Διαφορετικά συμπεράσματα με ίδια δεδομένα για Κομισιόν και ΔΝΤ

Διαφορετικά συμπεράσματα με ίδια δεδομένα για Κομισιόν και ΔΝΤ

5' 17" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σε μια πρωτοφανή δημόσια κόντρα για την κατάσταση του βιοτικού επιπέδου των Ελλήνων έχουν επιδοθεί το τελευταίο διάστημα Κομισιόν και Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, προκειμένου να εξυπηρετήσει η κάθε πλευρά τη στρατηγική της.

Αν και οι δύο πλευρές χρησιμοποιούν τα ίδια στοιχεία, ωστόσο, τα διαβάζουν τελείως διαφορετικά. Από την πλευρά του το ΔΝΤ υποστηρίζει ότι πρέπει να γίνει αναδιάρθρωση του χρέους και να μειωθούν τα πρωτογενή πλεονάσματα, εκτιμώντας ταυτόχρονα ότι πρέπει να γίνουν διαρθρωτικές παρεμβάσεις στις συντάξεις και στη φορολογία.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υποστηρίζει ότι δεν χρειάζεται αναδιάρθρωση του χρέους, όπως τη ζητά το Ταμείο και ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα επιτυγχάνονται χωρίς νέα μέτρα.

Ολα ξεκίνησαν με το άρθρο των στελεχών του Ταμείου κ. Ομπσφελντ και Τόμσεν, οι οποίοι στις 12 Δεκεμβρίου (λίγες ημέρες μετά τις εξαγγελίες Τσίπρα για τις παροχές) επιχειρηματολογούσαν γιατί στην Ελλάδα θα πρέπει να μειωθούν περαιτέρω το αφορολόγητο όριο και οι συντάξεις.

Δεν πέρασε ένα 24ωρο και η Κομισιόν τόσο μέσω του επιτρόπου Μοσκοβισί όσο και μέσω διαρροών, προχώρησε στην παροχή στοιχείων τα οποία κατέρριπταν επί της ουσίας τα επιχειρήματα του ΔΝΤ. Μάλιστα, η αντίδραση της Ε.Ε. ήταν σε έντονο ύφος, αναδεικνύοντας και το κακό κλίμα που υπάρχει στο εσωτερικό των θεσμών ακόμα και όταν συζητούν με την ελληνική κυβέρνηση στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης. Το ΔΝΤ δεν άφησε αναπάντητη την τοποθέτηση των Ευρωπαίων και με προσθήκη στο αρχικό άρθρο έδωσε την Τετάρτη περισσότερα στοιχεία για να υποστηρίξει τι θέσεις του. Είναι αξιοσημείωτο ότι τα στελέχη του Ταμείου στην προσθήκη τους αναφέρουν ότι επανέρχονται, καθώς υποβλήθηκαν διάφορα ερωτήματα. Στην ουσία όμως αυτό που ήθελαν τα στελέχη ήταν να απαντήσουν στην Κομισιόν υπό την ομπρέλα των ερωτημάτων πολιτών. Κάτι που προκάλεσε εκ νέου την αντίδραση της εκπροσώπου της Κομισιόν, η οποία και ξεκαθάρισε χθες ότι εμμένουμε στις θέσεις μας. Στο πλαίσιο αυτό η «Κ» παρουσιάζει ένα προς ένα τα σημεία στα οποία έχει στηριχθεί η κόντρα των δύο πλευρών.

Αφορολόγητο όριο

ΔΝΤ: Τα δεδομένα από τις ελληνικές αρχές και από τη Eurostat δείχνουν ότι περισσότεροι από τους μισούς μισθωτούς εξαιρούνται από την καταβολή οποιουδήποτε φόρου ατομικού εισοδήματος στην Ελλάδα σε σύγκριση με τον μέσο όρο της Ευρωζώνης (με εξαίρεση την Ελλάδα) που είναι 8%. Οι πολύ υψηλοί φορολογικοί συντελεστές στην Ελλάδα αποτελούν συμπτώματα ενός σοβαρού προβλήματος στη φορολογία του ατομικού εισοδήματος και είναι εσφαλμένη η προσπάθεια να παρουσιάζονται ως κάποια μορφή ισχύος. Αυτοί οι υψηλοί φορολογικοί συντελεστές, οι οποίοι είναι επιζήμιοι για την απασχόληση και την ανάπτυξη στην επίσημη οικονομία, είναι ακριβώς ο λόγος για τον οποίο υποστηρίζουμε τη μείωση των φορολογικών συντελεστών και των συντελεστών στις ασφαλιστικές εισφορές, η οποία θα στηριχθεί οικονομικά από τη μείωση του αφορολόγητου ορίου.

Κομισιόν: Χαρακτηρίζεται «παραπλανητικός» ο ισχυρισμός του ΔΝΤ ότι το 50% των Ελλήνων φορολογουμένων εξαιρείται από τη φορολόγηση του εισοδήματος, καθώς εάν συνοψιστούν ο φόρος εισοδήματος και οι ασφαλιστικές εισφορές, η φορολόγηση στην Ελλάδα είναι πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Παραθέτοντας στοιχεία του ΟΟΣΑ από το 2015, κάποιος με αποδοχές στο 67% του μέσου όρου και με δύο παιδιά έχει φορολογική επιβάρυνση ύψους 15% στην Ελλάδα, η οποία είναι διπλάσια από αυτή της Πορτογαλίας και τουλάχιστον κατά τρεις φορές μεγαλύτερη από αυτή της Ισπανίας.

Φορολογική βάση

ΔΝΤ: Το επιχείρημα ότι το αφορολόγητο όριο στην Ελλάδα είναι κατάλληλο επειδή είναι στα ίδια ποσά σε ευρώ με αυτά της υπόλοιπης Ευρωζώνης, κατά την άποψη μας, είναι μια εντελώς ακατάλληλη σύγκριση γιατί αγνοεί το γεγονός ότι τα επίπεδα του εισοδήματος στην Ελλάδα είναι σχετικά χαμηλά. Για την πραγματοποίηση διεθνών συγκρίσεων, οι φορολογικοί εμπειρογνώμονες, αντίθετα, εξετάζουν τους κλιμακούμενους δείκτες, όπως το ποσοστό των μισθωτών που βρίσκεται κάτω από το κατώτατο όριο του αφορολογήτου, ή την αναλογία του επιπέδου του κατώτατου ορίου του αφορολογήτου προς τον μέσο μισθό. Με οποιαδήποτε από τις μετρήσεις αυτές, η Ελλάδα παραμένει μια στατιστικά ακραία εκτροπή στην Ευρώπη ακόμη και μετά την πρόσφατη μεταρρύθμιση, η οποία έχει κάνει μόνο μια οριακή διαφορά: Η μεταρρύθμιση μείωσε τους μισθωτούς που βρίσκονται κάτω από το χαμηλότερο όριο του αφορολογήτου μόνο κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες, από 55 % σε 52%, σε σύγκριση με τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, με εξαίρεση την Ελλάδα, που είναι 8%.

Κομισιόν: Σε ό,τι αφορά τους ισχυρισμούς του ΔΝΤ ότι η φορολογική βάση στην Ελλάδα είναι πολύ περιορισμένη και ότι μικρή ομάδα πολιτών πληρώνει υψηλούς φόρους, η ευρωπαϊκή πηγή διευκρινίζει πως σύμφωνα με κοινούς υπολογισμούς της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του ΟΟΣΑ, κατά την πρώτη αξιολόγηση, η φορολογική βάση διευρύνθηκε στην Ελλάδα. Το αφορολόγητο όριο μειώθηκε κατά 10% και ευθυγραμμίστηκε με άλλα κράτη-μέλη της Ευρωζώνης, όπως η Ισπανία και η Γερμανία.

Φορολογική συμμόρφωση

ΔΝΤ: Τα ποσοστό των εισπράξεων με βάση έναν διευρυμένο προσδιορισμό είναι 37% για τους πρώτους εννέα μήνες της φετινής χρονιάς (ίδιο με το ποσοστό του 2015). Το ποσοστό που αναφέρθηκε στην ερώτηση αφορά μόνο σε τέσσερις κύριους φόρους και δεν περιλαμβάνει πρόστιμα και κυρώσεις, που στην περίπτωση της Ελλάδας βρίσκονται σε πολύ υψηλά επίπεδα. 

Κομισιόν: Οσον αφορά τον ισχυρισμό του ΔΝΤ ότι η εισπραξιμότητα των φόρων στην Ελλάδα έχει μειωθεί από 75% στην αρχή του προγράμματος σε 50% τώρα, εξαιτίας των υψηλών φόρων, τονίζεται ότι δεν είναι σωστός. Η φορολογική συμμόρφωση των Ελλήνων τους πρώτους εννιά μήνες του 2016 αυξήθηκε στο 81% από 77% το 2015 για τους τέσσερις βασικούς φόρους.

Τι υποστηρίζουν για το ύψος των συντάξεων

ΔΝΤ: Οι αριθμοί δεν παρέχουν μια ακριβή εικόνα, πρώτον, διότι δεν βασίζονται σε άτομα με παρόμοια χαρακτηριστικά, και δεύτερον, γιατί δεν κάνουν διορθώσεις για τις εισοδηματικές διαφορές μεταξύ των χωρών. Για παρόμοιους εργαζομένους – για παράδειγμα, με 45 χρόνια ασφαλιστικών εισφορών– οι συντάξεις είναι σχεδόν ταυτόσημες σε ονομαστικούς όρους (1.287 ευρώ στη Γερμανία και 1.152 ευρώ στην Ελλάδα). Ομως, ακόμη πιο σημαντικά, για να λάβουν υπόψη τους οι εμπειρογνώμονες τα σχετικά εισοδήματα κατά την αξιολόγηση των συνταξιοδοτικών προγραμμάτων, πρώτα θα κοιτάξουν την αναλογία της μέσης πρώτης σύνταξης προς τον μέσο μισθό κατά τη συνταξιοδότηση (γνωστή επίσης ως «μεικτός δείκτης αντικατάστασης»). Αυτή η αναλογία είναι 81% στην Ελλάδα, σχεδόν στα διπλάσια επίπεδα απ’ ό,τι στη Γερμανία (43%), γεγονός που δείχνει ένα πολύ γενναιόδωρο συνταξιοδοτικό σύστημα.

Κομισιόν: Σε ό,τι αφορά το επιχείρημα του ΔΝΤ ότι η Ελλάδα πληρώνει πολύ υψηλές συντάξεις, στα επίπεδα τις Γερμανίας, ευρωπαϊκή πηγή τονίζει ότι ούτε αυτός ο ισχυρισμός είναι σωστός. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρέχουν τα κράτη-μέλη στο πλαίσιο της έκθεσης για τη γήρανση, ο μέσος όρος των συντάξεων στη Γερμανία το 2013 ήταν 1.233 ευρώ τον μήνα, ενώ στην Ελλάδα ανερχόταν σε 846 ευρώ τον μήνα, δηλαδή κατά 45% χαμηλότερος.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή