Στον αέρα τινάχτηκε μία ακόμα δίκη, μετά την υπόθεση για τα «μαύρα ταμεία» της Ζίμενς, λόγω μη έγκαιρης και νόμιμης κλήτευσης των αλλοδαπών κατηγορουμένων.
Η απόφαση που οδήγησε σε επ’ αόριστον αναβολή της δίκης με 24 κατηγορούμενους για την υπόθεση της De Puy ήταν μονόδρομος για τους δικαστές του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων της Αθήνας που έκαναν δεκτή σχετική ένσταση της υπεράσπισης και κήρυξαν απαράδεκτη τη συζήτηση ελλείψει κλητεύσεως των αλλοδαπών κατηγορουμένων. Παράλληλα, όπως επισήμανε η υπεράσπιση και το βούλευμα δεν είχε επιδοθεί εγκαίρως στους κατηγορούμενους ,όπως προβλέπει ο νόμος.
Στο εδώλιο με βάση το βούλευμα έχουν παραπεμφθεί γιατροί, αλλά και στελέχη της βρετανικής εταιρείας η οποία προμήθευε ορθοπεδικό υλικό σε νοσοκομεία της χώρας. Σύμφωνα με το Συμβούλιο Εφετών που εξέδωσε το παραπεμπτικό βούλευμα, η επιχείρηση, θυγατρική της αμερικανικής JOHNSON & JOHNSON, υπερκοστολογούσε τον εξοπλισμό, ενώ παράλληλα φέρεται να έδινε μίζες σε γιατρούς και άλλους υπαλλήλους νοσοκομείων.
Συγκεκριμένα, εμφανίζεται υπερκοστολόγηση, η οποία έχει υπολογιστεί ότι ανέρχεται περίπου στο 35%, σε μηχανήματα που προμηθεύονταν σε 114 νοσοκομεία σε ολόκληρη τη χώρα. Για να το πετύχει αυτό -κατά την κατηγορία- δωροδοκούσε μεγαλογιατρούς έναντι «δώρων». Η DE PUY φέρεται το χρονικό διάστημα 2000 έως το 2006 να προκάλεσε στο Δημόσιο ζημιά η οποία υπερβαίνει τα 11,5 εκατομμύρια ευρώ.