Eπίσκεψη Ομπάμα: ιστορικές και γεωστρατηγικές παράμετροι

Eπίσκεψη Ομπάμα: ιστορικές και γεωστρατηγικές παράμετροι

4' 42" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο​​ πρόεδρος Ομπάμα θα πραγματοποιήσει διήμερη επίσκεψη εργασίας στην Αθήνα στις 15-16 Νοεμβρίου 2016. Η επίσκεψη αφ’ εαυτής και στη συγκυρία που πραγματοποιείται αποτελεί αξιοσημείωτο γεγονός.

Πρόκειται περί της τέταρτης επισκέψεως Αμερικανού προέδρου στην Ελλάδα μεταπολεμικώς (προπολεμικώς δεν είχε υπάρξει ανταλλαγή ή έστω πραγματοποίηση μεμονωμένης επισκέψεως σε ανώτατο επίπεδο μεταξύ των δύο χωρών).

Χάριν της Ιστορίας αλλά και για λόγους ουσίας, καλόν είναι να σημειωθεί ότι η πρώτη ελληνική επίσκεψη ανωτάτου επιπέδου πραγματοποιήθηκε στις ΗΠΑ το φθινόπωρο του 1953 από το τότε βασιλικό ζεύγος της Ελλάδος (διήρκεσε μαζί με το ανεπίσημο σκέλος της περί τον ενάμιση μήνα), αφού όμως πρώτα η Ελλάδα ενετάχθη στο ΝΑΤΟ (1952) και συνήψε την πρώτη συμφωνία αμυντικής συνεργασίας με τις ΗΠΑ για τις βάσεις το 1953.

Εκτοτε εγκαινιάσθηκε μια ουσιαστική πολιτικοστρατιωτική σχέση μεταξύ των δύο χωρών, διμερής και συμμαχική, η οποία διαρκεί, με διάφορες αλλαγές, διακυμάνσεις, αυξομειώσεις αλλά και αναταράξεις, μέχρι σήμερα. Στη σχέση αυτή υπεισήλθε ως αφανής αλλά αποφασιστικός παράγων το γεωπολιτικό/γεωστρατηγικό στοιχείο (παλαιότερα ως παράμετρος του Ψυχρού Πολέμου Ανατολής – Δύσεως και αργότερα ως παράμετρος περιφερειακού χαρακτήρος, Βαλκάνια – Ανατολική Μεσόγειος). Η ελληνοτουρκική παράμετρος, παρά και τον συμμαχικό εντός ΝΑΤΟ χαρακτήρα της, καθώς και οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις, αποτέλεσε εξαρχής, από το 1954 με την έγερση του Κυπριακού και εντεύθεν, συστατικό δυσάρεστο, ζημιογόνο, συχνά ανεπιθύμητο, αλλά εν πολλοίς αναπόφευκτο στοιχείο μιας υγιούς ελληνοαμερικανικής σχέσεως. Στον κανόνα υπήρξαν βέβαια και αρκετές εξαιρέσεις, σημαντικές για τα ελληνικά συμφέροντα.

Η επικείμενη αμερικανική προεδρική επίσκεψη στην Ελλάδα έχει ορισμένα χαρακτηριστικά τα οποία αξίζει κανείς να επισημάνει για την καλύτερη προσέγγιση της φύσεως και της σημασίας της, χωρίς όμως να επιχειρήσει, λόγω περιορισμού χώρου, να τα αναλύσει.

Συγκεκριμένα,  η επίσκεψη  αυτή:

α. Πραγματοποιείται σε μια ήρεμη περίοδο των ελληνοαμερικανικών σχέσεων, όπου ο γνωστός αντιαμερικανισμός σε ευρέα τμήματα της ελληνικής κοινής γνώμης δεν ευρίσκεται σε έξαρση.

β. Πραγματοποιείται στο τέλος της θητείας του σημερινού Αμερικανού προέδρου –και ενώ θα έχει αναδειχθεί ο επόμενος πρόεδρος– που θα αναλάβει τα καθήκοντά του τον προσεχή Ιανουάριο.

γ. Δεν πραγματοποιείται σε συνδυασμό με επίσκεψη στην Τουρκία.

δ. Πραγματοποιείται σε μια περίοδο βαθιάς οικονομικής κρίσεως στην Ελλάδα, χωρίς ορατή έξοδο από αυτήν, με ανοιχτά όλα τα μεγάλα μέτωπα της εξωτερικής μας πολιτικής, στα οποία προστέθηκε και το προσφυγικό/μεταναστευτικό.

ε. Πραγματοποιείται σε μια χρονική συγκυρία μεγάλων γεωπολιτικών αναταράξεων στον χώρο της Ανατολικής Μεσογείου/Μέσης Ανατολής με ευθεία εμπλοκή σοβαρών αμερικανικών συμφερόντων ποικίλης μορφής και με τη σύμμαχο Τουρκία να πολιτεύεται φραστικά αλλά και πρακτικά κατά τρόπο γενικότερα αποσταθεροποιητικό, αν όχι και υπονομευτικό, του γεωστρατηγικού, ακόμη και συνοριακού status quo, σε ολόκληρη την περιοχή.

Αναφερόμαστε βεβαίως στις συνεχείς δηλώσεις του Τούρκου προέδρου περί της Συνθήκης Ειρήνης της Λωζάννης (1923), οι οποίες πότε ιστορικά, πότε συναισθηματικά, πότε εθνολογικά, πότε εδραιωτικά του αυταρχικού προτύπου εξουσίας που ασπάζεται στη διακυβέρνηση της χώρας του, μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα εναντίον του, αποσταθεροποιούν, υπονομεύουν και δηλητηριάζουν το κλίμα, τις καλές διακρατικές σχέσεις και τις προοπτικές ειρήνευσης της ευρύτερης περιοχής.

Εν προκειμένω, καλόν είναι να υπομνησθεί ότι η Λωζάννη δεν αποτελεί απλώς αναγκαίο όρο και sacrosanctum στοιχείο των ελληνοτουρκικών σχέσεων ή των σχέσεων της Τουρκίας με όλους τους γείτονες της περιφέρειάς της (Ελλάς, Βουλγαρία, Ιράκ, Συρία, Κύπρος), αλλά και την πρώτη επίσημη ανάμειξη των ΗΠΑ στα ζητήματα ειρηνεύσεως της ευρύτερης περιοχής μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Πράγματι, οι ΗΠΑ αντιπροσωπεύθηκαν στη Συνδιάσκεψη της Λωζάννης (και στις δύο φάσεις της) και υπέγραψαν την τελική της πράξη στις 23 Ιουλίου 1923, στο προοίμιο της οποίας ρητά αναφέρεται η κοινή επιθυμία όλων (των ΗΠΑ και της Τουρκίας βεβαίως συμπεριλαμβανομένων) ότι εμφορούνται από τη μέριμνα οριστικής αποκαταστάσεως της ειρήνης στην Ανατολή. Το γεγονός της δέσμευσης των ΗΠΑ σε σχέση με τις προβλέψεις της Λωζάννης συνήθως αποσιωπάται, είναι όμως χρήσιμο να υπενθυμίζεται, πράγμα που έχει κάνει στο σχετικά πρόσφατο παρελθόν, με δημόσια δήλωσή του, ο τότε Αμερικανός πρέσβης στην Αθήνα και αργότερα υφυπουργός Εξωτερικών, Nicholas Burns.

Είναι προφανές ότι όταν ο Τούρκος πρόεδρος πολιτεύεται ή προβαίνει στις προεκτεθείσες και επαναλαμβανόμενες δηλώσεις του, μέρος των οποίων αμφισβητούν το εδαφικό καθεστώς δύο συμμάχων στο ΝΑΤΟ χωρών, δηλαδή της Ελλάδος και της Βουλγαρίας, οι ΗΠΑ δεν μπορούν να παραμένουν ιστορικά και πολιτικά αδιάφορες. Και τούτο σε μια περίοδο κατά την οποία οι ίδιες και άλλες βασικές συμμαχικές χώρες διεξάγουν πόλεμο κατά του ISIS στη Συρία και στο Ιράκ, χώρες που επίσης στηρίζονται στο εδαφικό καθεστώς της Λωζάννης και αποσταθεροποιούνται από τον τουρκικό αναθεωρητισμό στο πρακτικό πλέον επίπεδο.

Βεβαίως, θα μπορούσε να ισχυρισθεί κάποιος ότι οι ΗΠΑ, συνυπογράφουσες την τελική πράξη της Συνδιάσκεψης Ειρήνης της Λωζάννης, δεν έδωσαν εγγυήσεις ασφαλείας σε καμία χώρα της περιοχής. Τέτοιος όμως ισχυρισμός ευχερώς καταρρίπτεται από τις νατοϊκές υποχρεώσεις των ΗΠΑ έναντι της Ελλάδος και της Βουλγαρίας και όσον αφορά τις υπόλοιπες χώρες, τα σύνορα των οποίων κατοχυρώνονται στη Λωζάννη, από το αναντίρρητο γεγονός ότι παρόμοιες πολιτικές πρακτικές και δηλώσεις, που ασφαλώς δεν γίνονται προς το θεαθήναι, αντιστρατεύονται ευθέως τα στρατηγικά συμφέροντα των ΗΠΑ στην περιοχή, τα οποία σαφώς υπερτερούν (για τις ΗΠΑ) από τους οποιουσδήποτε άλλους υπολογισμούς ή στοχεύσεις.

Oσα προσημειώθηκαν πρέπει να αποτελέσουν αναγκαίο στοιχείο κατά τη διάρκεια των συνομιλιών ανωτάτου επιπέδου που θα λάβουν χώρα στην Αθήνα, κατά τη διάρκεια της επικείμενης αμερικανικής προεδρικής επισκέψεως. Βεβαίως η ελληνική κυβέρνηση ευλόγως αναμένει αμερικανική υποστήριξη στις διάφορες παραμέτρους του οικονομικού προβλήματος της χώρας, βεβαίως και θα εισπράξει φραστικούς επαίνους για την πολιτική της στο προσφυγικό, αλλά δεν θα πρέπει να παραλείψει τη λεπτομερή υπόμνηση προς τους Αμερικανούς (και για την επόμενη Administration) των ιστορικών και των τρεχουσών γεωπολιτικών και γεωστρατηγικών τους υποχρεώσεων έναντι της Ελλάδος, και των ευρύτερών τους στην περιοχή, προβάλλοντας πάντοτε και υπογραμμίζοντας τον σταθεροποιητικό και εξισορροπητικό ρόλο της χώρας μας στα πεδία αυτά, διπλωματικά και αμυντικά.

*Ο κ. Γεώργιος Σαββαΐδης είναι πρέσβης ε.τ., πρώην γεν. γραμματεύς του υπουργείου Εξωτερικών, πρέσβης της Ελλάδος στις ΗΠΑ και μόνιμος αντιπρόσωπος στο ΝΑΤΟ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή