενες εκτιμήσεις ερευνών

Σύμφωνα με μελέτες ευρωπαϊκών ερευνητικών ιδρυμάτων, όπως το Bertelsmann, το CEPII και το CERP, έως το 2027 και λόγω εφαρμογής της Διατλαντικής Συμφωνίας (ΤΤΙΡ), η Ε.Ε. αναμένεται να εμφανίσει αύξηση στο ΑΕΠ έως και 5,9% ή 7,6%, ενώ θα δημιουργηθούν 1.300.000 θέσεις εργασίας. Αντίθετα, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Παγκόσμιας Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος (GDAE) του Πανεπιστημίου Tufts στη Βοστώνη, η ΤΤΙΡ θα αντιστρέψει την περαιτέρω ευρωπαϊκή ενοποίηση, η επιρροή της στο ΑΕΠ θα είναι αμελητέα, προξενώντας, μάλιστα, απώλειες έως και 583.000 θέσεων εργασίας.

Οι υποστηρικτές των CETA-TTIP τονίζουν πως οι δύο συμφωνίες μπορούν να διαμορφώσουν τις παγκόσμιες προδιαγραφές του εμπορίου, τις οποίες, σε αντίθετη περίπτωση, θα αναλάβει από μόνη της η Κίνα να τις θέσει. «Εκτιμώ πως εάν υιοθετούσε κάποιος την προσέγγιση του εξωτερικού παρατηρητή, θα διαπίστωνε ορισμένα πράγματα», επισημαίνει η δρ Αννα Βισβίζη, επίκουρη καθηγήτρια Ευρωπαϊκής Πολιτικής του Τμήματος Διεθνών Επιχειρηματικών Σπουδών στο Αμερικανικό Κολλέγιο Ελλάδος – Deree. «Διεξάγεται μια δημόσια συζήτηση σε υψηλούς τόνους και με έντονες αντιδράσεις για τις εν λόγω συμφωνίες, όταν η Ε.Ε. έχει ήδη συνάψει πολυάριθμες άλλες με τους εμπορικούς εταίρους της στην Ευρώπη, στην Ασία κ.α. Γιατί; Επίσης, πώς αναδεικνύεται ο ρόλος του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) υπό το φως της σύναψης αυτών των ευρύτατων εμπορικών συμφωνιών; Μήπως αποδεικνύεται ανεπαρκής εντέλει ή χρήζει διαφοροποίησης;».

Μοντέλο η εμπορική σχέση Ευρώπης – Καναδά

Προάγγελος και «προθέρμανση» για τη Διατλαντική Συμφωνία (TTIP) θεωρείται η συμφωνία μεταξύ Ευρωπαϊκής Ενωσης και Καναδά (CETA). Καθόλου τυχαία ο Γερμανός υπουργός Οικονομίας Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, ο οποίος έχει εκφράσει σθεναρά τις αντιρρήσεις του για την TTIP (ειδικά ενόψει των εκλογών του 2017), επισημαίνει τα εξής: «Η ολοκλήρωσή της θα σήμαινε πως η Ουάσιγκτον αποδέχθηκε τα αιτήματα των Βρυξελλών, όπως έπραξε προηγουμένως και η Οττάβα». Η ευρωκαναδική συμφωνία αποσκοπεί στη μείωση κατά 98% των δασμών, την εναρμόνιση των ρυθμιστικών πλαισίων των δύο εταίρων, τη λήψη μέτρων για τη βιώσιμη ανάπτυξη στο πλαίσιο των εμπορικών συναλλαγών και των επενδύσεων, την πρόσβαση στις δημόσιες προμήθειες και τη θεσμοθέτηση του Συστήματος Επενδυτικών Δικαστηρίων (ICS).

Το ICS χρησιμοποιείται πρώτη φορά και συνιστά βελτιωμένη εκδοχή του παλαιότερου ISDS (Investor – to – state – dispute – settlement). Σύμφωνα με ανακοίνωση του ελληνικού υπουργείου Οικονομίας, η Ε.Ε. ενέταξε στην CETA την προστασία των δημόσιων αγαθών και υπηρεσιών, το δικαίωμα επανεθνικοποίησης ιδιωτικοποιημένων επιχειρήσεων κοινής ωφελείας (π.χ. υπηρεσίες ύδρευσης), τη διατήρηση υψηλών προδιαγραφών για την προστασία των καταναλωτών και του περιβάλλοντος, καθώς και την προστασία των δικαιωμάτων των εργαζομένων σύμφωνα και με τα πρότυπα της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας.

Επιπροσθέτως, η CETA αναγνωρίζει την ΠΓΕ, την Προστατευόμενη Γεωγραφική Ενδειξη. Προϊόντα όπως το ροκφόρ, οι ελιές Καλαμών και το βαλσαμικό της Μοδένας θα αναγνωρίζεται ότι φέρουν την ΠΓΕ όταν εισάγονται από τον Καναδά.

Πάντως, η Κομισιόν θεωρεί πως στην CETA το σύστημα επίλυσης διαφορών κρατών-επενδυτών με τη θέσπιση ενός δημοσίου δικαστηρίου είναι δικαιότερο, λειτουργεί με διαφάνεια και δεν εμποδίζει τις εθνικές αρχές να νομοθετούν για το δημόσιο συμφέρον υπό το πρίσμα δυνητικής αντιδικίας τους με επενδυτές. Ωστόσο η υπόθεση εργασίας που γεννά μεγάλες ανησυχίες για το πώς θα εξελιχθεί αυτό το σύστημα, είναι της καπνοβιομηχανίας Philip Morris. Η εταιρεία το 2011 στράφηκε κατά του δημοσίου στην Αυστραλία, ισχυριζόμενη ότι η νομοθεσία υπέρ της δημόσιας υγείας με την απαγόρευση αναγραφής της επωνυμίας της εταιρείας στο πακέτο των τσιγάρων παραβιάζει τις υποχρεώσεις του κράτους προς αυτήν. Η Αυστραλία είχε την τύχη να κερδίσει την υπόθεση. Η ίδια η Ευρωπαία επίτροπος Εμπορίου, Σεσίλια Μάλμστρεμ, χαρακτήρισε «τοξικό» το ακρωνύμιο ISDS, ενώ ο ειδικευμένος στα ανθρώπινα δικαιώματα στον ΟΗΕ, Aλφρέντ ντε Ζαγιάς, απαίτησε την απόσυρση αμφοτέρων των ISDS και ICS ως μηχανισμών που στρέφονται «συλλήβδην κατά των ανθρωπίνων δικαιωμάτων».

Πού βρίσκεται η ΤΤΙΡ

Ο τελευταίος 15oς γύρος διαπραγματεύσεων για την ΤΤΙΡ διεξήχθη την περασμένη εβδομάδα. Οπως ανέφεραν οι επικεφαλής διαπραγματευτές Ιγνάσιο Γκαρσία Μπέρθερο από την Ε.Ε. και Νταν Μαλάλι από πλευράς των ΗΠΑ, σημειώθηκε πρόοδος στην αυτοκινητοβιομηχανία, τα φάρμακα και τις ιατρικές συσκευές, ενώ πόρρω απέχουν οι δύο πλευρές στο σύστημα επενδυτικών δικαστηρίων, στα γεωργικά προϊόντα και στις δημόσιες προμήθειες. Οι Βρυξέλλες θέλουν μεγαλύτερη πρόσβαση σε έργα υποδομών για οδικά και σιδηροδρομικά δίκτυα, καθώς και αεροδρόμια στις Ηνωμένες Πολιτείες. Εντούτοις, στο ακανθώδες αυτό ζήτημα θεωρείται αδύνατον να επέλθει συμβιβασμός σε χρονιά προεδρικών εκλογών. Στα δε γεωργικά προϊόντα, τώρα, οι ΗΠΑ επιδιώκουν πλήρη κατάργηση δασμών, κάτι το οποίο προσκρούει στις αντιδράσεις Γάλλων και άλλων Ευρωπαίων. Οι Γάλλοι θέλουν ποσοστώσεις υπό τη μορφή δασμών σε βοοειδή και γαλακτοκομικά.

Επιπλέον, η Ε.Ε. επιδιώκει την αναγνώριση της σήμανσης ΠΟΠ & ΠΓΕ από τις ΗΠΑ, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Στην περίπτωση της Ελλάδας, όπως αναφέρει σχετική μελέτη του Συνδέσμου Φίλων της Φύσης, η Κομισιόν έχει αναγνωρίσει 101 προϊόντα ΠΟΠ & ΠΓΕ και μόλις 21 βρίσκονται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων της ΤΤΙΡ. Ωστόσο, όπως αναφέρει η δρ Γκαλίνα Κόλεφ από το Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών της Κολωνίας, «σύμφωνα με μελέτη, που ανατέθηκε από το Αμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο στις Βρυξέλλες, στο Παγκόσμιο Ινστιτούτο Εμπορίου, φάνηκε ότι η ΤΤΙΡ θα αυξήσει σε μόνιμη βάση το ΑΕΠ της Ελλάδας κατά 0,4% και τις εξαγωγές τις στις ΗΠΑ κατά 13%». Ειδικότερα, τέλος, οι εξαγωγές αγροτικών προϊόντων, προϊόντων δασοκομίας και αλιευμάτων θα αυξηθούν κατά 81 εκατ. ευρώ και κατά 99 εκατ. ευρώ οι εξαγωγές επεξεργασμένων τροφίμων, ενώ η απασχόληση στη γεωργία στη χώρα μας θα ενισχυθεί κατά 0,4%.

* Συζήτηση για την TTIP συνδιοργανώθηκε από το ίδρυμα Konrad – Adenauer – Stiftung στην Ελλάδα και το Τμήμα Διεθνών Επιχ. Σπουδών του Deree. Συμμετείχαν η δρ Γκαλίνα Κόλεφ του Ινστ. Οικ. Ερευνών της Κολωνίας και οι καθηγητές του Deree, Δημήτρης Ντούλος και Αννα Βισβίζη.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή