Το ντόμινο λαθών που οδήγησε στο «Βατερλώ»

Το ντόμινο λαθών που οδήγησε στο «Βατερλώ»

5' 19" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σε αναζήτηση του βηματισμού της και των κινήσεων εκείνων που θα επιτρέψουν την αποκατάσταση των εντυπώσεων, όσον αφορά τη βαριά πολιτική ήττα που υπέστη έπειτα από την απόφαση του ΣτΕ για τον διαγωνισμό για τις τηλεοπτικές άδειες, βρίσκεται η κυβέρνηση. Η επιδιόρθωση της βλάβης, σε επίπεδο όχι μόνο επικοινωνιακό, αλλά και ουσίας, είναι κάθε άλλο παρά εύκολη υπόθεση.

Η κυβέρνηση ηττήθηκε σε ένα από τα ζητήματα που είχε αναδείξει ως πυλώνα του πολιτικού αφηγήματός της, που είχε καταστήσει κεντρικό διακύβευμα έναντι της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ενώ αναδείχθηκε μέσα από τη διαδικασία σειρά λανθασμένων χειρισμών. Η αναζήτηση ευθυνών για την παταγώδη επιτυχία περνάει σε δεύτερη μοίρα.

Εν πολλοίς διότι είναι πολύ πρόσφατες οι δημόσιες αναφορές του πρωθυπουργού, κ. Αλέξη Τσίπρα, ότι ο νόμος για τις τηλεοπτικές άδειες δεν είναι νόμος Παππά αλλά ψηφίστηκε από το σύνολο των κοινοβουλευτικών ομάδων του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ και ότι η μάχη για τη διαμόρφωση ενός νέου τηλεοπτικού τοπίου αφορά μια κεντρική κυβερνητική επιλογή. Εχοντας τόσο πρόσφατα και τόσο ξεκάθαρα «αγκαλιάσει» τους χειρισμούς που έγιναν, ο πρωθυπουργός δεν θα μπορούσε να κινηθεί σε λογική εύρεσης εξιλαστήριου θύματος, εν προκειμένω του κ. Νίκου Παππά, που κίνησε τις διαδικασίες.

Επίθεση και κριτική

Μη μπορώντας να προχωρήσει σε μια τέτοια κίνηση εκτόνωσης της πολιτικής πίεσης, η οποία, ταυτόχρονα, θα σήμαινε και παραδοχή ότι έχουν γίνει λάθη και υπάρχουν ευθύνες, η κυβέρνηση επέλεξε την τακτική της ολομέτωπης επίθεσης, με σφοδρή κριτική προς το ΣτΕ και προανήγγειλε νέα νομοθετική πρωτοβουλία, δηλώνοντας αποφασισμένη να συνεχίσει με την ίδια στρατηγική.

Μία στρατηγική, πάντως, που μέχρι τώρα συνοδεύθηκε από πολλές μικρές ήττες πριν φθάσει στο «Βατερλώ» της περασμένης Τετάρτης. Η κυβέρνηση και ο κ. Τσίπρας, προσωπικά, επέλεξαν να κάνουν το θέμα της αδειοδότησης των καναλιών «σημαία» στη στρατηγική τους. Η λειτουργία του τηλεοπτικού τοπίου επενδύθηκε με το αφήγημα για το τρίγωνο διαπλοκής ανάμεσα σε πολιτική εξουσία, κανάλια και τράπεζες και το αφήγημα αυτό αποτέλεσε την αιχμή για την ανάδειξη του ηθικού πλεονεκτήματος της κυβέρνησης έναντι της αντιπολίτευσης. Και όσο το αφήγημα παρέμενε αφήγημα, όλα πήγαιναν καλά. Οταν, ωστόσο, αποφασίστηκε να γίνει πράξη η πρόθεση για ρύθμιση του τηλεοπτικού τοπίου, άρχισαν οι παραφωνίες.

Το αρχικό σχέδιο

Από την αρχή κατέστη σαφές ότι στον σχεδιασμό της κυβέρνησης ήταν να γίνουν μια σειρά από ανακατατάξεις στο τηλεοπτικό τοπίο προκειμένου αυτό να καταστεί φιλικότερο για την ίδια. Αλλωστε, ποτέ δεν έκρυψε η κυβερνητική ηγεσία ότι το θεωρούσε εχθρικό. Ο σχεδιασμός για έναν νέο τηλεοπτικό χάρτη περιελάμβανε την παράμετρο αναδιανομής της πίτας, με τρόπο τέτοιο ώστε να δημιουργηθούν και προσκείμενα προς την κυβέρνηση κανάλια. Η επιμονή να υλοποιηθεί τάχιστα αυτός ο σχεδιασμός, ώστε να διαμορφωθούν τετελεσμένα, παρακαταθήκη στην περίπτωση που οι πολιτικές εξελίξεις οδηγούσαν σε εκλογές και απώλεια της εξουσίας, έφερε τις βεβιασμένες κινήσεις που οδήγησαν στην απόφαση του ΣτΕ.

Προκειμένου να ξεπεραστεί η αντίδραση της αντιπολίτευσης στο «κούρεμα» των αρμοδιοτήτων του ΕΣΡ, που εκδηλώθηκε με άρνηση συμφωνίας στη συγκρότησή του, αποφασίστηκε η μεταφορά των αρμοδιοτήτων για τη διενέργεια του διαγωνισμού, τον προσδιορισμό του αριθμού καναλιών, κ.λπ. στον υπουργό Επικρατείας. Η κυβέρνηση επέλεξε να κωφεύσει στην επισήμανση ήδη από τότε ότι μια τέτοια ρύθμιση προσκρούει στις προβλέψεις του Συντάγματος.

Ακολούθησαν μια σειρά από κινήσεις και αποφάσεις, η επιχειρηματολογία υπεράσπισης των οποίων αμφισβητήθηκε έντονα και προκάλεσε ερωτήματα ως προς την πραγματική στόχευση της κυβέρνησης, δημιουργώντας ρωγμές στο αφήγημα περί διαυγούς διαδικασίας για την αποκατάσταση της νομιμότητας. Ετσι, πολύπλευρης αμφισβήτησης για την εγκυρότητά του έτυχε το πόρισμα του νεοφανούς Ινστιτούτου Φλωρεντίας για τις συχνότητες, από το οποίο η κυβέρνηση άντλησε το επιχείρημα ότι τεχνικά το εύρος συχνοτήτων μπορεί να φιλοξενήσει τέσσερις τηλεοπτικούς σταθμούς εθνικής εμβέλειας. Ενα επιχείρημα που σχεδόν χλευάστηκε και εγκαταλείφθηκε σχετικά γρήγορα, για να αντικατασταθεί από το επιχείρημα ότι η αγορά, τα μεγέθη της διαφημιστικής δαπάνης, μπορούν να «σηκώσουν» τέσσερις τηλεοπτικούς σταθμούς. Η ταύτιση στους αριθμούς προκάλεσε επιπλέον αμφισβήτηση, ενώ χωρίς απάντηση έμειναν ερωτήματα για το πώς είναι δυνατόν να εκλαμβάνονται ως σταθερό μέγεθος η λειτουργία της αγοράς και η διαφημιστική δαπάνη και τι θα συνεπαγόταν η διόγκωση ή η συρρίκνωσή της.

Πρόωροι πανηγυρισμοί

Η διενέργεια του διαγωνισμού πανηγυρίστηκε από την κυβέρνηση ως νίκη κατά της ανομίας και της διαπλοκής στο μιντιακό σύστημα. Οι πανηγυρισμοί λίγο κράτησαν, καθώς οι αποκαλύψεις για τον έναν εκ των προσωρινών υπερθεματιστών, κ. Γιάννη Βλαδίμηρο Καλογρίτσα, προκάλεσαν διάχυτη την αίσθηση ότι εξελισσόταν η προσπάθεια της κυβέρνησης να επιβάλει τους δικούς της «παίκτες» στο τηλεοπτικό τοπίο. Οι πρόσθετες αποκαλύψεις που ενέπλεκαν και την Τράπεζα Αττικής θύμισαν πολύ το αφήγημα περί τριγώνου διαπλοκής μεταξύ πολιτικής εξουσίας, μιντιαρχών και τραπεζικού συστήματος, που τόσο γλαφυρά είχαν περιγράψει τα κυβερνητικά στελέχη.

Υπό το βάρος των αποκαλύψεων, ο κ. Καλογρίτσας δήλωσε αδυναμία καταβολής της πρώτης δόσης του τιμήματος για την απόκτηση της άδειας και αποκλείσθηκε από τη διαδικασία για να πάρει τη θέση του ο κ. Ιβάν Σαββίδης. Παράλληλα, η κυβέρνηση εισέπραξε μεγάλη πίεση και φθορά από την προοπτική το κλείσιμο εν λειτουργία τηλεοπτικών σταθμών να οδηγήσει στην ανεργία χιλιάδες εργαζομένους.

Στο εσωτερικό της κυβέρνησης και της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ ασκήθηκε κριτική στους χειρισμούς και τις επιλογές που έγιναν και άφησαν την κυβέρνηση εκτεθειμένη για σημαντικό χρονικό διάστημα στη διαρκή σκληρή κριτική των τηλεοπτικών σταθμών που δεν είχαν εξασφαλίσει άδεια. Κυβερνητικά στελέχη αναφέρουν ότι η δημόσια ομπρέλα προστασίας του κ. Τσίπρα προς τον κ. Παππά ήταν για να τον προστατεύσει από αυτή την κριτική.

Πριν η απόφαση του ΣτΕ βάλει ταφόπλακα σε ένα άκρως φιλόδοξο σχέδιο, το οποίο κατέρρευσε υπό το βάρος των λανθασμένων χειρισμών, ένας ακόμη αθροίστηκε σε αυτούς. Ο κ. Παππάς, απολύτως αιφνιδιαστικά και όπως αποδείχθηκε χωρίς συνεννόηση, έφερε στη Βουλή νύχτα τροπολογία με την οποία όριζε τα επόμενα βήματα στη διαδικασία μετάβασης στο νέο τηλεοπτικό τοπίο. Εκείνες τις ημέρες ο πρόεδρος της Βουλής κ. Νίκος Βούτσης είχε δρομολογήσει μία ακόμη προσπάθεια για συγκρότηση του ΕΣΡ. Η πρωτοβουλία Παππά προκάλεσε την αντίδρασή του, καθώς υπονόμευσε ευθέως την προσπάθεια εύρεσης κοινού τόπου με την αντιπολίτευση, μια και, εκτός των άλλων, η τροπολογία προέβλεπε τη μεταφορά επιπλέον αρμοδιοτήτων από το ΕΣΡ στη Γενική Γραμματεία Ενημέρωσης. Για μεθαύριο, Δευτέρα, ο κ. Βούτσης συνεκάλεσε τη Διάσκεψη των Προέδρων, η οποία θα συνεδριάσει στις πέντε το απόγευμα σε μια νέα απόπειρα συμφωνίας για τη συγκρότηση του ΕΣΡ.

Οσο κι αν όλη η διαδικασία σημαδεύθηκε από αστοχίες, λανθασμένους χειρισμούς και μεθοδεύσεις που έριξαν βαριά σκιά στην αγαθότητα των κυβερνητικών προθέσεων, η τελική ετυμηγορία του ΣτΕ αποτέλεσε κόλαφο για την κυβέρνηση. Πολύ περισσότερο, δε, που ο ίδιος ο κ. Τσίπρας είχε σπεύσει από τη ΔΕΘ να προεξοφλήσει ότι δεν υπάρχει πιθανότητα το ανώτατο δικαστήριο να αποφανθεί υπέρ της αντισυνταγματικότητας.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή