Μεταρρυθμιστική απραξία

3' 5" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Καθώς η χώρα βρίσκεται αντιμέτωπη με τη μεγαλύτερη οικονομική και κοινωνική κρίση της μεταπολεμικής εποχής, τα πολιτικά κόμματα του λεγόμενου δημοκρατικού τόξου, με εξαίρεση το ΚΚΕ, αναδεικνύονται άτολμα και αδύναμα να καθορίσουν συγκεκριμένες θέσεις και προτάσεις για τις μεταρρυθμιστικές τομές που απαιτούνται προκειμένου να οριοθετηθεί μια βιώσιμη αναπτυξιακή προοπτική για την ελληνική οικονομία.

Οσο όμως παραμένουμε, ως χώρα, στα λιμνάζοντα ύδατα μεταρρυθμιστικής ατολμίας, οι δανειστές μας θα καταφεύγουν μονοσήμαντα και σταθερά στην επιβολή όλο και πιο σκληρών εισπρακτικών μέτρων, επικεντρωμένοι στην αύξηση φόρων και στη μείωση των δημοσίων δαπανών με την περικοπή μισθών και συντάξεων.

Ο ελληνικός λαός, αμήχανος και αδύναμος, βρίσκεται απέναντι στη διαρκή απειλή της συνεχούς υποβάθμισης του βιοτικού του επιπέδου, με απομειούμενες τις ελπίδες του για αντιστροφή αυτής της κατηφορικής πορείας.

Δεδομένου μάλιστα ότι το σύνολο σχεδόν των πολιτικών κομμάτων του δημοκρατικού τόξου έχει επωμιστεί ευθύνες κυβερνητικής διαχείρισης, όλο και πιο έντονα είναι τα φαινόμενα αμφισβήτησης του πραγματικού δύνασθαι των πολιτικών κομμάτων για την αποτελεσματική διαχείριση της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης.

Σ’ αυτό το καθεστώς μεταρρυθμιστικής απραξίας ο ελληνικός λαός όλο και περισσότερο αποπολιτικοποιεί τις αντιδράσεις του και τις επιλογές του.

Ευάλωτες, και ευτυχώς για την ώρα ολιγάριθμες, ομάδες πολιτών οδηγούνται σε τυφλές επιλογές, που απειλούν με απαξίωση το δημοκρατικό πολιτικό μας σύστημα με φαινόμενα τύπου Σώρρα.

Τρανό παράδειγμα μεταρρυθμιστικής αδυναμίας αναμφίβολα αποτελεί η επιχειρηθείσα το 2016 μεταρρύθμιση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης.

Η ατολμία να σταθεί αντιμέτωπη με τα πραγματικά προβλήματα ενός δημόσιου ασφαλιστικού συστήματος, που δεν μπορεί να μετεξελιχθεί σε βιώσιμο ως αναδιανεμητικό, με ποσοστά ανεργίας 30% και μια σχέση εργαζομένων προς συνταξιούχο 1 προς 1, οδήγησε τη σημερινή κυβέρνηση στην επιλογή ενός αντιμεταρρυθμιστικού μορφώματος που οδηγεί στην αύξηση των εισφορών και της συμμετοχής του Δημοσίου στη συνταξιοδοτική δαπάνη και στην περαιτέρω μείωση των συντάξεων.

Και φυσικά, όλα αυτά συμβαίνουν ακριβώς επειδή ιδεολογικές και πολιτικές ατολμίες εμπόδισαν τη σημερινή κυβέρνηση να μεταρρυθμίσει πραγματικά το δημόσιο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης από ένα αδιέξοδο αναδιανεμητικό σε ένα βιώσιμο ανταποδοτικό με σαφώς καθορισμένο το όριο της χρηματοδότησής του από τα δημόσια ταμεία και οριοθετημένους τους ανταποδοτικούς συντελεστές απόδοσης συντάξεων στη βάση των ατομικών ασφαλιστικών εισφορών.

Φυσικά, μια τέτοια μεταρρυθμιστική τομή απαιτούσε εθνική πολιτική συνεννόηση αλλά και μία σοβαρή και υπεύθυνη προσπάθεια κοινωνικής συναίνεσης. Αναμφίβολα το εγχείρημα δεν θα ήταν εύκολο, δυστυχώς όμως απερρίφθη προτού αποτολμηθεί.

Χωρίς να αποποιούμαι τον ιδεολογικό μου πολιτικό χώρο που παραμένει πάντα ο δημοκρατικός σοσιαλισμός, αποτολμώ να προβλέψω ότι λύση στο δημόσιο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης προϋποθέτει την αποδοχή των παρακάτω αρχών:

Τον συγκεκριμένο καθορισμό ενίσχυσης της συνταξιοδοτικής δαπάνης που δεν θα υπερβαίνει το 10% του ΑΕΠ για την προσεχή 10ετία και το 5% του ΑΕΠ για τα επόμενα έτη.

Τη μείωση των ασφαλιστικών συνταξιοδοτικών εισφορών σταδιακά κατά 30% για τους ασφαλισμένους με λιγότερα από 10 έτη ασφάλισης.

Τη δημιουργία φορολογικών και άλλων κινήτρων για τη δυναμική ανάπτυξη των επαγγελματικών ταμείων.

Την αποδοχή του ρόλου της ιδιωτικής ασφάλισης ως επιλεκτικού ασφαλιστικού βραχίονα. Τη δημιουργία σοβαρών εθνικών δομών αναλογιστικής εποπτείας όλων των ασφαλιστικών ταμείων και ειδικών φορέων επαγγελματικής αξιοποίησης της κινητής και ακίνητης περιουσίας τους.

Τον ριζικό εκσυγχρονισμό των διοικητικών δομών των φορέων κοινωνικής ασφάλισης με την ενίσχυση του αυτοδιοίκητου και την ουσιαστική ανάθεση ευθυνών διοίκησης στους εθνικούς εργοδοτικούς και συνδικαλιστικούς φορείς. Οσο παραμένουμε άτολμοι στον σχεδιασμό μιας σοβαρής μεταρρυθμιστικής αλλαγής για το δημόσιο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης στη βάση των προαναφερόμενων αρχών η αποδιάρθρωση του υφιστάμενου συστήματος θα συντελείται νομοτελειακά μέσω των συνεχών μειώσεων όλων των κύριων και επικουρικών συντάξεων.

Η απαξίωση του εννοιολογικού περιεχομένου του πολιτικού όρου «μεταρρύθμιση» συντελείται όταν ταυτίζουμε απολύτως τη μεταρρύθμιση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης με αυξήσεις εισφορών και μειώσεις συντάξεων ή τη μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος μόνο με αυξήσεις φόρων.

Οι επιλογές αυτές επί το ορθότερον έπρεπε να ταυτίζονται με τον πολιτικό όρο «αντιμεταρρύθμιση».

*Ο κ. Ροβέρτος Σπυρόπουλος είναι πρώην διοικητής ΙΚΑ-ΕΤΑΜ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή