Η ώρα της «λυσιφοβίας»

4' 25" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ο​​ι εξελίξεις στο Κυπριακό την περασμένη εβδομάδα μας δίνουν μια ευκαιρία να δούμε καθαρά το βαθύτερο πρόβλημά μας: την πίστη μας στην ακινησία. Από τα γεγονότα της περασμένης Πέμπτης στη Γενεύη, προκύπτει ότι στη διαπραγμάτευση τείνουν να διαμορφωθούν δύο σαφείς τάσεις: η μία είναι υπέρ της συνέχισης με σκοπό την προσέγγιση της λύσης· η άλλη μεθοδεύει την παρεμπόδιση της διαδικασίας, κυρίως επιχειρώντας να δελεάσει την Τουρκία σε ηχηρά επεισόδια, από αυτά που διαμορφώνουν κλίμα στην κοινή γνώμη.

Δεν είναι περίεργο ότι στην πρώτη τάση βρίσκουμε την Κυπριακή Δημοκρατία και τον ΟΗΕ – ο πρόεδρος Αναστασιάδης και ο γενικός γραμματέας Αντόνιο Γκουτιέρες ήσαν εκείνοι που, με τις δηλώσεις τους μετά το πέρας των εργασιών της Πέμπτης, εξέφρασαν ευθέως ο πρώτος την ελπίδα του και ο δεύτερος την αισιοδοξία του, για τη συνέχιση της διαπραγμάτευσης στις 23 του μηνός. Το περίεργο και δυσάρεστο, όμως, είναι ότι η Ελλάδα κινείται στο πλαίσιο της δεύτερης τάσης και μάλιστα σημειώνοντας σχετικές «επιτυχίες», όπως είδαμε από τον περιττό καβγά της Αθήνας με τον Ερντογάν την περασμένη Παρασκευή.

Τα ίδια τα γεγονότα μαρτυρούν την ευθύνη της ελληνικής πλευράς. Μετά το γεύμα εργασίας της Πέμπτης και ενώ υποτίθεται ότι η απογευματινή σύσκεψη θα προχωρούσε στην καταγραφή των θεμάτων ασφαλείας, ο Ελληνας υπουργός έπιασε τον Τούρκο ομόλογό του και ζήτησε αναβολή. Αφού πήρε την κατ’ αρχάς συναίνεση του Τσαβούσογλου, χωρίς να περιμένει την οριστικοποίησή της, έσπευσε να ανακοινώσει δημοσίως τη συμφωνία με τον ομόλογό του. Αυτό δεν άρεσε στους Ελληνοκυπρίους (όσο και αν δεν το έδειξαν), διότι πέραν των άλλων έθετε την ελληνοκυπριακή πλευρά εκτός του κύκλου συζήτησης των θεμάτων ασφαλείας. Στην πρόταση Κοτζιά, η συζήτηση θα γινόταν μεταξύ μόνον εγγυητριών δυνάμεων και ΟΗΕ και η ενημέρωση της Λευκωσίας θα γινόταν διαμέσου του κ. Γκουτιέρες.

Με την έναρξη της απογευματινής σύσκεψης, η ελληνική πλευρά, αφού είχε ούτως ή άλλως προκαταλάβει την κατάσταση, ζήτησε και επισήμως την αναβολή. Η ελληνοκυπριακή δεν μπορούσε παρά να συναινέσει, αφού όμως είχε εξασφαλίσει πρώτα ότι στον επόμενο κύκλο της 23ης, όπου θα συζητηθούν σε τεχνοκρατικό επίπεδο τα θέματα ασφαλείας, θα εκπροσωπούνται όλες οι πλευρές, περιλαμβανομένων των δύο κοινοτήτων και της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Στις εξηγήσεις που δόθηκαν ανεπισήμως αργότερα, ελληνικές διπλωματικές πηγές παρουσίαζαν αναγκαία την αναβολή, προκειμένου να ανακοπεί η πίεση Τούρκων και Βρετανών (πάντα οι κακοί…). Παρέλειπαν, εντούτοις, ότι και ο ΟΗΕ και οι Ελληνοκύπριοι (οι καλοί…) ήσαν στην πλευρά όσων επιθυμούσαν συνέχιση της διαδικασίας στη Γενεύη.

Το σημαντικό, λοιπόν, ήταν αυτό που περιγράφεται παραπάνω: η διαπραγμάτευση σκόνταψε, αλλά δεν σταμάτησε· θα συνεχιστεί και μάλιστα με τρόπο που ικανοποιεί τη Λευκωσία. Οι επιθετικές δηλώσεις του Ερντογάν («δεν υπάρχει λύση χωρίς την Τουρκία», «η Τουρκία θα μείνει για πάντα» κ.λπ.) ήταν η αναμενόμενη αντίδραση στο ρητορικό περίβλημα των δηλώσεων που είχε κάνει το απόγευμα της Πέμπτης ο Ελληνας υπουργός. Την υποψία της ενδεχόμενης σκοπιμότητας από ελληνικής πλευράς ενισχύει το γεγονός ότι ο Ελληνας υπουργός απάντησε στον Ερντογάν όπως απάντησε («αυτοί το έβαλαν στα πόδια, όχι εμείς»), λες και ήθελε να συντηρήσει τον θυμό του. Η εκδοχή αυτή επιβεβαιώνεται και από τον εκπρόσωπο του γ.γ. του ΟΗΕ, ο οποίος αναφέρθηκε στο γεγονός (που ήταν πρώτη είδηση στην Αθήνα…) ως εξής: «Χθες ειπώθηκαν πράγματα χωρίς ουσία και ίσως αυτό εκνεύρισε τον κ. Ερντογάν».

Εδώ, όμως, μάλλον υπάρχει ένας εσφαλμένος υπολογισμός στις προσπάθειες εκείνων που επιδιώκουν να εκτροχιαστεί η διαδικασία του ΟΗΕ: ο ηγέτης της Τουρκίας έχει μεν έκδηλη τη ροπή στο νταηλίκι, αλλά στο Κυπριακό ακολουθεί την οδό του ΟΗΕ – θυμίζω ότι το ίδιο έκανε και το 2004. Γιατί; Επειδή γνωρίζει αυτό που γνωρίζουν όσοι ανά τον κόσμο έχουν μελετήσει με σοβαρότητα το Κυπριακό, αυτό που ελάχιστοι γνωρίζουν εδώ και ακόμη λιγότεροι τολμούν να υπαινιχθούν: ότι, στη συνολική θέαση του προβλήματος, ένα κάποιο μέρος του δίκιου είναι και των Τούρκων. Γι’ αυτό, δεν έχει λόγο ο Ερντογάν να δυναμιτίσει τη διαδικασία. Κατά τα λοιπά, οι δηλώσεις του προξενούν κλίμα φόβου στην ελληνική κοινή γνώμη, κάτι που εξυπηρετεί τις επιδιώξεις της κυβέρνησης στην Αθήνα.

Η αρνητική στάση της Αθήνας είναι κατανοητή. Την κατέχει η «λυσιφοβία», ο φόβος της λύσης· διότι τυχόν επίλυση του Κυπριακού αφαιρεί τον ακρογωνιαίο λίθο από το οικοδόμημα της ακινησίας στα ελληνοτουρκικά. Αν αυτό συμβεί, «πραγματικότητες» δεκαετιών εξαερώνονται και μπροστά μας ανοίγεται η αναπόφευκτη (εκτός αν προτιμάμε πόλεμο) δικαστική διευθέτηση του ζητήματος της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου, η οποία εκ των πραγμάτων θα καταλήξει σε συμβιβασμό. Αυτός ο φόβος τρέφει τη «λυσιφοβία» και, συνεπώς, είναι κατανοητή, το επαναλαμβάνω, η αρνητική στάση της κυβέρνησης –πόσο μάλλον από μια κυβέρνηση του εθνολαϊκιστικού τόξου–, τέτοια, όμως, που δεν την τοποθετεί δίπλα στην Κύπρο…

Το τι κερδίζουμε μακροχρόνια από την ακινησία πιστεύω ότι και οι ενεργοί υποστηρικτές αυτής της θέσης δεν μπορούν να το εξηγήσουν καθαρά. Η συντήρηση της εκκρεμότητας απλώς θα κάνει δυσκολότερη την επίλυσή του την επόμενη φορά. Φρίττουμε τώρα αν ο τουρκικός στρατός, που υπάρχει εκεί 43 χρόνια τώρα, εγκαταλείψει την Κύπρο σταδιακά σε 15 χρόνια. Προτιμούμε, φαίνεται, να το ξανασκεφθούμε στα 53 χρόνια, στα 63, στα 73 κ.ο.κ. Ισως πιστεύουμε ότι, στο διάστημα των δεκαετιών που θα προστίθενται, οι προφητείες θα εκπληρωθούν: θα ενεργοποιηθεί ο κώδικας Ιχώρ στο DNA των Ελλήνων, θα έλθουν από τον Σείριο οι Ελ να παραταχθούν μαζί μας, θα μας βοηθήσει και ο Σώρρας με την τεχνολογία του Απόλλωνα (μπορεί να μας τον φέρει και αυτοπροσώπως – θα δούμε…) και θα πάρουμε ξανά την Πόλη! Οπότε μετά, υπαγορεύουμε τη λύση της αρεσκείας μας στο Κυπριακό…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή