Πόσο… τέχνη είναι τελικά τα βιντεοπαιχνίδια;

Πόσο… τέχνη είναι τελικά τα βιντεοπαιχνίδια;

2' 18" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το 1989, το καινούργιο, ακόμα, νεοϋορκέζικο Μουσείο Κινούμενης Εικόνας παρουσίασε την έκθεση «Hot Circuits: A Video Arcade», το πρώτο μουσειακό αφιέρωμα στα βιντεοπαιχνίδια. Στα χρόνια που ακολούθησαν, το παράδειγμά του έμελλε να ακολουθήσουν πολυάριθμα μουσεία και γκαλερί, διχάζοντας τους τεχνοκριτικούς με τον ίδιο τρόπο που, επτά δεκαετίες νωρίτερα, το ουρητήριο του Marcel Duchamp είχε χωρίσει τους «ειδικούς» σε δύο στρατόπεδα. Μολονότι τα βιντεοπαιχνίδια καλύπτονται από τη νομοθεσία περί πνευματικής ιδιοκτησίας (μάλιστα, το γαλλικό υπουργείο Πολιτισμού τα αναγνώρισε επίσημα ως «πολιτισμικά αγαθά» το 2006), το ερώτημα εάν συνιστούν έργα τέχνης εξακολουθεί να αποτελεί αντικείμενο διαφωνιών. Ορισμένοι θεωρούν πως, αφού διαθέτουν πλοκή, γραφικά και μουσική, τα videogames δεν διαφέρουν και τόσο πολύ από τον κινηματογράφο. Στον αντίποδα στέκονται εκείνοι που τα αντιμετωπίζουν απλώς ως παιχνίδια, που έχουν ανάλογη καλλιτεχνική αξία με… το μπιλιάρδο ή το σκάκι.

«Μια προφανής διαφορά ανάμεσα στην τέχνη και στα βιντεοπαιχνίδια είναι ότι μπορείς να κερδίσεις ένα παιχνίδι. Εχει κανόνες, πόντους, στόχους και αποτέλεσμα», έγραφε το 2010 ο διάσημος Aμερικανός κριτικός κινηματογράφου Roger Ebert (ο πρώτος σινεκριτικός που απέσπασε το βραβείο Πούλιτζερ Κριτικής). Πέντε χρόνια νωρίτερα, ο ίδιος είχε προκαλέσει έντονες αντιδράσεις υποστηρίζοντας ότι «για τους περισσότερους παίκτες, τα βιντεοπαιχνίδια ισοδυναμούν με απώλεια αυτών των πολύτιμων ωρών που μπορούμε να διαθέσουμε για να γίνουμε πιο πολιτισμένοι, καλλιεργημένοι και συμπονετικοί». Αργότερα, ο Ebert έγινε πιο διαλλακτικός, φτάνοντας στο σημείο να παραδεχτεί ότι ορισμένα βιντεοπαιχνίδια μπορούν να θεωρηθούν τέχνη, με τη μη συμβατική έννοια του όρου. Εντούτοις, τα επιχειρήματά του εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται από εκείνους που πιστεύουν ότι η εμπορική διάσταση των παιχνιδιών είναι αδύνατον να παραβλεφθεί. «Στόχος των παιχνιδιών είναι να ικανοποιήσουν τον παίκτη», ανέφερε το 2006 ο σχεδιαστής videogames Hideo Kojima, και υπό αυτό το πρίσμα η δημιουργία τους είναι περισσότερο «παροχή υπηρεσιών» και λιγότερο τέχνη.

Η «αλήθεια», όπως συμβαίνει συνήθως, πιθανότατα βρίσκεται κάπου στη μέση. Οι Ισπανοί σχεδιαστές των Teku Studios μάλλον δεν θα λάβουν ποτέ κάποιο καλλιτεχνικό βραβείο, όμως οι εικόνες από το παιχνίδι «Candle», που δημιούργησαν ζωγραφίζοντας με ακουαρέλες τα πολύχρωμα τοπία και τους χαρακτήρες, θα μπορούσαν κάλλιστα να εκτεθούν σε κάποια γκαλερί. Παρόμοιο είναι το ύφος του «Ori and the Blind Forest» των Moon Studios, όπου κάθε βράχος και κάθε λουλούδι είναι πραγματικό, αφού οι σχεδιαστές επέλεξαν να δημιουργήσουν κάθε μικρό ή μεγάλο αντικείμενο από την αρχή. Φυσικά, το παιχνίδι είχε στόχο το κέρδος, το ίδιο όμως μπορεί να ισχυριστεί κανείς και για πολλά έργα τέχνης, σύγχρονα ή και παλαιότερα. Μια διαφορετική κατηγορία συνιστούν τα βιντεοπαιχνίδια που φέρουν την υπογραφή καλλιτεχνών (τα λεγόμενα art games) ή εμπεριέχουν ξεκάθαρες αναφορές στην τέχνη. Για παράδειγμα, ο κόσμος του «Elegy for a Dead World», που υπογράφει το στούντιο Dejobaan Games, είναι εμπνευσμένος από το έργο των Βρετανών ρομαντικών ποιητών Σέλεϊ, Μπάιρον και Κιτς. Το μόνο που χρειάζεται να κάνουν οι παίκτες είναι να εξερευνήσουν αυτό το ποιητικό σύμπαν…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή