Το μήνυμα του ΔΝΤ μετά το Βερολίνο

Το μήνυμα του ΔΝΤ μετά το Βερολίνο

3' 12" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο
ΟYAΣΙΓΚΤΟΝ – ΑΠΟΣΤΟΛΗ. «Μεταρρυθμίσεις, μεταρρυθμίσεις, μεταρρυθμίσεις». Αυτό είναι το μήνυμα που εκπέμπει για την Ελλάδα το ΔΝΤ, το οποίο συμμετέχει στο περίπλοκο ελληνικό παζλ με διστακτικότητα και πρωτίστως για να μη χρεωθεί τις αναταράξεις που θα προκύψουν εάν αποχωρήσει. Ταυτόχρονα, παρότι η ηγεσία και τα στελέχη του δηλώνουν δημόσια ότι συμπλέουν με τους Ευρωπαίους, στους κόλπους του Ταμείου επικρατεί δυσπιστία έναντι συγκεκριμένων χωρών και θεσμών.

 

Σε κάθε περίπτωση, δεν υπάρχει μεγάλη προθυμία για περαιτέρω χρηματοδότηση της Ελλάδας. Οι τεχνοκράτες υιοθετούν αυστηρή στάση και διαμηνύουν προς κάθε κατεύθυνση ότι δεν είναι διατεθειμένοι να «βάλουν νερό στο κρασί τους» γιατί κρίνεται η ήδη πληγείσα από το παρελθόν αξιοπιστία του οργανισμού. Επιρρίπτουν στην Ελλάδα την κύρια ευθύνη για τη σημερινή κατάσταση αλλά και ενδεχόμενη νέα παράταση του δράματος και επικρατεί το σκεπτικό πως «αν δεν κλείσουμε, θα φταίνε οι Ελληνες». Αν και η συνάντηση Λαγκάρντ – Μέρκελ στο Βερολίνο την περασμένη Τετάρτη έθεσε τις βάσεις για πιο αρμονική συμπόρευση, είναι ξεκάθαρο ότι στο Ταμείο θεωρούν πως το κύριο εμπόδιο είναι ο Σόιμπλε που επιμένει μεν στη συμμετοχή του ΔΝΤ, αλλά ουσιαστικά με τους δικούς του όρους. Εχοντας κάνει την επιλογή να μη «διαταράξουν» το γερμανικό πολιτικό σκηνικό μέχρι τις εκλογές του Σεπτεμβρίου, και στην περίπτωση που δεν υπάρξει έγκαιρα συμφωνία, κυοφορείται η λύση μιας «γέφυρας» έως το τέλος του χρόνου, κάτι που όπως αναφέρουν δηκτικά έχει ξαναγίνει.
 
Στο Ταμείο «παρακάμπτουν» τις δικές τους ευθύνες και λάθη που συνέβαλαν στο σημερινό δύσκολο, για πολλούς αδιέξοδο, σκηνικό. Ωστόσο, αντιμέτωποι με ευθείες βολές από την Κομισιόν αλλά και τις θετικότερες επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας, δηλώνουν έτοιμοι να επανεξετάσουν τα δεδομένα και να αναθεωρήσουν ανάλογα και τις δικές τους αναλύσεις και εκτιμήσεις για τα δημοσιονομικά μεγέθη και κατ’ επέκταση για το χρέος και τη βιωσιμότητά του.

 
Παρακολουθούν με προσοχή τις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα –επιχειρώντας να αποτιμήσουν τη σταθερότητα της κυβέρνησης, αλλά και τις προοπτικές του Κ. Μητσοτάκη– και δεν κρύβουν την ενόχλησή τους για την άδικη, όπως πιστεύουν, κριτική που δέχονται από πολιτικές δυνάμεις, εν πολλοίς και την κοινωνία, παρότι είναι γεγονός ότι ως απόρροια των καταστατικών αρχών και κανόνων περί βιωσιμότητας του χρέους, είναι οι πιο ένθερμοι υποστηρικτές της ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους. Είναι αλήθεια ότι η αρχική θέση τους ήταν υπέρ ενός «γενναίου κουρέματος», αλλά αντιμέτωποι με την απόλυτα άκαμπτη στάση της Γερμανίας και άλλων Ευρωπαίων, υποστηρίζουν πλέον και αυτοί –το δήλωσε ξεκάθαρα και η Κριστίν Λαγκάρντ– «άλλες μεθόδους» απομείωσης του χρέους όπως είναι οι μεγαλύτερες περίοδοι χάριτος, η επιμήκυνση της ωρίμανσης, τα χαμηλότερα και σταθερά επιτόκια, κ.λπ. Στο πνεύμα της απροθυμίας για «παραχωρήσεις», τα στελέχη του Ταμείου που συμμετέχουν στα κλιμάκια που διενεργούν την αξιολόγηση, μεταβαίνουν την επόμενη εβδομάδα στην Αθήνα με μαξιμαλιστικές θέσεις και ελάχιστα περιθώρια παραχωρήσεων. Σε αυτό το πνεύμα θα πιέσουν για άμεση υιοθέτηση της μείωσης του αφορολόγητου, σε μεγαλύτερο βαθμό απ’ ό,τι εμφανίζεται έτοιμη να δεχθεί η Αθήνα. Φυσικά, κάπου «χάνεται στη μετάφραση» το γεγονός ότι στην πρώτη αξιολόγηση του Μαΐου του ’16, που ήδη περιελάμβανε τη δέσμευση για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5%, το Ταμείο είχε συμφωνήσει σε αφορολόγητο όριο στα 7.800 ευρώ για τον άγαμο, ενώ τώρα πιέζει για πολύ χαμηλότερο.

 
Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τις συντάξεις, όπου παρότι πέρυσι είχε συμφωνήσει στη σταδιακή μείωση της προσωπικής διαφοράς το ’17 και το ’18 μέχρι την πλήρη εξάλειψή της το ’19, τώρα εμφανίζεται να θεωρεί απαραίτητο τον άμεσο τερματισμό της. Και στο άλλο «ακανθώδες» ζήτημα, των συλλογικών διαπραγματεύσεων, το Ταμείο δεν προτίθεται να υποχωρήσει. Είναι, άλλωστε, από τα πρώτα «επιτεύγματα» του ΔΝΤ, το 2012, και δεν υπάρχει πρόθεση να αποδεχθούν την επιστροφή στην πρότερη κατάσταση.

 
Σε ό,τι αφορά τη διαπραγματευτική τακτική, αποφεύγουν την οποιαδήποτε αναφορά, αλλά είναι γνωστή η εκτίμηση του διευθυντή του ευρωπαϊκού τμήματος, Πόουλ Τόμσεν, ότι η ελληνική πλευρά υποχωρεί όταν βρεθεί με την πλάτη στον τοίχο. Εχοντας διαπιστώσει εκτεταμένη «διοικητική ανεπάρκεια» στην Ελλάδα θεωρούν πιο «ασφαλές» να εφαρμοσθούν τα μέτρα νωρίτερα, παρά αργότερα.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή