Τα εισοδήματα μειώθηκαν, οι τιμές όμως παραμένουν υψηλές

Τα εισοδήματα μειώθηκαν, οι τιμές όμως παραμένουν υψηλές

4' 12" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Η Ελλάδα ολοκλήρωσε μεταρρυθμίσεις-ορόσημο στην αγορά εργασίας την περίοδο 2010-2011, που είχαν στόχο την προστασία της απασχόλησης μέσω της ελαστικότητας της αγοράς εργασίας. Οι μεταρρυθμίσεις αυτές προκάλεσαν σημαντική μείωση στο κόστος εργασίας, βοηθώντας έτσι την Ελλάδα να μειώσει το χάσμα με τους εμπορικούς εταίρους της σε ό,τι αφορά την ανταγωνιστικότητα των μισθών. Ωστόσο, παράλληλες μεταρρυθμίσεις που αποσκοπούσαν στην άρση των ακαμψιών στις αγορές προϊόντων δεν απέφεραν τα προσδοκώμενα αποτελέσματα σε ό,τι αφορά την αύξηση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας, εξαιτίας της αργής εφαρμογής, η οποία οφείλεται στην ισχυρή αντίθεση κατεστημένων συμφερόντων. Ως αποτέλεσμα, ενώ το βάρος της προσαρμογής έπεσε υπερβολικά στους μισθούς, οι τιμές έχουν προσαρμοστεί πολύ λίγο».

Εσωτερική υποτίμηση

Η παραπάνω επισήμανση περιλαμβάνεται στην τελευταία έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (6/2/2017) για την ελληνική οικονομία (έκθεση άρθρου 4) και στην ουσία λέει αυτό που καταλαβαίνουν, κάθε μέρα τα τελευταία χρόνια, ολοένα και εντονότερα οι καταναλωτές στην Ελλάδα: ότι η εσωτερική υποτίμηση αφορούσε κατά βάση τους μισθούς και όχι τις τιμές των προϊόντων και υπηρεσιών. Πρόσφατα άλλωστε η Eurostat ανακοίνωσε τα στοιχεία για τη διαχρονική εξέλιξη των κατώτατων μισθών την περίοδο 2008-2017, όπου φαίνεται ότι η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα, μεταξύ των κρατών-μελών που έχουν «εθνικούς κατώτατους μισθούς», όπου αυτός μειώθηκε σε σύγκριση με το 2008 και μάλιστα κατά 14%. Από τα στοιχεία του ΙΚΑ που έχει παρουσιάσει παλαιότερα η «Κ» (βλέπε φύλλο 27/12/2016), προκύπτει, εξάλλου, ότι 550.000 εργαζόμενοι αμείβονται με ποσά χαμηλότερα και από τον κατώτατο μισθό.

Με βάση τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της Eurostat η Ελλάδα είναι φθηνότερη κατά 15% σε σύγκριση με τον μέσο όρο στην Ε.Ε.-28. Αυτό δεν θα είχε ιδιαίτερη σημασία εάν, την ώρα που το επίπεδο τιμών βρίσκεται στο 85% του μέσου κοινοτικού όρου, το ΑΕΠ ανά μονάδα αγοραστικής δύναμης δεν βρισκόταν μόλις στο 68% του μέσου κοινοτικού όρου (από 94% το 2009). Το ίδιο άσχημη είναι η εικόνα των ελληνικών νοικοκυριών εάν εξετάσει κανείς και τον δείκτη πραγματικής ιδιωτικής κατανάλωσης (AIC), ο οποίος καταγράφει τα αγαθά και τις υπηρεσίες που κατανάλωσαν τα νοικοκυριά, ανεξαρτήτως εάν αυτά πληρώθηκαν από ιδιώτες ή από το κράτος. Το 2009 ο σχετικός δείκτης βρισκόταν στο 106,5% του μέσου κοινοτικού όρου, ενώ πλέον βρίσκεται στο 77% αυτού.

Στο έλλειμμα ανταγωνιστικότητας σε διάφορες αγορές προϊόντων και υπηρεσιών που επανειλημμένως έχει εντοπίσει το ΔΝΤ –και όχι μόνο–, ήρθε να προστεθεί στο πλαίσιο της δημοσιονομικής προσαρμογής, από την αρχή της κρίσης και με μεγαλύτερη ένταση από τα μέσα του 2015, η αύξηση υφιστάμενων έμμεσων φόρων και η επιβολή νέων. Το μη ικανοποιητικό άνοιγμα αγορών και προϊόντων σε συνδυασμό με το γεγονός ότι αρκετές επιχειρήσεις έχουν φτάσει στα όριά τους έχει ως συνέπεια οι αυξήσεις των έμμεσων φόρων να μην απορροφώνται και να μετακυλίονται σχεδόν εξολοκλήρου στην τιμή λιανικής. Και μόνο η αύξηση της τιμής του καφέ, μετά την επιβολή από 1/1/2017 ειδικού φόρου κατανάλωσης, προκαλεί δέος: από 5,70 ευρώ η συσκευασία των 200 γρ. για στιγμιαίο καφέ κορυφαίας μάρκας, τώρα κοστίζει 6,68 ευρώ. Πρόκειται δηλαδή για αύξηση ενός ευρώ ή κατά 18%!

Εμμεσοι φόροι – συνέπειες

Οι συνέπειες των έμμεσων φόρων αποτυπώθηκαν με σαφήνεια στα τελευταία στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ) για τον εθνικό δείκτη τιμών καταναλωτή. Τον Ιανουάριο του 2017 έκλεισε για την ελληνική οικονομία με πληθωρισμό 1,2% ύστερα από 45 μήνες αρνητικού πληθωρισμού. Η αύξηση του γενικού δείκτη τιμών καταναλωτή κατά 1,2% οφείλεται, σύμφωνα με την ίδια την ΕΛΣΤΑΤ, στις ακόλουθες αυξήσεις:

• Κατά 1,1% της ομάδας «Διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά», λόγω αύξησης κυρίως των τιμών στα νωπά φρούτα, νωπά λαχανικά, ελαιόλαδο, πατάτες και φυσικά στον καφέ. Η αύξηση της τιμών των φρούτων και λαχανικών συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με την επιβάρυνση του κόστους εισροών λόγω αύξησης του ΦΠΑ και του ΕΦΚ στα καύσιμα.

• Κατά 2,5% της ομάδας «Αλκοολούχα ποτά και καπνός». Στα μεν αλκοολούχα αυξήθηκε ο ΕΦΚ στην μπίρα από 1/6/2016, ενώ από 1/1/2017 αυξήθηκε ο πάγιος φόρος κατανάλωσης στον λεπτοκομμένο καπνό. Πλέον με ΕΦΚ επιβαρύνονται και τα υγρά που χρησιμοποιούνται στα ηλεκτρονικά τσιγάρα.

• Κατά 3,6% της ομάδας «Στέγαση» λόγω αύξησης των τιμών στο πετρέλαιο θέρμανσης. Τον Οκτώβριο του 2016 αυξήθηκε ο ΕΦΚ στο πετρέλαιο θέρμανσης, κάτι που σε συνδυασμό με την άνοδο των διεθνών τιμών είχε ως συνέπεια τον Ιανουάριο του 2017 να καταγράφει αύξηση σε σύγκριση με τον Ιανουάριο του 2016 κατά 36,8%.

• Κατά 4,6% της ομάδας «Μεταφορές», λόγω αύξησης των τιμών στα καύσιμα αυτοκινήτου. Από 1/1/2017 αυξήθηκε ο ΕΦΚ στη βενζίνη, στο πετρέλαιο κίνησης, αλλά και το υγραέριο κίνησης.

• Κατά 2,1% της ομάδας «Επικοινωνίες», λόγω αύξηση των τιμών στις τηλεφωνικές υπηρεσίες. Υπενθυμίζεται ότι τον περασμένο Ιούνιο αυξήθηκαν οι φόροι στη συνδρομητική τηλεόραση, ενώ από 1/1/2017 επιβλήθηκε τέλος 5% επί των λογαριασμών σταθερής τηλεφωνίας.

• Κατά 1,4% της ομάδας «Ξενοδοχεία – Καφέ – Εστιατόρια». Η αύξηση των τιμών στα σερβιριζόμενα προϊόντα, τρόφιμα και ποτά σχετίζεται με όλες τις προαναφερθείσες αυξήσεις ΦΠΑ και ΕΦΚ.

Ενα τελευταίο στοιχείο εξαιρετικά αποκαλυπτικό: με βάση τα στοιχεία του Δεκεμβρίου 2016 (όταν ακόμη δηλαδή δεν είχαν επιβληθεί όλοι οι έμμεσοι φόροι), ο εναρμονισμένος γενικός δείκτης τιμών καταναλωτή στην Ελλάδα διαμορφώθηκε σε 0,3%. Με σταθερούς φόρους θα είχε μειωθεί, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, κατά 0,4%.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή