Αποψη: Η αβεβαιότητα ακυρώνει την πολιτική Ντράγκι

Αποψη: Η αβεβαιότητα ακυρώνει την πολιτική Ντράγκι

2' 39" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ε​​πί χρόνια η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πλημμυρίζει τις αγορές με άφθονη ρευστότητα για να δώσει ώθηση στον πληθωρισμό. Η παραδοσιακή αυτή μέθοδος, όμως, δεν δουλεύει πια και ένας από τους λόγους είναι πως οι πολίτες της Ε.Ε. επιλέγουν να φυλάνε τα χρήματά τους.

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αγωνίζεται για να επαναφέρει τον πληθωρισμό της Ευρωζώνης κοντά στα επίπεδα του 2% και έχει σοβαρούς λόγους για να το επιδιώκει. Αν ο γενικός πληθωρισμός είναι πολύ υψηλότερος από τον στόχο του 2%, τότε μειώνεται η αγοραστική δύναμη των εισοδημάτων και υποχωρεί το βιοτικό επίπεδο των ανθρώπων. Οταν, αντιθέτως, οι αυξήσεις των τιμών είναι πολύ χαμηλότερες από τον στόχο, τότε υπάρχει κίνδυνος αποπληθωρισμού και ύφεσης.

Το 2015 οι αυξήσεις των τιμών στην Ευρωζώνη παρέμειναν στο 0% και στη Γερμανία έφτασαν μόλις στο ισχνό 0,3%. Ομολογουμένως, τον Δεκέμβριο του 2016 κατεγράφη ένα άλμα του πληθωρισμού στο 1,1% στην Ευρωζώνη και στο 1,7% στη Γερμανία. Οφειλόταν, ωστόσο, μερικώς τουλάχιστον, στην αύξηση των τιμών του πετρελαίου. Επομένως, δεν μπορούμε να γνωρίζουμε ακόμη κατά πόσον η αύξηση του πληθωρισμού τον Δεκέμβριο αντανακλά μια νέα τάση των τιμών για το 2017.

Τι συμβαίνει επομένως; Μήπως δεν είναι παρά χάσιμο χρόνου τα μηδενικά επιτόκια και το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ που έχει κοστίσει δισεκατομμύρια ευρώ; Στόχος των χαμηλών επιτοκίων ήταν να δώσουν ώθηση στην ιδιωτική κατανάλωση και στις επενδύσεις των επιχειρήσεων. Αγοράζοντας κρατικά ομόλογα, η ΕΚΤ πλημμύρισε τις αγορές με φρέσκα ευρώ που μόλις είχαν βγει από το νομισματοκοπείο. Το αποτέλεσμα ήταν να αυξηθεί ο δείκτης κυκλοφορίας χρήματος Μ3, που περιλαμβάνει τα μετρητά σε κυκλοφορία, τους τραπεζικούς λογαριασμούς αλλά και τους τίτλους με χρόνο ωρίμανσης κάτω των δύο ετών. Από το 2015 οι αυξήσεις αυτές υπερέβησαν τον στόχο του 4,5%, ενώ πριν η αύξηση της κυκλοφορίας χρήματος ήταν σαφώς μικρότερη για πολλά χρόνια.

Η αυξημένη τάση για αποταμίευση δυσχεραίνει το έργο της ΕΚΤ. Το πρόβλημα είναι πως τελικά οι τιμές δεν επηρεάστηκαν από τα χρήματα που ρίχνει στην αγορά η Φρανκφούρτη. Αυτό οφείλεται μερικώς στο ότι πολίτες και επιχειρήσεις στην Ευρωζώνη αποταμιεύουν όλο και περισσότερο, περιορίζοντας έτσι τον δανεισμό των επιχειρήσεων αλλά και τη δημιουργία χρήματος που θα έπρεπε να απορρέει από την πολιτική της ΕΚΤ.

Επιπλέον, το 2015 το 1/5 του συνολικού χρήματος σε κυκλοφορία δεν βρισκόταν σε τραπεζικούς λογαριασμούς, αλλά ήταν κρυμμένο σε πορτοφόλια ή χωμένα κάτω από στρώματα. Οταν εισήχθη το ευρώ το 2002, το ποσοστό ρευστού δεν ήταν παρά μόνον το ήμισυ των σημερινών επιπέδων, αν και είχαν ήδη αρχίσει να αυξάνονται και η αύξησή τους επισπεύσθηκε μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers.

Είναι σύνηθες σε εποχές κρίσης οι άνθρωποι να μετατρέπουν τις μακροπρόθεσμες επενδύσεις τους σε μετρητά που είναι διαθέσιμα ανά πάσα στιγμή. Τα νοικοκυριά όπως και οι επιχειρήσεις θέλουν να μπορούν να αντιδράσουν άμεσα. Ως ένα βαθμό αυτός ο αυξανόμενος όγκος χρήματος σε μετρητά αποτελεί αντανάκλαση της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους. Η καλύτερη πολιτική για να ανακοπεί η τάση προς τον αποπληθωρισμό και να μπορέσει η ΕΚΤ να διακόψει τη δαπανηρή νομισματική της πολιτική είναι να καλλιεργηθεί εμπιστοσύνη ανάμεσα στους παράγοντες της αγοράς και να δημιουργηθούν συνθήκες οικονομικής και πολιτικής σταθερότητας.

* Ο κ. Matthias Diermeier και ο Dr Henry Goecke είναι συνεργάτες του Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών της Κολωνίας από το 2015 και το 2012 αντιστοίχως.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή