Ωστε κι εσείς τα ίδια θα κάνετε;

Ωστε κι εσείς τα ίδια θα κάνετε;

3' 57" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

​​Πριν από δύο χρόνια και κάτι, αρχές Φεβρουαρίου του 2015, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, που είχε μόλις διοριστεί κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ηττημένης στις εκλογές Ν.Δ., έκανε μια ομιλία απευθυνόμενος στην τότε ολόφρεσκη, all-star κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ (με Βαρουφάκη, Λαφαζάνη και όλα τα ταλέντα…).

Αξίζει, νομίζω, να τη θυμηθούμε περιληπτικά. Ο ομιλητής ξεκίνησε επιδεικνύοντας την καλή προαίρεση της πλευράς του· είπε ότι δεν θεωρούν την κυβέρνηση αριστερή παρένθεση και καλωσόρισε κάποιες ενδείξεις πολιτικού ρεαλισμού εκ μέρους της. Προχώρησε στη διαπίστωση ότι η Βουλή διέθετε μνημονιακή πλειοψηφία (είχε προηγηθεί η πολυσυζητημένη δήλωση του τότε υπουργού Οικονομικών πως η κυβέρνηση αποδεχόταν το 70% του μνημονίου) και προειδοποίησε την κυβέρνηση να μην καθυστερήσει την τότε αξιολόγηση, προσφέροντας μάλιστα τη στήριξη της Ν.Δ. σε ένα ενδεχόμενο επίσημο αίτημα της κυβέρνησης για παράταση της αξιολόγησης. (Επρόκειτο, σημειωτέον, για την αξιολόγηση που έμεινε ανοικτή και οδήγησε στη ρήξη του Ιουλίου και στο γ΄ μνημόνιο.) Συνέχισε, επισημαίνοντας ότι η εντολή του ΣΥΡΙΖΑ ήταν για καλύτερη συμφωνία και όχι για ρήξη και, σε αυτό το πλαίσιο, πρότεινε στην κυβέρνηση μια συμφωνία με την αντιπολίτευση, επί τη βάσει του κοινού συμφέροντος από την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας. Εθεσε μάλιστα τρεις προϋποθέσεις για τη συμφωνία στήριξης: διευθέτηση χρέους, όχι διαγραφή ονομαστικής αξίας· μικρότερα πρωτογενή πλεονάσματα της τάξεως του 1,5-2%· τέλος, μεταρρυθμίσεις που θα τις συμφωνήσουμε οι ίδιοι, όχι υπό τον βούρδουλα των άλλων. Εκλεισε την ομιλία ως εξής: «Εάν το κάνετε αυτό, 76 βουλευτές της Ν.Δ. θα σας παράσχουν τη στήριξή τους. Εάν, όμως, δεν το κάνετε και εάν –ο μη γένοιτο– οδηγήσετε τη χώρα σε μεγάλες περιπέτειες, η ευθύνη θα είναι αποκλειστικά δικιά σας».

Φυσικά, το ότι ο σημερινός αρχηγός της Ν.Δ. προειδοποιούσε από τότε δεν αρκεί ώστε να δικαιολογείται η σημερινή άρνηση της Ν.Δ. να συμφωνήσει με την κυβέρνηση «σε τρία-τέσσερα πράγματα», όπως το έθεσε χαρακτηριστικά ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης. Η απλοϊκότητα της προσκόλλησης σε κάποια αρχική θέση είναι ανοησία στην πολιτική. Ο σοβαρός πολιτικός αλλάζει γνώμη, όταν αλλάζει και η πραγματικότητα. Υπάρχουν και περιστάσεις, όμως, που η αλλαγή της πραγματικότητας ενισχύει την αρχική θέση. Τέτοια ακριβώς είναι η περίπτωση της στάσης της Ν.Δ. έναντι της κυβέρνησης, ενόψει μιας πιθανής συμφωνίας της κυβέρνησης με τους θεσμούς.

Η όποια αξία της θέσης που είχε η Ν.Δ. τον Φεβρουάριο του 2015 δεν μπορεί να είναι η ίδια σήμερα. Εκτοτε, μεσολάβησε το 2-1 στα μνημόνια και επίκειται η ισοφάριση. Σωρεύτηκε τεράστιο οικονομικό και κοινωνικό κόστος, εξαιτίας της απροθυμίας και της συστηματικής κωλυσιεργίας της κυβέρνησης στην εφαρμογή του προγράμματος. «Λίγοι μπορούν να θυμηθούν την Ελλάδα πριν από την κρίση», διαπιστώνει το γερμανικό Der Spiegel, και υποθέτω ότι το εννοεί μάλλον ως σχήμα λιτότητος, διότι η ελληνική κυβέρνηση δίνει αγώνες καθημερινά για την αναστήλωση του συστήματος που μας οδήγησε στη χρεοκοπία.

Αυτό που κάνει τη μεγάλη διαφορά του τότε (2015) με το σήμερα είναι η απλή αλήθεια ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ κάνει δυσκολότερη τη διαπραγμάτευση με εταίρους και δανειστές και, συνεπώς, δυσκολότερη την ανάκαμψη και την έξοδο από την κρίση. Το κάνει αναγκαστικά (λόγω ανικανότητας, απροθυμίας, ιδεοληψιών κ.λπ.), το κάνει όμως και σκοπίμως, διότι μακροπρόθεσμα η Αριστερά έχει μόνο να κερδίσει από τη συσσωρευμένη κούραση του ελληνικού λαού. Τη συμφέρει, σε βάθος χρόνου, αν η Ελλάδα αποτύχει ως ευρωπαϊκή χώρα, διότι τέτοιες συνθήκες ευνοούν τις πάγιες και σταθερές θέσεις της.

Αν η Ν.Δ. στηρίξει τώρα την κυβέρνηση, το λάθος δεν θα είναι ότι έτσι θα αθωώνει την κυβέρνηση για την αθλιότητά της, ούτε ότι εν μέρει θα αναλαμβάνει και εκείνη την ευθύνη. Το κρίσιμο λάθος θα είναι ότι έτσι θα στερεί τους Ελληνες ψηφοφόρους από κάθε άλλη δυνατότητα. Θα είναι σαν να λέει στον κόσμο με τη στάση της ότι, ξεχάστε το, δεν υπάρχει καμία άλλη ελπίδα, εκτός από το μείγμα ερασιτεχνισμών, αυτοσχεδιασμών, ανικανότητας και ιδεοληψίας που σας προσφέρουν σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝΕΛ. Μπορεί ποτέ να το πει αυτό «η παράταξη του Κωνσταντίνου Καραμανλή και του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη», κατά τη διατύπωση του Β. Μεϊμαράκη;

Στην πραγματικότητα, οι τρεις λόγοι, για τους οποίους ο Β. Μεϊμαράκης προτείνει τη συναινετική στάση προς την κυβέρνηση, είναι εκείνοι ακριβώς για τους οποίους το εθνικό –όχι το κομματικό– συμφέρον επιβάλλει την άρνηση. Ο πρώην μεταβατικός πρόεδρος της Ν.Δ. υποστηρίζει ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ ακολουθεί ίδια πολιτική με της Ν.Δ.», ότι «αν ψηφιστούν, εμείς θα τα εφαρμόσουμε» και, επίσης, ότι «αν βγούμε εμείς, τα ίδια θα κάνουμε». Ζητώ εκ των προτέρων συγγνώμη από τον πρώην μεταβατικό πρόεδρο ή όποιον άλλον ενδεχομένως θίγεται, αλλά θα πρέπει να είναι ηλίθια η Ν.Δ. για να πει «αν βγούμε εμείς, τα ίδια θα κάνουμε». Ολος ο σκοπός είναι να καταφέρεις εσύ να πείσεις ότι μπορείς να το κάνεις καλύτερα! Ιδίως όταν απέναντί σου έχεις τέτοιο επικίνδυνο τσίρκο.

Εντούτοις, προϋπόθεση για να πείσεις ότι εσύ μπορείς να το κάνεις καλύτερα, είναι η ανανέωση μέσω της διεύρυνσης. Αλλά σε αυτό θα επανέλθω άλλη ώρα, διότι χρειάζεται άνεση χώρου…

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή