Στο βολικό κουκούλι

2' 24" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Μ​​ε μερικές εκδορές τη γλίτωσε μικρός μαθητής που σχεδόν παρασύρθηκε από οδηγό Ι.Χ. ο οποίος πέρασε με κόκκινο σε κεντρική αρτηρία. Δεν σταμάτησε, συνέχισε να οδηγεί μιλώντας στο κινητό του. Απαθείς φρέναραν στο φανάρι οι οδηγοί που ακολουθούσαν. Ενα βλέμμα, ένα σήκωμα των ώμων, μόνο. Σε τι οφείλεται αυτή η αδυναμία επαφής –ορισμένες φορές– με την πραγματικότητα; Στο εχθρικό περιβάλλον, στην αυστηρότητα των εταίρων, στην τουρκική επιθετικότητα, στο διεθνές σκότος εκ Δυσμών και εξ Ανατολών, στα επαχθή μέτρα; Αυτά ωθούν στο ταμπούρωμα πίσω από τα τείχη ψηφιακών και άλλων κοινοτήτων, στο λούφαγμα μέσα στην προστασία ενός κύκλου ομοίων, στην απάθεια; Πολλοί μένουν, μπροστά στα στραβά, τ’ άδικα, τα φρικώδη, άπραγοι, ηττημένοι, στάσιμοι, βουβοί, με το αίμα υπερβολικά χλιαρό για να αφυπνίσει το πνεύμα, με τα μάτια ερμητικά κλειστά. Προχωρούν μέσα στο μαρτύριο των ημερών αδόνητοι στο ξένο πρόβλημα, στον αλλότριο –ευεξήγητο– πόνο και τίποτα δεν σταματάει αυτήν την πορεία εκτός από τα δικά τους δεινά.

Ομως δεν παρατηρείται μόνο σε εμάς, τους υπερφορτωμένους με τα μύρια βάρη, η συλλογική αδιαφορία· εντυπωσιάζει κι αλλού, σε διαφορετικές μεριές του πλανήτη. Προχθές στην Ινδία έφηβος ποδηλάτης παρασύρθηκε από λεωφορείο και οι παρευρισκόμενοι, αντί να τον μεταφέρουν στο διπλανό νοσοκομείο, βάλθηκαν να τον βιντεοσκοπούν και να τον φωτογραφίζουν ενώ εκείνος χαροπάλευε επί μισή ώρα αιμόφυρτος στο έδαφος. Κατέληξε μέσα στο ασθενοφόρο. Προ δεκαημέρου 22χρονος μετανάστης από την Γκάμπια αυτοκτόνησε, πέφτοντας στο Μεγάλο Κανάλι της Βενετίας. Από τα παραπλέοντα πλοιάρια κάποιοι έριξαν τρία σωσίβια, αλλά ο Πάτεϊ Σαμπάλι δεν κολύμπησε για να τα πιάσει. Κανένας από τους επιβάτες ή το προσωπικό των σκαφών δεν βούτηξε στη θάλασσα για να τον σώσει. «Αυτός είναι χαζός, θέλει να πεθάνει», ακούστηκε κάποιος να λέει στο ερασιτεχνικό βίντεο που γυρίστηκε από γέφυρα της Βενετίας. Ο Πάτεϊ Σαμπάλι ανασύρθηκε νεκρός τρεις ώρες αργότερα. Οι ιταλικές αρχές είχαν αρνηθεί να του ανανεώσουν την άδεια παραμονής.

Ισως λογικό. Μπορούμε να φέρουμε μόνο το δικό μας πένθος. Αν μοιραζόμασταν τις άπειρες αλλότριες αγωνίες, αν διαθέταμε μια μνήμη που θα διατηρούσε παρούσα την ολότητα των περασμένων πόνων, θα υποκύπταμε κάτω από ένα συντριπτικό βάρος. Κανείς δεν μπορεί να επιβιώσει από τη στιγμιαία συνειδητοποίηση του οικουμενικού πόνου. Η ζωή είναι δυνατή μόνο χάρη στις ελλείψεις της φαντασίας και της μνήμης. Εντούτοις, η αδιαφορία μπροστά σε ένα, όχι μύρια συμβάντα έχει μια επιπλέον κοινωνική αιτία. Την αποξένωση, τον αποχωρισμό από τον κόσμο της εμπειρίας, από τον κόσμο των πραγμάτων, την απώλεια του ελέγχου των καταστάσεων, το αίσθημα του περιορισμού από την ύλη, την πολιτική οργάνωση, τις περιρρέουσες αντιλήψεις.

Οπότε, ούθ’ ύεται ούθ’ ηλιούται (ούτε βρέχεται ούτε λιάζεται), που έλεγαν και οι αρχαίοι ημών πρόγονοι. Η αδιαφορία απομακρύνει τα δηλητήρια, τα καθιστά λιγότερο βλαβερά. Δεν υπάρχει ανάσα μέσα σε έναν χώρο που είναι ξένος προς τις ίδιες ενασχολήσεις. Απάθεια.

Πλέον ένστικτο, ριζωμένο μέσα σε στρώσεις επαληθεύσεων του κακού, μέσα στα βάθη της ιδιώτευσης, σε μια τάξη στοχασμών τόσο φθαρμένων από τις τρέχουσες αμφιβολίες, που ακόμη κι ο θάνατος φαίνεται ασήμαντος.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή