«Κούρσα» με προορισμό την απόλυτη επιτυχία

«Κούρσα» με προορισμό την απόλυτη επιτυχία

5' 11" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Την περασμένη Πέμπτη, o Νίκος Δρανδάκης, ιδρυτής του Taxibeat, έφτασε στο γραφείο των δικηγόρων του στις 9.30 το πρωί. Λίγη ώρα αργότερα έφτασαν και οι εκπρόσωποι της My Taxi, θυγατρικής της Daimler. Οι δύο πλευρές υπέγραψαν τα συμβόλαια και για περίπου τρεις ώρες οι δικηγόροι τους αντάλλαξαν μια σειρά εγγράφων. Ηταν η τελευταία πράξη μιας διαδικασίας που κράτησε μήνες. Στις 12.30 το Taxibeat είχε πουληθεί. Οι εκπρόσωποι της γερμανικής εταιρείας είχαν πρωτοέρθει στην Ελλάδα το 2015 με σκοπό να ανοίξουν στην Αθήνα γραφεία και να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους εδώ. Εκαναν όμως έρευνα αγοράς και είδαν πως θα ήταν αδύνατο να ανταγωνιστούν το Taxibeat. Συναντήθηκαν τότε με τον κ. Δρανδάκη και ξεκίνησαν μια συζήτηση, η οποία τελικά κατέληξε στο μεγαλύτερο «ντιλ» που έχει γίνει στην ελληνική startup αγορά. Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», το τίμημα ήταν 43 εκατ. ευρώ.

Η ιστορία

Το Taxibeat «γεννήθηκε» ένα καλοκαιρινό βράδυ του 2010, όταν ο κ. Δρανδάκης έψαχνε ταξί σε έναν απόμερο δρόμο της Κηφισιάς. O ίδιος έχει… κουραστεί να εξιστορεί αυτή την ιστορία ίσως γιατί ξέρει πως μια ιδέα, όσο καλή και εάν είναι, χωρίς σκληρή δουλειά μένει στα χαρτιά. Μετά λοιπόν εκείνη τη μεταμεσονύχτια έμπνευση και για τους επόμενους έξι μήνες μαζί με τρεις συνεταίρους (τον Κ. Σακκά, τον Μ. Σφιχτό και τον Ν. Δαμηλάκη, που όμως το 2013 αποχώρησε) νοίκιασαν ένα μικρό γραφείο και, εξασφαλίζοντας χρηματοδότηση 40.000 ευρώ από το Open Fund, ξεκίνησαν να στήνουν την εφαρμογή με την οποία μπορεί κανείς να καλέσει ταξί από το κινητό του.

Κατ’ αρχάς ζήτησε βοήθεια από τον αδελφό του. Οδηγός ταξί εκείνος, του έκλεισε ραντεβού με συναδέλφους του για να ακούσει από πρώτο χέρι την πραγματικότητα και τις δυσκολίες του επαγγέλματος. Μετά, βγήκε ο ίδιος στον δρόμο μοιράζοντας φυλλάδια στις πιάτσες για να πείσει τους οδηγούς να ενταχτούν στην πλατφόρμα που ετοίμαζε. Δεν ήταν δύσκολο, γιατί λόγω κρίσης είχε μειωθεί η δουλειά, όμως αυτό δεν αρκούσε. Επρεπε να βρει οδηγούς που είχαν smartphones, ώστε να μπαίνουν στο Ιντερνετ και να χρησιμοποιούν την εφαρμογή.

Αρχή με 80 οδηγούς

Κατάφερε να βρει 80 οδηγούς και τον Μάρτιο του 2011 το Taxibeat έκανε την πρώτη του κούρσα. Πρώτος πελάτης ο Κώστας, ένας φοιτητής τον οποίο ο ίδιος ο Δρανδάκης συνάντησε, του πήρε συνέντευξη και ανέβασε το βίντεο στο Ιντερνετ. Χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας εποχής που ο ίδιος ασχολιόταν με κάθε κομμάτι της εταιρείας – αν και οι συνάδελφοί του αστειεύονται, πως ακόμη και σήμερα που η εταιρεία έχει 110 άτομα προσωπικό, εκείνος δυσκολεύεται να μην ασχολείται με τα πάντα.

Τα tweets

Τον πρώτο καιρό δεν υπήρχαν χρήματα για διαφήμιση, αλλά παρ’ όλα αυτά η εφαρμογή πήγαινε εξαιρετικά. Το μυστικό της επιτυχίας βρίσκεται… αφισοκολλημένο σε έναν τοίχο στα γραφεία τους: τιτιβίσματα από χρήστες του Twitter που αγκάλιασαν και έκαναν Νο 1 την εφαρμογή. To αγαπημένο tweet του κ. Δρανδάκη είναι το «οι ταξιτζήδες του Taxibeat είναι σαν ευγενείς στην Τρούμπα».

Και ενώ όλα πήγαιναν καλά, η τρίμηνη απεργία των ταξί που διαμαρτύρονταν για τη μεταρρύθμιση Ραγκούση, πάγωσε τα πάντα. Τα χρήματα τελείωσαν και το πιθανότερο είναι πως το Taxibeat θα είχε κλείσει εάν κάποιοι επενδυτές δεν τους βοηθούσαν (μέσα σε αυτούς και μια πελάτισσα που αποφάσισε να τους δώσει χρήματα γιατί είχε αγαπήσει την εφαρμογή).

Θεωρίες συνωμοσίας

Τα εμπόδια δεν σταμάτησαν εκεί. Δέχτηκαν μεγάλο πόλεμο από μια μερίδα οδηγών. Απειλητικά τηλεφωνήματα μέχρι και επίσημες καταγγελίες πως προετοίμαζαν μια υπηρεσία ιδιωτικών αυτοκινήτων, με αποτέλεσμα η Διεύθυνση Ηλεκτρονικού Εγκλήματος να κάνει έφοδο στα γραφεία τους. Και βέβαια πολλές θεωρίες συνωμοσίας: ότι ο Δρανδάκης είναι μασόνος, σιωνιστής, άλλοτε άνθρωπος των μαντράδων και άλλοτε της Uber. Ουδέποτε όμως πτοήθηκε από αυτά. Στόχος του, όπως λέει ο ίδιος, ήταν να φτιάξει μια εταιρεία απομονωμένη από τη μιζέρια που υπάρχει στην ελληνική κοινωνία.

Αυτό το διαπιστώνει κανείς από την πρώτη στιγμή στα γραφεία του Taxibeat: Δεν είναι μόνο η μοντέρνα και ευχάριστη διακόσμηση, αλλά οι πρακτικές του εξωτερικού που έχουν γίνει καθημερινότητα: το «Daily huddle» (πρωινή μάζωξη), όπου όρθιοι οι εργαζόμενοι λένε για ένα λεπτό τα πιο σημαντικά νέα της ημέρας, ή το «free Friday», όπου κάθε πρώτη Παρασκευή του μήνα ναι μεν έρχονται στο γραφείο, αλλά δουλεύουν πάνω σε ένα προσωπικό τους πρότζεκτ.

Ο μέσος όρος ηλικίας των εργαζομένων είναι 28 ετών. «Εγώ χαλάω λίγο τον μέσο όρο», αστειεύεται συχνά ο Δρανδάκης. Ξεκίνησε να δουλεύει τη δεκαετία του ’80 σε οικογενειακή βιοτεχνία, το εργοστάσιο κάποια στιγμή έκλεισε λόγω του ανταγωνισμού από την Κίνα και τότε έγινε (αυτοδίδακτος) προγραμματιστής. Δούλεψε σε εταιρείες πληροφορικής, αλλά και σε δικά του εγχειρήματα. Αλλα πήγαν καλά, άλλα όχι, όμως όπως λέει, όλα τον προετοίμασαν για το Taxibeat.

Στο εξωτερικό

Η επέκταση στο εξωτερικό ήρθε από τον πρώτο κιόλας χρόνο. Δύο Ελληνες που ζούσαν στο Ρίο επικοινώνησαν πως θα ήθελαν να φέρουν την εφαρμογή στη Βραζιλία (το ίδιο διάστημα πήγαν Μεξικό, Παρίσι, Σκανδιναβία και Ρουμανία). Ο ανταγωνισμός όμως εκεί ήταν αδίστακτος. Με επενδύσεις δισεκατομμυρίων τούς έκαναν πόλεμο τιμών και τους έβγαλαν από την αγορά. Μαθαίνοντας από τα λάθη τους, προετοιμάστηκαν και όταν δραστηριοποιήθηκαν στο Περού τα πήγαν εξαιρετικά. Δύο ημέρες μετά την πώληση, ο ίδιος ταξίδεψε στη Λίμα για να τους ενημερώσει για την εξαγορά. Στους υπαλλήλους της Αθήνας το είχε κάνει όταν η πληροφορία διέρρευσε. «Συγγνώμη που δεν σας το είπα νωρίτερα, αλλά δεσμευόμουν να μη μιλήσω», τους εξήγησε.

Τους μίλησε για τη My Taxi (με παρουσία σε 50 πόλεις, 108.000 οδηγούς και 10 εκατ. πελάτες), τους καθησύχασε πως τίποτα δεν θα αλλάξει, πως ο ίδιος θα παραμείνει στο ίδιο πόστο. «Απλά θα έχουμε τη δυνατότητα να μεγαλώσουμε την εταιρεία και να εστιάσουμε στο Περού» (το νέο του μότο είναι το «Destroy Uber» – να καταστρέψουν την Uber). Τους μίλησε με ιδιαίτερο ενθουσιασμό για μια ιδέα που συζητούν με την Daimler: τη δημιουργία ενός κέντρου ανάπτυξης και έρευνας τεχνολογίας στην Αθήνα – που εάν συμβεί θα κάνει τη χώρα πρωταγωνίστρια σε μια εποχή που τεχνολογικά αλλάζει ραγδαία.

Και το πάρτι

Την Πέμπτη, οι εργαζόμενοι στην Αθήνα τού είχαν ετοιμάσει ένα πάρτι-έκπληξη, με μπαλόνια και ποτά – όλοι φορούσαν μπλούζες Taxibeat. Ο ίδιος δεν πρόλαβε να πάει, αλλά εκείνοι γιόρτασαν έτσι και αλλιώς. Αλλωστε η επιτυχία της εξαγοράς δεν ανήκει μόνο στον ιδρυτή και στους 30 επενδυτές που στήριξαν την επιχείρηση (με χρήματα και συμβουλές), αλλά και στην ομάδα των εργαζομένων και στους 8.000 οδηγούς ταξί που ακόμη και μέσα από αντίξοες συνθήκες δημιούργησαν το απόλυτο success story.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή